Κίρκη
Στο καθρέφτη του είχε την φωτογραφία της.
Γυμνή καθισμένη στην άκρη του
Κρεβατιού,
Όμορφη νέα, με μια σειρά
μαργαριτάρια μέσα στα χέρια της,
Κοιτούσε τον φακό κατάματα.
-Αυτή είναι η Κίρκη, μου είπε.
Εγώ την είχα γνωρίσει σαν Εμμυ,
Αλλά εκείνος επέμεινε.
-Περάσαμε μαζί αξέχαστες στιγμές.
Εξ´ ου και η θέση της στο πάνθεον των ερωμένων.
-Και τα μαργαριτάρια; Τον ρώτησα.
-Αυτά ήταν τα βάσανα που της προκάλεσα.
Σαν μάγισσα που ήταν
Ήξερε να μεταμορφώνει τον κάθε
Κόκκο στενοχώριας σε λαμπερό
Μαργαριτάρι.
Μέχρι που μαζεύτηκαν τόσα πολλά
Που με αυτά την έπνιξα.
Αλίκη
Θα έρθω απόψε στον ύπνο σου,
με το μακρύ μου νυχτικό
κρατώντας μια βούρτσα στο χέρι,
οπως σε εκείνη στη φωτογραφία
που μου τράβηξες πολλά φεγγάρια πριν.
Θα σου ζητήσω τα μακριά μαλλιά μου
να βουρτσίσεις.
Θα ξαναζήσω την στιγμή
της αγαλλίασης,
καθώς εσυ θα τα βουρτσίζεις
και γω, μικρό κορίτσι
και συνάμα ερωμένη,
τρέμω στο άγγιγμα σου.
Η ανάσα σου την όψη μου
θ´αλλαξει.
Θα γίνω η άλλη Αλίκη,
εκείνη η ναζιάρα
που περιμένει ξυπόλυτη
σε άκρη κήπου,
έτοιμη να μοιραστεί μαζί σου
τον κόσμο που κρατάει
στη χούφτα της.