Μελάνι Νύχτα
Κλείνεις το φως και όλα συνεχίζουν να υπάρχουν
Ορφανά όπως εσύ στο διπλανό δωμάτιο. Έξω
Το σπλαχνικό σκοτάδι
Μελάνι νύχτα χύνεται
Ωκεανός ενώνοντας
Νεκρούς και ζώντες, ζώα και φυτά
Και έργα μάταια θεών κι ανθρώπων
Αξεδιάλυτα
Ενώνοντας
Και τότε
Μέσα, πιο μέσα
Παφλασμός αβύσσου
Και αναδύεται ξανά ο Όνειρος
Θεότητα πολύφθαρτη.
Ολόγυρά του τυφλά φτερά σε πανικό, συνωστισμός
Οι δαίμονες να δαιμονίζονται
Να γεννηθούν πάλι και πάλι στις μορφές του
Να υπάρξουν άλλη μια φορά κι αγόρι και κορίτσι και πουλί
Θάμνος και πλάνητας ιχθύς αναδυόμενος
Κι Εμπεδοκλής και φίδι και Μαρία
Να φτιάξουνε πάλι και πάλι
Τμητό από το άτμητο
Να περιβάλει άλλη μια φορά
Χώμα το σώμα την ψυχή
Τον θάνατο επιτρέποντας
Να κόψουν με το πέτρινο μαχαίρι το νερό
Τον ρου της ιστορίας
Τα ζεύγη κόβοντας και τις τριάδες
Των εννοιών, των ιδεών και των συμβόλων τους
Την γέφυρα
Ν’ ανακατέψουνε ξανά τα γράμματα
Να διασκορπίσουν τους πεσσούς, λέξεις της διάβασης
Ούτε προσθήκη ούτε αφαίρεση
Ώς το ξημέρωμα, σιωπή
Σσσς ωψ, σιωπή
Και τότε,
Καθώς όλο απομακρύνεται για να κατανοήσει
Το άπειρο, τετραδιάστατο
Ξανά, τυχαία
Η Σύναξη, το πρώτο ποίημα
Τυχαίο
Κι ορφανό, όπως εσύ στο διπλανό δωμάτιο-