Πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί η ζωή μιας γυναίκας που γεννιέται μ’ ένα φιλί κι ένα τραγούδι; Ποιους ανθρώπους θα μπορούσε να συναντήσει στο διάβα της, ικανούς να αφομοιώσουν κομμάτια της προσωπικότητάς της στην δική τους αδιαπραγμάτευτη μοίρα;
Την απάντηση δίνει ο συγγραφέας Δημήτρης Βαρβαρήγος με το εικοστό τρίτο βιβλίο του που έχει τον πολύ δυνατό τίτλο «Πίστη και Περηφάνια».
Εδώ οι ήρωες γεννιούνται για να συναντηθούν. Μέσα σε δύσκολες συνθήκες καλούνται να κάνουν τις προσωπικές τους υπερβάσεις που θ’ αναδείξουν στοιχεία της προσωπικότητάς τους ικανά να ξαφνιάσουν ακόμα και τους ίδιους.
Η ζωή αλλού, είναι η ζωή στο εδώ και το τώρα.
Ξεκινάει όταν η ετοιμόγεννη Μαρία-Ρόζα, ο Σαλιβέριος και τα δυο τους παιδιά, φτάνουν από την Ζάκυνθο στον Πειραιά επιδιώκοντας να ριζώσουν στον καινούριο τόπο.
«Μα ετούτη η φυγή από τη Ζάκυνθο, καθόλου δεν έμοιαζε με δοκιμασία. Αντίθετα, έμοιαζε σαν να είναι ο γυρισμός στη γη που είχαν εγκαταλείψει. Σαν να πατούσαν γνώριμο χώμα που είχαν βαθιά στις ψυχές τους αφομοιωμένο», λέει ο συγγραφέας στην σελίδα 25 του βιβλίου του, αφήνοντας νοερά την αίσθηση πως οι τόποι διαλέγουν εμάς κι όχι εμείς εκείνους.
Η ζωή σε μια Αθήνα με χωματόδρομους κι αυλές που μύριζαν δυόσμο και γιασεμί δίνει μια ονειρική χροιά στην αφήγηση των γεγονότων. Το κάρο που μετέφερε ο μανάβης τα εμπορεύματα και τα πουλούσε στις γειτονιές ήταν το ίδιο που μετέφερε τους νεκρούς από την πείνα της κατοχής. Ο θάνατος αδιαπραγμάτευτα οικείος. Το δεφτέρι του μπακάλη αφειδώς έγραφε τα βερεσέδια. Φτωχά τα όνειρα των ανθρώπων κόστιζαν όσο ένα πιάτο φαϊ.
Η ιστορία της Ελλάδας από το 1930 μέχρι και την λήξη του εμφυλίου, διαπερνά σαν άρωμα επώδυνο τις σελίδες του βιβλίου ωστόσο ο συγγραφέας, με την ευαισθησία, την ευρηματικότητα και την ευστοχία της πένας του εστιάζει στον Άνθρωπο που αναμετριέται με τον ίδιο του τον εαυτό, σε μια αγωνιώδη προσπάθεια να διασώσει τις αλήθειες του.
Ο συγγραφέας μαγικά μας αποθέτει στην μηχανή του χρόνου και μας αφήνει να ταξιδεύουμε ακολουθώντας του ήρωες του που σθεναρά αντιστέκονται, δίνοντας καθημερινά την προσωπική τους μάχη με πίστη και γενναιότητα, σε μια ταραγμένη εποχή που οι αντίξοες συνθήκες διαβίωσης είναι ικανές να συνθλίψουν κάθε έκφραση υπερηφάνειας και αυτοσεβασμού.
Οι ήρωες είναι άνθρωποι οικείοι και απλοί, κατανοητοί στις συμπεριφορές και τις πράξεις τους. Αυθεντικοί και ανυπόταχτοι καταφέρνουν μέσα απ’ τον μόχθο του έρωτα να ερωτεύονται την ίδια τη ζωή.
Ο πόλεμος, η βία, η πείνα, η στέρηση, οι κακουχίες, δημιουργούν χαρακτήρες που καλούνται να είναι συνεπείς στην δύναμη που μυστικά κι αθόρυβα κυοφορείται στα κύτταρά τους.
Το βιβλίο «Πίστη και Περηφάνια», είναι ένα δυνατό ψυχογράφημα. Ο συγγραφέας ψυχαναλύοντας τους ήρωές του -τους δικούς του ανθρώπους- τους κατανοεί δείχνοντας σεβασμό στις ιδιαιτερότητες των χαρακτήρων τους κι επιείκεια στις πράξεις τους.
Ο Σαλιβέριος, η Μαρία-Ρόζα, ο Χαράλαμπος, η Αθηνά, ο Γιάννης, ο Λάζαρος, η Ζαχαρούλα, η Ζωή Μαρία, ο Θεμιστοκλής, κι άλλοι ήρωες διασταυρώνονται μεταξύ τους σ’ ένα γαϊτανάκι σχέσεων που αποκαλύπτει τα βαθιά ανθρώπινα ένστικτα.
Διλήμματα για τον έρωτα ξετυλίγονται στον αναγνώστη που αναγκαία ταυτίζεται κάποιες φορές με τα πρόσωπα του έργου, πορεύεται μαζί τους στην απόγνωση προσδοκώντας βαθιά μέσα του την γαλήνη της λύτρωσης.
Έντονη είναι η φιλοσοφική διάθεση σε κάποια σημεία του μυθιστορήματος, όπως και στα περισσότερα βιβλία του συγγραφέα. Μέσω αυτής της τακτικής, ο Δημήτρης Βαρβαρήγος μοιάζει ν’ απελευθερώνεται έστω για λίγο από το βάρος της αφήγησης καθώς μοιράζεται με τον αναγνώστη τις προσωπικές του πεποιθήσεις και στοχασμούς, προοικονομώντας ίσως κάποια από τα γεγονότα που πρόκειται να συμβούν. Ταυτόχρονα δημιουργεί την δική του ιδανική ατμόσφαιρα αναδεικνύοντας το δικό του προσωπικό ύφος στην λογοτεχνία.
Στην σελίδα 230 λέει: «Πόσα γεγονότα φέρνει ο χρόνος. Πόσες ανατροπές αντέχει στην ζωή του ο άνθρωπος. Πόσες κακές συμπεριφορές και ατυχίες. Αλλά και πόση ευτυχία. Πόση αγάπη κι έρωτα, χρήμα και δόξα. Η τύχη πάντα πλησιάζει τη νιότη. Θέλει να της χαριστεί, αλλά πρέπει πρώτα να την πιάσεις, να μην αφήσεις την ευκαιρία να πάει χαμένη και κατόπιν να την σεβαστείς. Γιατί η ζωή έχει κανόνες άγραφους που δεν γίνεται να τους παραβείς».
Κινηματογραφική γραφή, δυνατές σκηνές που πείθουν τον αναγνώστη πως είναι μέρος μια συνταρακτικής πράξης που διαδραματίζεται έξω από αυτόν αλλά και εντός του.
«Η ζωή δεν έχει να κάνει με το να βρεις τον εαυτό σου, αλλά με το να τον επινοήσεις», είχε πει ο Μπέρναντ Σω.
Κάπως έτσι θεωρώ πώς όλοι είμαστε μέρος μιας μυθιστορηματικής αλήθειας που η λογοτεχνία της προσδίδει τις ποιότητες που έχουμε ανάγκη για να νιώθουμε ξεχωριστοί. Αυτό που συμβαίνει στη ζωή δεν είναι τόσο σημαντικό όσο ο τρόπος να το επαναφέρουμε στην μνήμη, δημιουργώντας εικόνες, ανακαλώντας συναισθήματα.
Προσωπικά συγκλονίστηκα φτάνοντας στο τέλος και διαβάζοντας την τελευταία φράση του έργου. Μια φράση που για μένα κλείνει μέσα της όλη τη σοφία της ύπαρξης.
Δεν θα την αποκαλύψω αφήνοντάς σας ν’ απολαύσετε την μαγική διαδρομή της ανάγνωσης αυτού του εξαιρετικού βιβλίου.
Ευχαριστώ πολύ την ποιήτρια Νιόβη Ιωάννου για την κριτική της ματιά στο έργο μου. Ευχαριστώ πολύ επίσης το εξαιρετικό περιοδικό “Περί ου” για την φιλοξενία του βιβλίου μου.