«Και να κρατιέσαι / ενάντια στο ρεύμα»
Έχω διαβάσει και τις προηγούμενες συλλογές, τον «Υποκειμενικό Κήπο» (Οιωνός, 2006) και την «Εισαγωγή στις πονηρίες της χαράς» (Οιωνός, 2011). Είναι κάποιοι,-ες ποιητές,-τριες που σου μιλάνε περισσότερο, που σου ταιριάζουνε καλύτερα, οπότε φροντίζεις να τους/τις παρακολουθείς, να επανέρχεσαι στα προηγούμενα γραφτά τους και να αναρωτιέσαι πότε επιτέλους θα εκδώσουν το νέο έργο τους. Άδηλοι όμως οι ποιητικοί ρυθμοί, άλλοτε σταλάζουν σαν τα σπήλαια που αργά, αργά σχηματίζουνε τους σταλακτίτες κι άλλοτε είναι καταιγιστικοί σαν τα πυρά πολυβόλου όπλου. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι οι ρυθμοί αλλά το αισθητικό αποτέλεσμα του έργου που μετράει.
Έντεκα χρόνια σιγής και επώασης χρειάστηκαν για τα «Άλογα στο στήθος» (εκδόσεις ΑΩ, Απρίλιος 2022), τη νέα ποιητική συλλογή της Μαρίας Σφήκα. Εύλογη η προσδοκία, δικαιολογημένη η ανησυχία ως προς το αισθητικό αποτέλεσμα. Μια, δυο, τρεις αναγνώσεις, για να βεβαιώσω ό,τι απ’ την αρχή κατάλαβα: η γραμμή υπάρχει, όπως και το άλμα. Ή για να το πω με άλλα λόγια, η Σφήκα επανέρχεται με την ίδια θεματική, με τις ίδιες αγωνίες, με την ίδια αντίληψη για τον ρόλο της ποίησης, αλλά εμφανώς πιο σίγουρη, πιο στιβαρή, πιο εμβριθής και πιο οικονομημένη.
Εν ολίγοις, τα «Άλογα στο στήθος» είναι η πιο άρτια συλλογή της. η συλλογή που αξιοποιεί και χωνεύει ό,τι ωφέλιμο κερδήθηκε μέχρι τώρα, για να προχωρήσει σε νέες κατακτήσεις. Γνωρίσματα που στα προηγούμενα έργα εμφανίζονταν σποραδικά και ημιτελώς, βρίσκουν εδώ την ολοκληρωμένη έκφρασή τους ως συστατικά στοιχεία και οργανικά μέρη μιας αναγνωρίσιμης και διακριτής γραφής.
Οι μακρές ποιητικές συνθέσεις της Σφήκα προσομοιάζουν με θεατρικές σκηνές. Έχουν ή υπαινίσσονται τον σκηνικό χώρο, έχουν ή υπαινίσσονται τους πρωταγωνιστές, έχουν ή υπαινίσσονται τη δραματική ένταση. Είναι το ζευγάρι που κουράστηκε απ’ τη σχέση του, ο τηλεθεατής που κόλλησε στην οθόνη, η παρουσιάστρια ειδήσεων που υποφέρει απ’ τα δεινά που ανακοινώνει, οι ηθοποιοί των διαφημίσεων που ευτυχούν με τα προϊόντα που διαφημίζουν κτλ. Τα πρόσωπα στέκουν αμίλητα στη σκηνή, σαν να παγώνουν σε νεκρό χρόνο, πίσω απ’ την επιφαινόμενη χαρά τους υπάρχει μια έγνοια, μια αγωνία, ένα αδιέξοδο που σκιάζει τα μάτια και γίνεται γκριμάτσα στο πρόσωπο. Το ποίημα είναι η αρένα της αναμέτρησής τους με τις πιο ενοχλητικές αλήθειες.
Η ποιήτρια αναλαμβάνει να μιλήσει γι’ αυτούς. Εμμέσως πλέκει την ιστορία τους ή περιγράφει τη μορφή τους, εστιάζοντας κάθε φορά σε εκείνη την ξεχειλωμένη ραφή που τραβώντας την ξηλώνεται η πόζα για να στραπατσαριστεί η εικόνα και να αποκαλυφθούν τα ψέματα. Η αντίθεση ανάμεσα στο φαίνεσθαι και στο είναι, ανάμεσα στην εικόνα και στην πραγματικότητα, ανάμεσα στο ψέμα και στην αλήθεια αποτελεί την κύρια δραματική ύλη της Σφήκα, που εξωθώντας με παρωδιακή διάθεση την αντίθεση στα άκρα εικονογραφεί ποιητικά έναν κόσμο σε αδιέξοδο, σε σύγχυση και σε περιδίνιση, που όλο πάει να κρυφτεί πίσω από βολικά ψέματα και δάνειες χαρές, αλλά όλο πέφτει και γκρεμίζεται στον λάκκο με τις φαρμακερές αλήθειες.
Υπάρχει πίκρα, απογοήτευση και οδύνη πίσω απ’ όλα αυτά. Από ’να αίσθημα ματαιότητας, ήττας και απόγνωσης αρδεύει ο ποιητικός λόγος, χωρίς να ενδίδει στην ευκολία του θρήνου και χωρίς να υιοθετεί την ιδιότητα του αναχωρητή. Η Σφήκα επιμένει στην αντίληψη για τον κοινωνικό ρόλο της ποίησης, τον υπερασπίζεται, τον τελεσιουργεί και τον φιλοτεχνεί μακριά από διαφωτιστικές αυταπάτες και απ’ τη χειραγωγητική λογική του καθοδηγητή. Τα ποιήματά της είναι τα προσωπικά, πνευματικά, καλλιτεχνικά αντάρτικα που η ίδια σημαίνει μπρος στο εξελισσόμενο γκρέμισμα, κάτι σαν έκφραση πολιτικής ευθύνης ενός δημιουργού που αντιλαμβάνεται την ποίηση ως δημόσια αισθητική έκφραση – γι’ αυτό την εκφράζει και δημόσια και αισθητικά.
Και το κάνει με παιγνιώδη και ενίοτε χιουμοριστική διάθεση, μ’ έναν τρόπο που ανυπόκριτα και αθώα επισημαίνει την υπονομευτική λεπτομέρεια της στημένης πόζας αναμειγνύοντας την ειρωνεία με την παρωδία και τη σάτιρα με την καυστική κριτική, χωρίς τίποτα το ελιτίστικο και το υπεράνω, το αφ’ υψηλού και το προσβλητικό. η ειρωνεία, το χιούμορ, η σάτιρα και μ’ ένα λόγο η παρωδιακή διάθεση της Σφήκα ηχούν σαν ποιητικός κλαυσίγελος, είναι ο εκφραστικός της τρόπος για να ανακουφίσει τη συναισθηματική θερμοκρασία, να πραΰνει την ένταση και εντέλει να επισημάνει μέσα απ’ το στοιχείο του παραλόγου τον παραλογισμό που μας κυκλώνει από παντού.
Σκέφτομαι πόσους λόγους θα είχε μια ποιήτρια για να σημάνει ποιητικώς τον αναχωρητισμό της. Να κλειστεί στα ποιήματα, να καγχάζει απέναντι στην πραγματικότητα και να αφοσιωθεί στις πληγές της μνήμης. Πάμπολλοι και πάμπολλες το έχουν κάνει, πολλούς απ’ τους οποίους τους ξεχωρίζω ποιητικά κι ο ίδιος, άλλωστε ό,τι εδώ μετράει είναι, όπως προείπα, μόνο το αισθητικό αποτέλεσμα – η αξία ή η μη αξία του. Νιώθω όμως ευτυχής όταν αναγνωρίζω τούτη την αξία σε γραφές που κοντά στις προηγούμενες ποιητικές επιλογές δεν λησμονούν τον κοινωνικό χώρο, δεν σφαλίζουν τα μάτια μπροστά στα δημόσια δεινά, δεν αντιμετωπίζουν τον άνθρωπο μόνο στους ιδιωτικούς περισπασμούς του. Διαβάζοντας τα «Άλογα στο στήθος» της Μαρίας Σφήκα νιώθω γι’ αυτούς και γι’ άλλους λόγους ευτυχής.
Ο Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης είναι πεζογράφος