Μεταμορφώσεις της ζωής και της γραφής
Είχε αρρωστήσει στα δεκατέσσερα, μου ’λεγε, φίλος. Πέντε μήνες έκανε στο κρεβάτι, σε ακινησία. Οι γονείς του δούλευαν, όλη μέρα ήταν στο σπίτι μόνος. Δεν είχε τι να κάνει. Και κάπως έτσι, διάβασε το πρώτο βιβλίο που ’πεσε στα χέρια του – ήταν τυχερός και του άρεσε. Μετά ήρθε το δεύτερο, ύστερα το τρίτο. Σε κείνο το πεντάμηνο μια ολόκληρη βιβλιοθήκη ξεκοκάλισε, όλη μέρα και όλη νύχτα παρέα μ’ ένα βιβλίο. Η λογοτεχνία του ’σωσε τη ζωή, μου εκμυστηρεύτηκε. Είμαι σίγουρος ότι το εννοούσε.
Υπάρχει κι αυτή η σχέση με τον γραπτό λόγο. Ναι, υπάρχει. Όταν η ανάγνωση ή η γραφή δεν είναι συνήθεια, δεν είναι ιδιοτέλεια, δεν είναι εικόνα, δεν είναι λάικ, αλλά βαθιά, εθιστική, εμπύρετη και ζωτική ανάγκη. Έχω τη βεβαιότητα ότι κάπως έτσι γράφτηκε το βιβλίο της Κουτρουμπάκη με τις «ημερολογιακές» καταγραφές της, στη διάρκεια της πρώτης καραντίνας. Ό,τι η συνθήκη της λογοτεχνικής γραφής ορίζει σαν ανάγκη μιας μεγαλύτερης ή μικρότερης απόστασης από το ιστορούμενο, έγινε με τη συνθήκη της ημερολογιακής γραφής «βαθιά, εθιστική, εμπύρετη και ζωτική ανάγκη» άμεσης έκφρασης.
Στο σύνολό τους οι εξήντα δύο «ημερολογιακές» καταγραφές, διανύουν εκ του σύνεγγυς μέρα με τη μέρα τους δύο μήνες του περσινού, ανοιξιάτικου εγκλεισμού, συνιστώντας ένα προσωπικό χρονικό, που ξεκινά απ’ την αρχή της καραντίνας και φτάνει μέχρι τη στιγμή της διαφαινόμενης άρσης της. Η Κουτρουμπάκη παίρνει το στιλό και πιάνει το πληκτρολόγιο, για να μεταδώσει δίκην ρεπόρτερ σε εμπόλεμη περιοχή τις ημερήσιες ανταποκρίσεις της απ’ το διαμέρισμά της στη Λαμπράκη, κάπου στη Θεσσαλονίκη.
Αυτό που απ’ την αρχή μέχρι το τέλος κυριαρχεί σε τούτες τις ανταποκρίσεις είναι το αίσθημα της σύγχυσης, περιπεπλεγμένο με άγχος, φόβο, αγωνία, μοναξιά, ελπίδα και απογοήτευση. Η ελεύθερη πολιορκημένη Κουτρουμπάκη αυτοθεάται μέσα στους τέσσερις τοίχους του διαμερίσματος, προσπαθώντας να εννοήσει το τι και το πώς της πρωτόγνωρης κατάστασης. Ανακαλεί οικείες αναμνήσεις, επικαλείται αγαπημένα πρόσωπα, ομολογεί υπαρξιακές αγωνίες, δηλώνει ερωτικά πάθη, φροντίζει τις γλάστρες, απονέμει τιμή στον Γλέζο, στον Κατσάνο, στον Κοροβέση, στους Τούρκους απεργούς πείνας, προβληματίζεται για την κατάσταση της δημοκρατίας και πάνω απ’ όλα προσφεύγει στην παραμυθία της γραφής, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που μου αφηγήθηκε εκείνος ο φίλος.
Γιατί εδώ δεν είναι η γραφή απλό μέσο εκτόνωσης, μια ακόμη βαλβίδα ασφαλείας, μια αισθητική έκφραση προς ανακούφιση του γράφοντος ή τέρψη του κοινού, αλλά κάτι πολύ πιο βαθύ και αληθινό. είναι η διά των λέξεων ανασύνταξη του μέσα και του έξω χάους, η δια του λόγου ανατοποθέτηση του ατόμου εντός της νέας πραγματικότητας. Όταν τα πάντα αποσαρθρώνονται, όταν οι σημασίες καταρρέουν, όταν οι σχέσεις διαλύονται, μένει μόνο η γλώσσα για την ανακατασκευή του κόσμου. Ως τέτοια λειτουργεί σαν άμυνα, σαν αποκούμπι και σαν καταφυγή, αλλά στην προκειμένη όχι σαν συνθηκολόγηση. Τα κείμενα της Κουτρουμπάκη είναι το αντάρτικο που ξεσηκώνει μπροστά στον παραλογισμό της νέας κατάστασης – πάντα με αισθητικά μέσα.
Μπορεί να είναι το πρώτο βιβλίο της, αλλά στο μεταξύ έχει διανύσει κάποια χιλιόμετρα λογοτεχνικού κριτικού λόγου. Το πέρασμα στην πρόζα είναι μια κατακτημένη και γι’ αυτό δικαιωματική εξέλιξη για τη γραφή της, που διαθέτει τον βαθμό ωριμότητας, αφαιρετικότητας και πειθαρχίας, ώστε να κουβαλά την ιδέα με οικονομία και σαφήνεια, να παράγει αισθητική αξία με χάρη, χιούμορ, οδύνη και αυτοσαρκασμό και να αποδίδει την αυθεντικότητα του βιώματος δίχως υποκρισίες και μελοδραματισμούς.
Το βιβλίο της Κουτρουμπάκη δεν κομίζει βεβαιότητες. Θέματα ανοίγει. Πληγές ξύνει. Αγωνίες δηλώνει. Και κυρίως ερωτήματα διατυπώνει. Όπως: Θα παραμείνουμε κοινωνικά όντα; Σε ποια δημοκρατία θα ξημερωθούμε την αυριανή; Θα έχουμε ελευθερίες; Ποιες μνήμες θα διασώσουμε; Πώς θα διαχειριστούμε την υπαρξιακή αγωνία; Ποιες αναφορές θα έχει η ανθρώπινη ταυτότητά μας;
Βρισκόμαστε ήδη στο τέλος του δεύτερου κύματος της πανδημίας, ήδη εκείνη η περίεργη άνοιξη του ’20 φαντάζει πλέον μακρινή εποχή. Τα σχολεία αρχίζουν να λειτουργούν. Το εμπόριο επίσης. Οι απαγορεύσεις σταδιακά υποχωρούν. Ο πληθυσμός εμβολιάζεται. Ωστόσο, οι ιδεολογικές, πολιτικές, υπαρξιακές συνέπειες της πανδημίας θα είναι για πολύ καιρό εδώ. Το ενδεχόμενο ενός αγοραφοβικού ανθρώπου, που ικανοποιεί όλες τις ανάγκες και υλοποιεί όλες τις δραστηριότητές του ψηφιακά είναι προ των πυλών. Το ενδεχόμενο μιας σιδηροδέσμιας δημοκρατίας, που με πρόσχημα τη δημόσια ασφάλεια θα συρρικνώνει μέχρι σημείου ασφυξίας τα κοινωνικά δικαιώματα, τις πολιτικές ελευθερίες και την ιδιωτική σφαίρα είναι επίσης προ των πυλών.
Το βιβλίο της Κουτρουμπάκη είναι προς αναζήτηση του εκεί εμβολίου, είναι προς διεκδίκηση της εκεί άρσης των απαγορεύσεων.
17.1, 21