You are currently viewing Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης: Μάνια Μεζίτη, στόμα, εκδ. Κουκκίδα, 2021

Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης: Μάνια Μεζίτη, στόμα, εκδ. Κουκκίδα, 2021

              Την ποίηση «την τολμάς / δεν τη δανείζεσαι»

 

Δεύτερη φορά που επανέρχομαι σε μικρό σχετικά διάστημα στα ποιήματα της Μεζίτη. Θυμάμαι την πρώτη έκπληξη συνοδευμένη από κραδασμούς και ξαναβρίσκω την ίδια έκπληξη συνοδευμένη από ισχυρότερους ακόμη κραδασμούς. Δεν ξέρω καλύτερο αξιολογικό κριτήριο απ’ αυτό. Οπότε αφήνω στην άκρη την εκπεφρασμένη αμφιθυμία μου για τον κριτικό λόγο, προκειμένου να εκφραστώ ξανά κριτικά. Βασική μου αρχή είναι να υπερασπίζομαι τη λογοτεχνία που πιστεύω.

Τρεις ενότητες της συλλογής, οργανωμένες κατά φθίνοντα αριθμό ποιημάτων, τριάντα εφτά η πρώτη (διαμοιρασμένη σε δύο τμήματα), δεκαπέντε η δεύτερη και εννιά η τρίτη. Στο Νερό οι διακειμενικές συνομιλίες, η γεωγραφία των τόπων, οι ευθείες και οι αποκλίσεις των προσώπων, το ποιητικό άχθος με τις εγγενείς του ανεπάρκειες. στο Γάλα το οικογενειακό ιστορικό με το μνημονικό βάρος των αγαπημένων προσώπων, τις αιμάσσουσες πληγές των σχέσεων, τις ατομικές ενοχές και την οδυνηρή αίσθηση της απουσίας. στο Θειάφι τα πιο βαθιά τραύματα της εγκατάλειψης, των γηρατειών, του φασισμού και της μοναξιάς.

Σκέφτομαι ότι οι ενότητες αυτές οργανώνουν μετωνυμικώ τω τρόπω τον κύκλο της ζωής, της μνήμης και του θανάτου και απεικονίζουν τη διαδικασία της ολοκλήρωσής του με ό,τι πιο σημαντικό τις χαρακτηρίζει, την παρουσία των άλλων, τον λόγο των άλλων, την απώλεια των άλλων μαζί με την ατέρμονη προσπάθεια του υποκειμένου να δηλώσει τη δική του παρουσία, να αρθρώσει τον δικό του λόγο και να διαχειριστεί τη δική του απώλεια. Ωραία, λοιπόν, μ’ όλα αυτά, αλλά το στόμα τι σχέση έχει; Ποιο είναι το στόμα που ονομάζεται στον τίτλο;

 «Ξέρω τι είναι ποίηση», λέει η Μεζίτη στη σελ. 39, «η ποίηση είναι στόμα», που μας χορταίνει, μας βαθαίνει και μας πραΰνει, προσθέτω εγώ, για να δώσει περιεχόμενο και αξία, βάθος και πλάτος στον βίο μας, με την προϋπόθεση ότι απ’ τη μια εννοούμε το στόμα όχι σαν αρχή του πεπτικού συστήματος αλλά σαν την υποδοχή που μεταβολίζει τον υλικό κόσμο σε φθόγγους, λέξεις, προτάσεις και λόγο και απ’ την άλλη εννοούμε την ποίηση όχι σαν δουλειά γραφείου αλλά σαν στάση ζωής που ανθίσταται στις ασχήμιες και την οδύνη της καθημερινότητας.

Αυτή ακριβώς η αίσθηση της ασχήμιας και της οδύνης διατρέχει όλη τη συλλογή κουβαλώντας μπόλικα φορτία υπαρξιακού, κοινωνικού και ιστορικού άγους χωρίς όμως μελοδραματισμούς, κραυγές και θρηνωδίες. Όσο βαρύ κι αν είναι το ποιητικώς ιστορούμενο, η Μεζίτη κρατά την αναγκαία συναισθηματική απόσταση και διατηρεί ελεγχόμενο το συναισθηματικό κλίμα. Τα ποιήματά της δεν απεικονίζουν τη στιγμή ή τη διαδικασία της σύλληψης ούτε αποδίδουν εν θερμώ την ποιητική ιδέα, αλλά συμπυκνώνουν με στοχαστική διάθεση τη διανοητική και αισθητική κατάληξη της διαδικασίας.

Δύο είναι τα γνωρίσματα του ποιητικού λόγου που υπηρετούν αυτή τη λειτουργία:

Αφενός υπάρχει μια ηθελημένη ασάφεια όσον αφορά το επίδικο του προβλήματος, την αιτία και το περιεχόμενό του. Η Μεζίτη δεν περιπτωσιολογεί, δεν μένει στο ήσσον, δεν ανάγει το ατομικό σε συλλογικό – η κίνησή της είναι αντίστροφη: το τραγικό, που διαποτίζει τον ποιητικό της λόγο, δηλώνεται μόνο στο γενικό περίγραμμα, ώστε να αναχθεί σε μόνιμη υπαρξιακή κατάσταση του ανθρώπου, στην οποία μπορεί ο καθένας να δώσει το περιεχόμενο που κρίνει με βάση τα συμφραζόμενα και την προσωπική του εμπειρία, συμμετέχοντας στο παιχνίδι της ανάγνωσης.

Αφετέρου η γλώσσα της Μεζίτη είναι οικονομημένη, φειδωλή στα εκφραστικά μέσα  και στη χρήση των επιθέτων. Αποφεύγει καθετί το περιττό, δεν νιώθει καμία ανάγκη να φλυαρεί και εξασφαλίζει την πύκνωση του νοήματος ακόμη και στα όρια της αποφθεγματικής διατύπωσης. Την ίδια στιγμή η επιλογή της ρηματικής διατύπωσης αντισταθμίζει την ακινησία της στοχαστικής διάθεσης, εξασφαλίζοντας την αισθητική ισορροπία πάνω απ’ τον γλωσσικό κυματισμό και βεβαιώνοντας την ανάγκη του ποιητικού υποκειμένου όχι μόνο να σκέφτεται αλλά και να δρα.

Κοντά σε όλα αυτά υπάρχει κι η παιγνιώδης διάθεση, βαθιά χωνεμένη στο σύνολο, στην οργάνωση και στους τρόπους της ποιητικής έκφρασης: ο σφιχτός στην αρχή ποιητικός λόγος, μετά χαλαρώνει, γίνεται πιο φυσικός και αυθόρμητος, το ποιητικό υποκείμενο βγαίνει όλο και πιο μπροστά, σχολιάζει, ομολογεί, πικραίνεται, γράφει ποιήματα με τίτλους, ποιήματα χωρίς τίτλους, τίτλους χωρίς ποιήματα, προβαίνει σε ποιητικούς αφορισμούς, ξανοίγεται στην έκφρασή του, γίνεται εξομολογητικό, δηκτικό, σχεδόν θρηνητικό, κάποια ποιήματα συνομιλούν μεταξύ τους, κάποια άλλα επιχειρούν λοξές διακειμενικές συνομιλίες με τον Σάρτρ, την Κρίστεβα, τον Φλομπέρ, τον Μπένγιαμιν κτλ.

Για να συνοψίσω, η ποίηση της Μεζίτη είναι για μένα μια ώριμη, βαθιά και απολαυστική ποίηση.  

 

Ο Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης είναι πεζογράφος

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.