Μια ανάγνωση
Όμικρον [και το εννοούμενο Ωμέγα]. Η Χλόη Κουτσουμπέλη, ποιήτρια δεινή, καταπιάνεται φυσικά με το πρώτο. Αφού το μεγαλείο πιο πολύ ταιριάζει στα πράγματα του κόσμου τούτου, εξουσία, επιχειρήσεις, επιτυχίες, την ίδια την μεγάλη ποίηση και την τέχνη, παρά στην ύπαρξη του ποιητή. Γιατί η ποίηση εκτός που μας βοηθάει να ζήσουμε (πνευματικά), «μας βοηθάει και να πεθάνουμε» ως έλεγε και ο Σινόπουλος. Είναι συντριπτική, το εννοούμενο Ω.
Όμικρον λοιπόν, ο γνωστός ή άγνωστος ακόμα ποιητής, είναι από τους λίγους ανθρώπους που έχουν συνείδηση της ταπεινότητάς τους. Αυτοδιορθώνεται, αυτοσαρκάζεται, αυτοθαυμάζεται, καθρεφτίζεται στον όμοιό του, και κάποτε αυτοκτονεί. Ένα «Ο» σαν το αυγό της κότας ή το θεϊκό του Κύκνου, σαν το ανθρώπινο οβάλ του προσώπου. Πάντως μικρόν. Και παρά ταύτα, Σήμα Φρασικλείας, η ποιητική γλώσσα και ψυχή: Απαραβίαστη. Κάτι που το μαθαίνει ο αναγνώστης ήδη από την σελίδα της προμετωπίδας του μικρού αυτού σε μέγεθος, αλλά όχι σε σημασία, βιβλίου.
Πρώτο ποίημα: Καταρράκτης. «Ποια είμαι δεν έμαθα ποτέ. Στον τάφο μου ας γράψουν …» τόσο μικρή η φανταστική εδώ ποιήτρια, με τόση αυτογνωσία και με μια μεγάλη, ωστόσο, έγνοια- οδηγία, το ταφικό της επίγραμμα. Το γράμμα, η γλώσσα, το σήμα, το σημαινόμενο, ο κόσμος ενός ποιητή. Και ο καταρράκτης, ο κίνδυνος, το ξεπέρασμα των ορίων, η αληθινή του επιθυμία, όποτε η ζωή τον πληγώνει ή τον προδίδει. Η συλλογή της Χλόης Κουτσουμπέλη έχει δώσει κιόλας ταυτότητα.
Θα ακολουθήσει επεξεργασμένη με πρωτότυπους, σύντομους, ευφυείς στίχους, η παρουσίαση της αφόρητης δυστυχίας κάποιων γνωστών ποιητών (και των οικείων τους), αυτή που προσπάθησε να τους μικρύνει ή τους έκανε να νιώσουν μικροί, Όμικρον, οδηγώντας τους στο τέλος, στο ωμέγα. Τα κουλουράκια της Σύλβια Πλαθ, στον φούρνο που θα τη σκοτώσει το γκάζι, τα ακέφαλα, «Αφού κάθε ερωτευμένη γυναίκα αφανίζεται /όταν την προδίδει ο αγαπημένος άντρας.» Οι πτηνόμορφες αδερφές του Λόρδου Μπάυρον, που «κρώζουν δαιμονισμένα […] Αδελφή κι Ερωμένη μαζί.» Ο Σολωμός, «Η μήτρα της μάνας μου κυοφορούσε αδέρφια {…] έτσι μόνος μου/χαράζω με σουγιά/ το βράδυ τους καρπούς μου/ …αδελφός ξένων παιδιών’/ εραστής άυλων γυναικών/ Ποιητής». Το αυγό του Κώστα Κρυστάλλη, το αντιμόνιο του τυπογραφείου και η φυματίωση, «Όμως τώρα πετώ περήφανα/ στων στίχων μου τις ράχες…» και πάει λέγοντας μέχρι την «αχνιστή, αιμάσσουσα,/πιο κόκκινη από τον ήλιο της Αρλ,/..δύστυχη καρδιά» του Βαν Γκογκ.
Η ποίηση της Χλόης Κουτσουμπέλη είναι ώριμη και πλήρης. Μεστά νοήματος, απλά και σαφή, τα ποιήματά της έχουν θέμα και χαρακτήρα. Είναι αυτοτελή ποιήματα. Οι άλλες αρετές της, ξάφνιασμα, του αναγνώστη, δυνατή ποιητική εικόνα, αποκάλυψη μιας αλήθειας, λιτότητα και πυκνότητα νοήματος, μαύρο χιούμορ, παιδικότητα του αλλόκοτου, βαθύτερη σκέψη και ανθρώπινη καλοσύνη, είναι γνωστά και από τις παλιότερες δουλειές της. Έχει αναλάβει εδώ να υπερασπιστεί τον ποιητή Όμικρον, και θα το πράξει με συγγενικά αισθήματα ταύτισης, με γνώση και μαστοριά.
Αξίζει να δει κανείς τους πρώτους στίχους εν σειρά μέχρι τη σελ. 26: Ονομάζομαι Βικτώρια Λούκας, Οι αδελφές μου είναι δύο, Η μήτρα της μάνας μου κυοφορούσε αδέλφια, Νωρίς με περικύκλωσαν του Άδη οι σκιές, Ειλικρινά, ακόμα δεν κατάλαβα, Σου, γλυκιά μου Σου, Θεανώ, δώρο του θεού μου, κοριτσάκι, Προπαντός όχι με πνιγμό, Ο θάνατος. Ίσως με μήλο. Μόνο πάχνη, Όταν ο Κύριος Μπρουκς επινόησε την κυρία Μπρουκς, Ο κύριος Σ,. είχε κακό προαίσθημα, Ενώ στον πάνω όροφο. Και στις σελ.31-35… Όταν ακούμπησε το στηθοσκόπιο, Όταν μ’ ένα φουρφούρισμα, Στο ρετιρέ κατοικεί ένας γέρος, Όχι, δεν είναι ο χρόνος ο καλύτερος γιατρός […] Αποτελούν από μόνοι τους ένα ακόμη ποίημα, ή αλλιώς μια εισαγωγή στην ποίηση και τη συγκεκριμένη συλλογή. Το «παιδικό διάλειμμα» από τον Κάπταιν Χουκ μέχρι τις Μικρές κυρίες, που παρεμβάλλεται, ας μου επιτραπεί να το θεωρήσω ειρωνική καρδία του βιβλίου και να το κρατήσω μυστικό.
Από κει κι έπειτα η Χ.Κ. κλιμακώνει μια μυθολογική άβυσσο με τους τίτλους: Ηλέκτρα, Μαρία Μαγδαληνή, Ο λόγος του Ιούδα, τα τέσσερα κι ένα βήματα του Ορφέα, Απειλή, Αποσπάσματα συνεντεύξεων που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Αμπύσους (πέντε καλλιτεχνών), Η μόνη γη, και Η γυμνή μοναξιά του ποιητή Όμικρον. Εδώ και το πλήρες συμπέρασμά της, που θα ανακαλύψετε ή θα αναρωτηθείτε διαβάζοντας ο καθένας με τον δικό του τρόπο, και δεν θα ήθελα να προκαταλάβω.
Μια συλλογή αφιερωμένη στην ποίηση και τους ποιητές ή καλλιτέχνες, στον πολύ συχνά τραγικό τους βίο, στα αδιέξοδα των δημιουργών, που κινείται έξω από κάθε γλωσσική ματαιοδοξία, κοινωνική ευκολία ή ναρκισσιστική περιαυτολογία. Δεν έχουμε παρά να την ευχαριστήσουμε, κι εκείνην και τον εκδότη της, όσο και το φάντασμα του Τέρνερ για το μαγικό εξώφυλλο. Προσωπικά της οφείλω ευχαριστίες και για το υπέροχο δώρο του βιβλίου. Εύχομαι καλοτάξιδο και διαβασμένο από πολλούς.