Πρίσι! Πέρασες τη σκάλα με χλωρίνη; Γρήγορα, ακούς; Αχ Ερικαίτη μου, ζω ένα δράμα! Πόσα φορτηγά έχουν έρθει από τα delicatessen και τα bio markets – μη νομίζεις, τα μισά θα πεταχτούν, τα παιδιά δεν τρώνε μπαγιάτικα!- πόσα λαχανικά, κρασιά, τυριά στοίβαξα στο cellar- εκπληκτικό το design του Arthur, το κόπιαρε από της Μάρτζης … α, το χεις δει. Λοιπόν, πού ήμουν; Ένα πτώμα! Αμ, οι χλωρίνες; Τα οινοπνεύματα; Όχι, στολές δε βρήκα, τις έχω παραγγείλει custom made απ’ έξω… Μετά οι μάσκες… όχι βέβαια για μας, για τις οικιακές, πού να ξέρω ποιον βρομιάρη αγγίζουν στα παλιόσπιτα που συχνάζουν! Γι’ αυτό τις απαγόρευσα να ξεμυτίσουν από ‘δω μέχρι την άρση της καραντίνας. Η Βίκυ- ναι, η καινούρια, η παράνομη- άρχισε να κλαψουρίζει «το μωρό μου τι θα γίνει;». «Α,» της λέω, «εγώ δεν έχω παιδιά; Αν θες το μωρό, χάνεις τη δουλειά, τελεία και παύλα!» Καλά δεν έκανα; Τι με ρώτησες; Αντισηπτικά; Τουλάχιστον είκοσι κούτες… Σιγά μην τα χρειαστούμε, αλλά έτσι, να υπάρχουν… Μα είναι δυνατόν, αν αρρωστήσεις να πρέπει να πας σε δημόσιο νοσοκομείο; Συγγνώμη λίγο… Λίλη, ξύπνησαν τα παιδιά; Ε, νωρίς είναι, άσ’ τα, μπορεί ακόμα να έχουν jet lag από τo New York… Τι συμβαίνει; Πρίσι, γιατί έβγαλες τη μάσκα; Γιατί βήχεις; Πόσες φορές έβηξες; Έχεις και πυρετό; Ω, θα τρελαθώ! Ερικαίτη, σε κλείνω!
Στο σπίτι επακολούθησε πανδαιμόνιο. Κατ’ εντολή της κυρίας δόθηκαν επτά δείγματα για τεστ, όσοι και οι ένοικοι της έπαυλης, έστω και με τις έντονες διαμαρτυρίες των παιδιών, κυρίως, δε, του συζύγου. Επί δύο μέρες- όσο ανέμεναν τα αποτελέσματα- επικρατούσε μια μόνιμη γκρίνια για την «κακή τύχη» της κυρίας στις υπηρέτριες και την «κακή σπορά» από όπου προέρχονταν. Το πρωί της τρίτης μέρας, κάποιος από το βιοχημικό εργαστήριο, αρκούντως «λαδωμένος» για να παρακάμψει τα προσωπικά δεδομένα, πήρε τηλέφωνο: τρία θετικά, τέσσερα αρνητικά. Η κυρία έκλεισε τη συσκευή καπνίζοντας σαν την άφιλτρη καμινάδα του εργοστασίου της. Οι τρεις κοπέλες απολύθηκαν αυτομάτως χωρίς- εννοείται- την προβλεπόμενη αποζημίωση. Μάζεψαν τα πράγματά τους κι έφυγαν σιωπηλά, όπως είχαν έρθει, όπως είχαν ζήσει μήνες τώρα, χρόνια τώρα στο σπίτι…
Όταν, το μεσημέρι, άνοιξε για επιβεβαίωση τα αποτελέσματα των δειγμάτων, η κυρία λιποθύμησε. Όπως αποδείχθηκε, τα παιδιά είχαν κολλήσει από το «coronavirus party» που είχαν οργανώσει παράνομα εν μέσω καραντίνας. Εκατοντάδες άλλα πιθανά κρούσματα, «ποινικές ευθύνες» έλεγαν οι δικηγόροι. Από την ιχνηλάτηση των επαφών του συζύγου ως πιθανή πηγή εντοπίστηκε η λογίστρια του εργοστασίου, 35 ετών. Κανείς από τους 400 άλλους υπαλλήλους- περιέργως- δεν κόλλησε. Η περίπτωσή τους έγινε το κουτσομπολιό της περιοχής για τους επόμενους μήνες. Και η κυρία βρέθηκε μόνη, παρέα με τις πολυσέλιδες οδηγίες του Υπουργείου Υγείας ανά χείρας για την «κατ’ οίκον περίθαλψη ασθενών με κορωνοϊό».
Κλείνοντας την αυλόπορτα της έπαυλης τα τρία κορίτσια άκουσαν, από μακριά, τα νέα ουρλιαχτά της κυρίας. Κατόπιν, έβγαλαν, κατ’ εντολή της, τη μάσκα και πήγαν προς τη στάση. Τον μόνο ιό που, φαίνεται, να είχαν αποκτήσει ήταν ένα επίμονο, μεγάλο χαμόγελο, πολύ μεταδοτικό, που μάλιστα «κόλλησε» στο πρόσωπό τους τουλάχιστον για τις επόμενες δύο βδομάδες.