Αϋπνία
. Τι ώρα είναι; Σκοτάδι. Μάλλον τρεις.
Πάλι, δεν πρόκειται να κλείσω μάτι.
Στο χωριό ο βοσκός μαστιγώνει την ανατολή.
Σιγοπαγώνει στο παράθυρο,
. που βλέπει στην αυλή.
Κι εγώ είμαι μόνος.
Δεν είναι αλήθεια, εσύ
με όλο το λευκό σου θρόισμα
Είσαι μαζί.
Ψυχή (Ψυχή μου λυπημένη…)
Με όλων των κοντινών,
εσύ γεμισμένη
τα βάσανα των ζωντανών.
Στα βαλσαμωμένα τους σώματα,
αφιερώνοντας στίχους,
με λύρα σπαραχτική
θρηνώντας τους,
Εσύ στον άγριο καιρό μας
αξιοπρέπεια και τρόμο
σε τεφροδόχο κρατάς
Συγχωρώντας τη στάχτη.
Τα βάσανά που σήκωσες
σε λύγισαν.
Μυρίζεις πτώματος αποφορά
Πεθαμένων και τάφων.
Φτωχή μου ψυχή,
Όλα, τα είδες εδώ,
Σαν μύλος τα άλεσες,
Τα έκανες χυλό.
Συνέχισε ν’ αλέθεις
τα περασμένα όλα,
σαράντα χρόνια με μιας,
κοπριά στο κοιμητήριο.
(1956 Στίχοι του αργυρού αιώνα)
.