ΝΟΡΑ, Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΡΙΑ
Κριτική στο κατεστημένο, μοντέρνες ιδέες, κατακραυγή του –συμβατικού- γάμου, χειραφέτηση της γυναίκας… Η κεντρική ηρωίδα του ανά χείρας έργου εντάσσεται στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα του νατουραλισμού των κοινωνικών έργων της μέσης περιόδου του Ίψεν, σε μια δραματουργική πορεία από τα ιστορικά στα συμβολιστικά και κατόπιν στα υπαρξιακά έργα με την καθαρότητα των μορφών και την ψυχογράφηση των χαρακτήρων -τα τελευταία, στοιχεία που συναντούμε λόγου χάρη στον συγκλονιστικό Μικρό ‘Εγιολφ. Με μία λέξη: Ευαγγέλιο· έτσι χαρακτήριζε λόγου χάρη τους Βρυκόλακες του Ίψεν ο Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω στην Πεμπτουσία του Ιψενισμού…
Σε πείσμα του προαναφερθέντος νατουραλισμού η Νόρα δεν είναι μονοσήμαντα επικαιρική: ασκεί κριτική στο δίκαιο της εποχής και ζητά να εδραιώσει την ανώτερη ηθική της περί συμβίωσης, πέρα από τόπο και χρόνο, την ηθική της αγάπης. Αφού το έκαμα από αγάπη, θα μας πει μονολογώντας για να δικαιολογήσει την πράξη τής πλαστογραφίας, και είναι και αρκετά αφελής για να πιστεύει πως αυτό και μόνο τα λέει όλα. Καθόλου τυχαία νομίζω, ο συγγραφέας τοποθετεί -σε μια δραματουργική αντίστιξη- δύο γυναικεία πρόσωπα κινούμενα υπό το κράτος της ανάγκης και του φόβου, την χήρα κυρία Λίντε και την μόνη μητέρα Άννα-Μαρία, για να εξάρει ακριβώς την ανωτερότητα των ηθικών κινήτρων της Νόρας, η οποία μάς προαναγγέλει επίσης εκείνη τη λακανική επιθυμία, όταν θα ρωτήσει την παραμάνα της: Ναι, μα…το ήθελες;, για το γεγονός ότι η τελευταία βρίσκεται στη δούλεψή της..
Η επιθυμία αυτή παίρνει κάποτε ακόμη και ποιητική χροιά καθώς ονειροπολεί: ίσως ξαναϊδώ τη θάλασσα, μας εξομολογείται, βρίσκοντας το νήμα που συνδέει τις ιψενικές ηρωίδες, ενώ ο νους μας πηγαίνει ασφαλώς στην Ελλίντα Βάγκελ, την Κυρά της θάλασσας… Βέβαιον είναι, ωστόσο, πως την ενδιαφέρει ιδιαίτερα να είναι ο σύζυγος και τα παιδιά της ευτυχισμένοι.
Η αυτοεικόνα της ταλαντεύεται ανάμεσα σε αυτήν της «κούκλας» που της υπαγορεύει το περιβάλλον και εκείνην τού σα να ήμουν άντρας που είχε όταν ήταν αναγκασμένη να δουλεύει. Μεταξύ των δύο η Νόρα θα επιλέξει στο τέλος τη βασιλική οδό: θα επιλέξει να είναι Γυναίκα, μη γνωρίζοντας καλά-καλά και η ίδια πώς, πέρα από το ότι βέβαια θα πρέπει να αφήσει τα πάντα πίσω της: Δεν είσαι εσύ εκείνος που μπορεί να με διαμορφώσει σε πραγματική γυναίκα, θα πει στον Χέλμερ στην τελευταία πράξη. Η Νόρα θα περάσει στον κόσμο των ενηλίκων μέσα από την οιονεί διαβατήρια τελετή της απώλειας της αθωότητας, που δεν είναι άλλη από την απώλεια της πίστης της σε θαύματα. Το παράδοξο είναι πως η πίστη της αυτή φαίνεται να περνά τώρα στον ωφελιμιστή Χέλμερ, τον εγκαταλελειμμένο σύζυγο: μπορεί η θυσία της να τον συγκίνησε μέχρις εκ διαμέτρου αλλαγής; Και αυτό το τελευταίο θα προσέθετε στον τίτλο μου ασφαλώς και αυτόν της αναμορφώτριας.
Ένα απροσδόκητο φινάλε: Η Νόρα μόλις έχει σκοτώσει και ληστέψει τον άντρα της και βγαίνει από το σπίτι: Κουλουριάζεται προσπαθώντας να συναισθανθεί τι έκανε, να μετρήσει εσωτερικά το βάρος της πράξης της, να εγκεντριστεί στον εαυτό της, να τον ξεπεράσει. Η τελευταία σκηνή του έργου σοκάρει με τη σκληρότητά της στην παράσταση της βερολινέζικης Schaubuhne του Thomas Ostermeier το 2004..I don’t love you anymore, μας λένε οι στίχοι του τραγουδιού που ακούγεται. Μπορεί να περισωθεί το ανθρώπινο; H Νόρα κοιτά μπροστά· η Νόρα είναι, γίνεται πλέον μία σκύλα, μία Εκάβη…