ΤΟ ΓΡΑΜΜΕΝΟ 2
Η πόρτα αγκιστρώνει άγρια τον ίσκιο μου απ’ τα πόδια
Μακραίνω, ανισορροπώ, αρπάζομαι απ’ τα’ οτιδήποτε ορατό
Πού είμαι;
Στο τζάμι καθρεφτίζεται στιγμιαία αντανάκλαση το τώρα
Απότομα
Κλείνει για πάντα το παράθυρο
Μελάνι σβήνει το άσπρο χέρι μου με τα γραμμένα
Υπήρξε βούληση ελεύθερη ποτέ;
Δεν ωφελεί
Έτσι κι αλλιώς, άλλος, αλλιώς θα διηγηθώ την ιστορία
Βγαίνω
Αφήνω διάπλατα την πόρτα ανοιχτή –
ΤΟ ΓΡΑΜΜΕΝΟ 6
Ό,τι κι αν έμαθα είναι προς θάνατον
Το πίκρανα, με αποκληρώνει
Λύπη βαθαίνει το αίτιο
Όπου υπάρχω αναίτια, όπως Θεός-
Ακούω
Πουλί με νεύμα αδιόρατο χαράζει τα χαράματα
Μια αμυχή
Στη νήπια, πανάρχαια ψυχή μου –