Η Γλώσσα είναι το όχημα της Ποίησης. Η Ποίηση είναι το άλογο της Γλώσσας.
Αυτή μόνο τη φράση είχα γράψει και αναρωτιόμουν πώς να συνεχίσω. Ήμουν έτοιμη να παρεκτραπώ σε αλογοπαίγνια ή σε αλογιωτατισμούς…
Εκείνη την ώρα, είδα πως μου είχαν στείλει ένα βιντεάκι. Ο τίτλος του ήταν: «Η δύναμη του λόγου», και, φυσικά, το άνοιξα.
Έδειχνε μια πλατεία μπροστά σε εκκλησία ή δημόσιο κτίριο. Ένας αόμματος καθόταν σε μια γωνιά. Δίπλα του βρισκόταν ένα χαρτόνι που έγραφε ΕΙΜΑΙ ΤΥΦΛΟΣ.
Είχε λιακάδα και αρκετός κόσμος έκανε βόλτα στην πλατεία, κανείς όμως δεν πρόσεχε τον τυφλό, ο οποίος, με πολύ αποθαρρυμένο ύφος, μάταια προσπαθούσε ν’ ακούσει κάποιο κέρμα να πέφτει στο ντενεκάκι που βρισκόταν στα πόδια του…
Ξαφνικά, μια κοπέλα στάθηκε μπροστά του. Ο τυφλός άπλωσε τα χέρια κι άγγιξε τα μποτίνια της. Η κοπέλα όμως, αντί να του δώσει χρήματα, έσκυψε, πήρε το χαρτόνι, έγραψε από την άλλη όψη του κάτι με μαρκαδόρο, το ξανάβαλε στη θέση του κι έφυγε.
Αμέσως, άρχισαν κέρματα να ηχούν στο ντενεκάκι. Προφανώς, αυτό που έγραφε τώρα το χαρτόνι, είχε επίδραση στους περαστικούς. Η κοπέλα ξαναπέρασε και κοντοστάθηκε μπροστά στον τυφλό, που την αναγνώρισε αγγίζοντας πάλι τα μποτίνια. « Μα, τι έγραψες;» τη ρώτησε συγκινημένος. «Το ίδιο, αλλά με άλλα λόγια…» είπε εκείνη και ο φακός εστίασε στο χαρτόνι. Έγραφε: «Είναι όμορφη η μέρα, κι εγώ δεν μπορώ να τη δω…»
Η απλή δήλωση του γεγονότος «ΕΙΜΑΙ ΤΥΦΛΟΣ» λοιπόν, ήταν ανεπίδοτη. Η δεύτερη φράση όμως, που έλεγε το ίδιο πράγμα με άλλα λόγια, είχε κατορθώσει να επιδράσει άμεσα στο θυμικό των ανθρώπων διότι έδινε διάσταση και βάθος στο γεγονός και δημιουργούσε συμπάθεια (από το συμπάσχω).
Το παρηχητικό σλόγκαν του κλιπ, Change your words / change your world, σε προσαρμογή στα καθ’ ημάς θα μπορούσε να είναι: «Πες το αλλιώς /δες το αλλιώς»…
Εντάξει, η φράση της κοπέλας δεν ήταν ακριβώς «ποίηση» – απευθυνόταν όμως κι αυτή στο συναίσθημα ή μάλλον στη συναίσθηση ή, ακόμα πιο συγκεκριμένα, στη «σπλαγχνική συνείδηση» του ανθρώπου – όπως και η ποίηση.
Ξέρουμε πως, έτσι κι αλλιώς, τη γλώσσα πρέπει οπωσδήποτε να την έχουμε και για «παράξενες» χρήσεις και ασκήσεις. Για προσευχές, γρίφους, ξόρκια και γητειές. Έτσι μόνο ανανεώνεται και συνεχίζει να ανανεώνει το νόημα στην καθημερινή μας επικοινωνία.
Να λοιπόν άλλη μια από αυτές τις «παράξενες» χρήσεις της γλώσσας: Η γλώσσα της διαφήμισης.
Ενώ η ποίηση είναι «ένα αίνιγμα από συνηθισμένα λόγια» (όπως λέει ο Τάσος Λειβαδίτης) – η διαφήμιση είναι μια γητεία από ασυνήθιστα λόγια. Η διαφήμιση (συνήθως) θέλει να σε παραπλανήσει – η ποίηση θέλει να σε αποπλανήσει…
Η γλώσσα της ποίησης και η γλώσσα της διαφήμισης έχουν όμως ένα σοβαρό κοινό στοιχείο. Κάνουν και οι δυο μια κάπως «αποκλίνουσα» χρήση του λόγου, καθώς το κύριο ζητούμενο από αυτές είναι η συμπύκνωση εικόνων και εννοιών, και η διατύπωσή τους με κάποιον, λίγο-πολύ, μη αναμενόμενο τρόπο: κι οι δυο σκοπό έχουν να φτάσουν αιφνιδιαστικά στον αποδέκτη, παρακάμπτοντας τις ορθολογιστικές διεργασίες πρόσληψης…
Εξαιρετικό παιχνίδισμα γλώσσας, υπεροχη εμβάθυνση σκεψης!!!!!!
Ευχαριστώ Αναστασία!