Τι ώρα είναι; Είναι ώρα –
Ανοίγει πάλι αχανές πεδίο μάχης, άλογα
Δίποδα ξεχύνονται, ποδοπατούν φυγάδα
Έντρομη λογική, αποπροσανατολισμένη
Καλπάζει άγρια
Σκίζει χίλια κομμάτια την κοιλάδα
Τα χόρτα ράβουν πάλι βιαστικά τη γη
Να, τίποτα δεν έγινε-
Μα, όχι, πάλι κάποιος ξέφυγε: ταπ ταπ
Χτυπά αρχαίο ρόπτρο; Ή κατάσαρκα το ξύλο;
Α, κι άλλος ένας επισκέπτης, ποιος;
Από αυτούς τους διψαλέους
Που άξαφνα απέκτησαν
Πρόσβαση σ’ όλες τις πηγές κι άξαφνα
Τρελαμένοι, είδαν
Πως η αλήθεια ήταν ένα μάτι
Η τύψη ένα δόντι, δεν υπήρχε αυτί:
Όλα στα μέτρα του ανθρώπου
Και πάντων μέτρον άνθρωπος-
Τον γνώριζα
Όμως, δεν έχει σημασία πια
Δεν έχει άλλη σημασία, κανείς δεν του ανοίγει
Δεν ανοίγω
Η νύχτα όλα τα απορροφά, ήχο και φόβο κι επισκέπτη
Τα καταπίνει όλα, ξερνάει ύστερα θολή την άλλη μέρα
Κακοχωνεμένη, γιατί
Το χθες ποτέ, ποτέ, το ξέρω, δεν τα λέει όλα
Τυλίγεται σαν θάλασσα γύρω σε βράχο
Και πάλι ξετυλίγεται στα δέντρα, όταν
Κλαυσίγελως τραντάζει τα κλαδιά
Ναι, είχα βρει το δάσος
Παιδί, το είχα βρει
Εκείνο το κουβάρι με την άκρη την κομμένη
Παλιά ιστορία-
Ναι, θα μπορούσα τώρα εγώ, μα δεν ανοίγω-
(συνεχίζεται)