ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ
Και ξαφνικά,
Δεν ήθελα πια τίποτα να ρωτήσω.
Σούλι, Ματζικέρτ και Θερμοπύλες
Σκρά, Σαγγάριος, Βερντέν, Μπακού
Και Σκόδρα,
Βελισσάριος, Αλέξανδρος και Νέλσων,
Καίσαρ, Χίτλερ και Βουλγαροκτόνος,
Κοσμοκτόνοι, αυτοκτόνοι, κτόνοι, κτήνη!
Οι γνωστοί, Φραντζέσκο, Νίκος, Μπρέντα,
Πάντα αιχμάλωτοι στην άδεια Βαβυλώνα
Και στους αιώνες των αιώνων ο Τυρταίος,
Σκαρφαλωμένος σ’ ένα πλάτανο να κρώζει.
Αχ, η άμμος η καυτή που προχωρούσαμε
Δεκατέσσερις χιλιάδες εξακόσιοι
Αρμένηδες ή Εβραίοι – δεν θυμάμαι
Δεν θυμάμαι παρά μόνο πως μια νύχτα
Ακούσαμε ένα πουλί ξεστρατισμένο
Ίσως και να μην ήταν, μα σας λέω, τ’ ακούσαμε
Και μόνο τότε, μόνο τότε
Κακιώσαμε με τον Θεό
Που μας τα πήρε όλα και μας άφησε
Τα πουλιά.
«Γιατί;» είπαμε με μια θλίψη που δεν είχε θέση
Ύστερα πεθάναμε.
Ξανάρθαμε πενήντα χρόνια πριν
Τριάντα πιο μπροστά. Εξήντα.
Ποτέ δεν γυρνούσαμε το κεφάλι.
Πίσω μας γίνονταν όλα αλάτι
Και προχωρούσαμε
Μεγαλώνοντας πάντα τη θάλασσα.