- Ψυχή
μου, πώς τα κατάφερες και αντέχεις, που πέρασες τα χρόνια σαν στιγμές, μα κάποιες είχαν μια διάρκεια αιώνων, με τα μεγάλα μυστικά και τις μικρές παγίδες, που χάρισαν στον ύπνο τις ξέγνοιαστες αγάπες, με όνειρα σουρεαλιστικά, που φωτογράφιζαν το μέλλον, αλλά ήρθε πιο νωρίς το παρελθόν και πήρε την εκδίκηση για τις πολιτικές τις μαύρες, που χρεώσανε στο μέλλον τα χαμένα ιδανικά και τα ληγμένα δανεικά.
- Μιζέρια
πάψε τις προκλήσεις, γιατί πολύ σε ανέχτηκα να κάνεις ταραχή και να μη θες να αποχωρήσεις, που νόμιζες θα με κρατάς σε ομηρεία μια ζωή, αλλά τα νέα περιστατικά είχαν καινούργιες γνώμες, χωρίς ανούσιες προοπτικές, που θάβουνε στον άλλο κόσμο τη χαρά, κρυμμένη στο μέσα στρίφωμα πουκάμισου καλοκαιρινού, που ανεμίζει ο θαλασσινός αγέρας, φερμένος από τις χώρες της Ανατολής.
- Παραποίηση
των ιδεών και εν μέρει της Ιστορίας, μας έστησε στον τοίχο μετά την παράδοση των όπλων, αλλά η εκτέλεση δεν έλαβε χώραν και μείναμε να ζούμε μέσα στην ενοχή, για το χαμό των συντρόφων, που γλύτωσαν τον εξευτελισμό, αλλά στο θάνατο δεν βρήκαν τη δικαίωση, που υπόσχεται η πίστη στο καθήκον· και η αυταπάρνηση, άρνηση σκέτη, χωρίς κανένα ελαφρυντικό να μαρτυρά το εύψυχο παρελθόν.
- Πολιτική
χωρίς σκοπό το μεγαλείο του λαού, με μόνη την ιδέα της προσκόλλησης σε κόμματα, που ανέκαθεν εψεύδοντο ασυστόλως, να επιζεί, κατάστρεψε τους μικρούς κήπους της ευτυχίας του θεού, που έστησε χύνοντας το αίμα της η επανάσταση, η προδομένη από την προοπτική της και την έλλειψη στοιχειώδους φροντίδας για τα βρέφη και τους ονειροπόλους, που άφησαν την εξουσία στα χέρια των ιδεα-ληστών.
- Έρωτας
άρχοντας του φωτός, μα και του σκότους ενίοτε, δε μ’ άφησε να δω πολλές φορές την έλευση των ωκεανών από δάκρυα, που σκέπασαν λυγμούς, χωρίς να λυπηθούν την εξουσία που δοξάστηκε άνευ λόγου, αφού, ότι κι αν της χαρίστηκε, το πούλησε ακριβά στα πανηγύρια, εκεί που τα όνειρα γίνονται εμπόρευμα, με κέρδος κάλπικες δραχμές, που υποτιμήθηκαν στα χειμερινά χρηματιστήρια χωρίς καμιάν ελπίδα.