Α, η απρόσεχτη στιγμή, βγήκε το νέο φεγγάρι
Πέσανε άστρα, λέκιασε το μαύρο
Μα
Βλέπεις άραγε στον ύπνο;
Ή μόνο αναπαράγεις τις εικόνες που δεν έχουν εγγραφεί;
Βλέπεις – τι βλέπεις;
Δαγκωμένη από φίδι της γνώσης, πειραγμένη από θάνατο
Σέρνεται μια μικρή αθανασία ζωής λυπητερής , ακολουθείς
Ευθεία οδό σε τεθλασμένη διαδρομή, θυμάσαι
Κάποτε ήταν πόλη περιώνυμη εδώ
Τα κτίρια έχουν χορταριάσει μέχρι τα παράθυρα
Ζούγκλα πυκνή
Και τόπους τόπους έρημος αχαρτογράφητη
Σ’ ακολουθούνε εωσφόρες λέξεις, σμήνη πυγολαμπίδες
φέγγει ο δρόμος σου
Βλέπεις
Δε νιώθεις άσχημα στο ξένο ρούχο-
Φυσάει άραγε στον ύπνο; Τι σ’ ανατριχιάζει;
Παίρνει βαθιές ανάσες, λαχανιάζει ο νοτιάς
Σγουραίνει σύννεφα, τ’ απλώνει σε ουρανό ή θάλασσα
(Αλήθεια, πολύ συχνά εισβάλλει θάλασσα στα μισοβυθισμένα…)-
Μιλάνε άραγε στον ύπνο ή μονάχα
Προβάλλονται υπέρτιτλοι, όπως ΜΑΝΙ ΘΕΚΕΛ ΦΑΡΕΣ;
Δεν έχει ήχο – Τι ακούς;
Τι είπε η αστραπή κι απάντησε ο κεραυνός
Και μεταφράστηκαν σε γλώσσες ξεχασμένες
Και δεν ξεχάστηκαν ποτέ; –
(Πέρασαν άραγε στον ύπνο έξι ώρες
Ή μήπως πέρασε για μια απρόσεχτη στιγμή σύμπας ο χρόνος;)-