…Τα φριχτά σηκώνει η γη κι η ψυχή τα φριχτότερα (…) Οδυσσέας Ελύτης
ΩΣ ΑΛΗΘΩΣ
Η Ευρυδίκη Περικλέους Παπαδοπούλου έχει γράψει ένα συγκλονιστικό βιβλίο. Το «Ως Αληθώς», μια μυθιστορηματική μαρτυρία, είναι ένα έργο ζωής, αφιερωμένο σε μια ζωή Η ηρωίδα της ιστορίας (πραγματική ηρωίδα της ζωής), η Χαρίτα, είναι μια απλή γυναίκα η οποία όμως μνημειώνεται στη συνείδηση του αναγνώστη ως σύμβολο πίστης, καρτερίας και δύναμης: είναι η ίδια η Κύπρος.
Το κείμενο ξεδιπλώνεται ζωντανό και ρωμαλέο, ακολουθώντας την Χαρίτα από τα παιδικά της χρόνια, στους ευτυχισμένους καιρούς μιας, έστω κατ’ επίφαση, ειρήνης.
Η Χαρίτα, ξεκινά τη ζωή της στο σπίτι με τις ροδιές, ψηλά, αντίκρυ στο πέλαγος. Σ’ αυτή τη μικρή, ευλογημένη πατρίδα, που ευωδιάζει ζέφυρο, λεμονανθούς, μυριστικά και φρεσκοφουρνισμένο σταρένιο ψωμί. Μεγαλώνει ελεύθερα και ξένοιαστα, μαζί μ’ ένα ολόκληρο κοπάδι αδέρφια, ξαδέρφια. Με γονείς και παππούδες, συγγενείς και φίλους καρδιακούς. Στο μικρό χωριό Ελιά, όλες οι γενιές σφιχτοδεμένες στηρίζουν η μια την άλλη, ψηλώνει και φουντώνει η ζωή.
Η Χαρίτα είναι ένα χαρούμενο, έξυπνο και υπεύθυνο κορίτσι. Θέλει να σπουδάσει, αγαπά τα γράμματα, αγαπά να μαθαίνει ολοένα καινούργιες λέξεις και το νόημά τους. «Κάθε λέξη έχει το κλειδάκι της» τους έλεγε ο δάσκαλος στο σχολείο, κι εκείνη ήθελε να τις ξεκλειδώνει όλες. Όλες, εκτός από μερικές που φοβόταν – όπως, «αγνοούμενος».
Σαν να το ψυχανεμιζόταν πως αυτή η λέξη θα την στοίχειωνε…
Δεν πρόλαβε η Χαρίτα να σπουδάσει. Δεν πρόλαβε να χαρεί τα νιάτα της, τον άντρα της, τα μωρά της. Από αυτό τον μικρό παράδεισο βρέθηκε ξαφνικά στην κόλαση. Έζησε το αδιανόητο. Είδε κτηνωδίες, βασανισμούς, σφαγές. Είδε το σπίτι της κουρσεμένο. Πνιγμένο στο αίμα το χωριό – ποιοι χάθηκαν, ποιος γλίτωσε;
Η Κύπρος κομματιάζεται, η Κύπρος σπαράζει.
Τα χρόνια που ακολουθούν, η Χαρίτα, ανέστια, πρόσφυγας στον τόπο της, παλεύοντας σκληρά να μεγαλώσει τα παιδιά της, βάζει σκοπό στη ζωή της να κινήσει γη και ουρανό, να μάθει για τους «αγνούμενους». Έχει μαυροφορεθεί για πάντα, όμως δεν θέλει να τους κάνει μνημόσυνα και τρισάγια: «οι αγνοούμενοι δεν είναι πεθαμένοι» λέει. Συνάζει γύρω της και τις άλλες γυναίκες και τις εμψυχώνει αδιάκοπα. Κι αυτές κατεβαίνουν μαζί της στους δρόμους με τις φωτογραφίες των αδελφών, των γιων, των συζύγων, των πατεράδων στο στήθος τους.
Η Χαρίτα μιλάει στα ραδιόφωνα, στις τηλεοράσεις, στους ανθρώπους της εξουσίας. Πρέπει να μάθουν οι γυναίκες για τις τύχες των δικών τους. Να μάθει όλος ο κόσμος. Πρέπει να σπάσουν το φράγμα της σιωπής. Να τους βρουν, ζωντανούς ή πεθαμένους.
Στο τέλος, ο αγώνας της φτάνει στην πικρή δικαίωση: 34 ολόκληρα χρόνια μετά την τούρκικη εισβολή, η σιωπή σπάει και μαθαίνουν όλοι. Μαθαίνει κι η Χαρίτα πως ο άντρας της δεν γέρασε ποτέ, πως έμεινε για πάντα νεαρό αγόρι 25 χρονών, όπως στη φωτογραφία του, όπως στη μνήμη της…
Τα λείψανα όλων, συγγενών και χωριανών, ταυτοποιημένα με τη μέθοδο του DNA, εντοπίζονται, κοκαλάκι κοκκαλάκι, και θάβονται επιτέλους στον Τύμβο, για να βρουν ανάπαυση ζωντανοί και σκοτωμένοι.
Θα βρουν όμως;
Κανείς δεν απολογήθηκε, κανείς δεν τιμωρήθηκε. Ανοιχτοί οι λογαριασμοί εκείνου του Ιούλη. Κι εκείνο το πέλαγος, τώρα μια θάλασσα δακρύων πάνω από τα βυθισμένα στη λήθη.
Η Χαρίτα, δεν δίνει άφεση. Θα δίνει όμως για πάντα δύναμη, καρτερία και πίστη -πως θα έρθουν καλύτερες μέρες, πως δεν θα ξαναγίνουν άλλα τέτοια φριχτά, που ούτε η γη ούτε η ψυχή μπορούν πια να σηκώσουν.
Ναι, η Ευρυδίκη Περικλέους Παπαδοπούλου έχει γράψει ένα συγκλονιστικό βιβλίο: παρόλο που αφηγείται στο τρίτο πρόσωπο, καταφέρνει να ταυτιστεί απόλυτα με την Χαρίτα, δηλαδή να ταυτιστεί απόλυτα με την Κύπρο – πετυχαίνοντας το ίδιο και για τον αναγνώστη της.
Βιογραφικό σημείωμα
|