You are currently viewing Στίβεν Χόκινγκ (8 Ιανουαρίου 1942 – 14 Μαρτίου 2018).

Στίβεν Χόκινγκ (8 Ιανουαρίου 1942 – 14 Μαρτίου 2018).

 

Ο Στήβεν Χόκινγκ, ο “κυρίαρχος του σύμπαντος”, ο ροκ σταρ της αστροφυσικής, ακτιβιστής στα νιάτα του, αλλά και ένας άνθρωπος που, από την πολύ δημόσια θέση του, πάλεψε για τα δικαιώματα των ΑΜΕΑ στη χώρα του, ταξίδεψε στις 14 Μαρτίου του 2018, στην αιωνιότητα, στο σύμπαν.

Ενας άνθρωπος δαιμόνιος – και εννοώ πέρα από την επιστημονική του ιδιοφυϊα. Καταπλήσσει η θέληση και το πείσμα του να ζήσει και να διαπρέψει ενάντια στη φοβερή νόσο που εμφανίστηκε πολύ νωρίς στη ζωή του.

 

ο Stephen Hawking νεογέννητο στην αγκαλιά του πατέρα του Dr Frank Hawking, ο S.H. έφηβος ψαρεύει, με τις αδελφές του Φιλίππα και Μαίρη, ο S.H. μικρός ποδηλάτης

Πείσμα, αγάπη για τη ζωή, έρωτας για την επιστήμη του, ακαταπόνητο σθένος συνόδευαν έναν ιδιοφυή νου. Ίσως να ισχύει τελικά αυτό που λένε ότι η ζωή είναι ζήτημα μυαλού… ΄Ενας άνθρωπος που κορόιδευε το χάροντα επί 54 συναπτά έτη, αφότου σε ηλικία 22 ετών, διαγνώσθηκε η ασθένειά του και οι γιατροί του έδιναν το πολύ δύο χρόνια ζωής. Όμως τίποτα, όπως φάνηκε, δεν στάθηκε ικανό να σταματήσει τον Χόκινγκ. Θα έλεγε κανείς ότι είχε βάλει στοίχημα με την ασθένεια και, ενώ δεν είχε ακόμα αναρρώσει από κάποια φρικτή κρίση που τον είχε φέρει στο χείλος του θανάτου, έφευγε ταξίδι στην άλλη άκρη της γης για κάποιο συνέδριο, κάποια ομιλία. 

 

Επιλέγω ένα απόσπασμα από τα νεανικά χρόνια του Χόκινγκ, γιατί όλοι ξέρουμε, έχουμε ακούσει και θαυμάσει τον Χ. ως κορυφαίο επιστήμονα. Εδώ όμως έχουμε την ευκαιρία να κρυφοκοιτάξουμε λιγάκι στην πραγματική του ζωή, να δούμε την ανθρώπινη πλευρά του όταν ακόμα κανείς δεν τον γνώριζε με την ιδιότητα του αστροφυσικού. Δείτε τον Σ.Χ. φέρελπι νεαρό επιστήμονα, γεμάτο ζωή και χιούμορ, υγιή ακόμα (η φοβερή ασθένεια έχει μόλις διαγνωσθεί) να φλερτάρει στο πρώτο του ραντεβού με την πρώτη του σύζυγο Τζέιν, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά.

Με πλούσιο, όπως πάντα, φωτογραφικό υλικό. Μάλιστα κάποιες φωτογραφίες είναι σπάνιες, δανεισμένες από το οικογενειακό αρχείο. 

 

Steven Hawingk enjoys a cookout with his family – Jane and their three children, Jane, Robert and Tim – in Cambridge, 1977.

 

“Ένα σαββατοκυριακάτικο πρωινό του Φεβρουαρίου συνάντησα την Νταϊάνα, που τώρα ήταν εκπαιδευόμενη νοσοκόμα στο νοσοκομείο Σεντ Τόμας, και την Ελίζαμπεθ Τσαντ, μια άλλη συμμαθήτρια από το σχολειό, που σπούδαζε δασκάλα. Συναντηθήκαμε στο αγαπημένο μας στέκι, το καφέ στο Γκρινς, το μοναδικό πολυκατάστοιμα του Σεντ Όλμπανς. Μιλήσαμε για τα μαθήματά μας κι έπειτα αρχίσαμε να κουβεντιάζουμε για φίλους και γνωστούς. Ξάφνου η Νταϊάνα ρώτησε, «Μάθατε για τον Στίβεν;» «Ναι», απάντησε η Ελίζαμπεθ, «είναι τρομερό». Κατάλαβα ότι μιλούσαν για τον Στίβεν Χόκινγκ. «Τι εννοείτε;» ρώτησα. «Εγώ δεν ξέρω τίποτα». «Έμαθα ότι εδώ και δυο εβδομάδες είναι στο νοσοκομείο. Στο Μπαρτ, νομίζω, γιατί εκεί έκανε ειδικότητα ο πατέρας του, κι εκεί την κάνει και η Μέρι», εξήγησε η Νταϊάνα. «Σκόνταφτε συνέχεια γιατί δεν μπορούσε να δέσει τα κορδόνια του». Έμεινε για λίγο σιωπηλή. «Του έκαναν ένα σωρό εξετάσεις και βρήκαν ότι πάσχει από κάποια φρικτή, ανίατη ασθένεια που τον παραλύει. Είναι κάτι σαν σκλήρυνση κατά πλάκας, αλλά δεν είναι ακριβώς σκλήρυνση κατά πλάκας, και απ’ ότι κατάλαβα δεν πρέπει να έχει πάνω από δύο χρόνια ζωής».

 

A young Stephen Hawking about to lose his handkerchief while with the Oxford Boat Club – (c.1960)

 

Έμεινα άφωνη. Τον Στίβεν μόλις που τον γνώριζα και, παρά τις ιδιορρυθμίες του, τον συμπαθούσα. Και οι δυο νιώθαμε άβολα μπροστά στον κόσμο, ωστόσο πιστεύαμε στον εαυτό μας. Δεν το χωρούσε το μυαλό μου ότι κάποιος μόλις δύο χρόνια μεγαλύτερος από μένα βρισκόταν αντιμέτωπος με τον θάνατο. Η θνητότητά μας ήταν μια έννοια που δεν έπαιζε ρόλο στην ύπαρξή μας. Ήμασταν τόσο νέοι ακόμα που νιώθαμε αθάνατοι. «Πώς είναι;» ρώτησα ταραγμένη. «Ο Μπέιζιλ πήγε να τον δει», συνέχισε η Νταϊάνα, «και είπε ότι είναι πολύ απογοητευμένος. Οι εξετάσεις δεν είναι καθόλου καλές κι ένα αγόρι από το Σεντ Όλμπανς που ήταν στο απέναντι κρεβάτι, πέθανε προχθές». Η φίλη μου αναστέναξε. «Λόγω των σοσιαλιστικών πεποιθήσεών του, ο Στίβεν επέμενε να πάει σε θάλαμο, αντί σε μονόκλινο όπως ήθελαν οι γονείς του». «Ξέρουν πού οφείλεται η ασθένεια;» ρώτησα, «Όχι», απάντησε η Νταϊάνα. «Υποψιάζονται ότι οφείλεται σε ένα μη αποστειρωμένο εμβόλιο που έκανε όταν είχαν πάει στην Περσία πριν δύο χρόνια, που μόλυνε με κάποιον ιό τη σπονδυλική του στήλη. Δεν ξέρουν όμως με σιγουριά, εικασίες κάνουν».

 

 

 

Γύρισα σπίτι σιωπηλή, η σκέψη μου ήταν στον Στίβεν. Η μητέρα μου το παρατήρησε, δεν είχε γνωρίσει τον Στίβεν, γνώριζε όμως την ύπαρξή του και επίσης γνώριζε ότι τον συμπαθούσα. Είχα φροντίσει να την προειδοποιήσω ότι ήταν ιδιόρρυθμος, για την περίπτωση που τον συναντούσε απροσδόκητα. Με τη συνετή σιγουριά της βαθιά ριζωμένης πίστης, που την είχε στηρίξει τόσο κατά τη διάρκεια του πολέμου όσο και την περίοδο της ανίατης ασθένειας του λατρεμένου της πατέρα, αλλά και στις κρίσεις κατάθλιψης του δικού μου πατέρα, μου είπε σιγανά, «Προσευχήσου γι’ αυτόν. Μπορεί να βοηθήσει».

 

 

Oxford Boat Club (c. 1960)

 

Έτσι, αιφνιδιάστηκα όταν μια εβδομάδα αργότερα, καθώς περίμενα το τραίνο των εννιά, είδα τον Στίβεν να προχωράει αργά στην αποβάθρα κουβαλώντας μια καφέ βαλίτσα από καναβάτσο. Φαινόταν κεφάτος και χάρηκε πολύ που με είδε. Η εμφάνισή του ήταν λιγότερο εκκεντρική, θα έλεγα ότι ήταν πιο γοητευτικός από άλλες φορές. Τα χαρακτηριστικά της παλιάς εικόνας που σίγουρα είχε καλλιεργήσει στην Οξφόρδη – παπιγιόν, μαύρο βελούδινο σακάκι, ακόμα και τα μακριά μαλλιά – είχαν δώσει τη θέση τους σε κόκκινη γραβάτα, μπεζ αδιάβροχο και κοντύτερα, πιο φροντισμένα μαλλιά. Οι δύο προηγούμενες συναντήσεις μας είχαν γίνει βράδυ, στο ημίφως. Τώρα το φως της ημέρας αποκάλυπτε το πλατύ του χαμόγελο και τα καθάρια γαλάζια μάτια που σε κέρδιζαν. Πίσω από τα χοντρά, κουκουβαγίστικα γυαλιά, κάτι στα χαρακτηριστικά του με σαγήνευε, θυμίζοντάς μου, ασυνείδητα μάλλον, τον ήρωά μου από το Νόρφολκ, τον λόρδο Νέλσον. Καθίσαμε μαζί στο τραίνο για το Λονδίνο και κουβεντιάζαμε χαρούμενα, χωρίς να αναφερθούμε σχεδόν καθόλου στο θέμα της ασθένειάς του. Εγώ απλώς είπα πόσο λυπήθηκα όταν έμαθα ότι ήταν στο νοσοκομείο, κι εκείνος σούφρωσε τη μύτη του χωρίς να πει τίποτα. Συμπεριφερόταν σαν να ήθελε να πείσει ότι όλα ήταν μια χαρά, και το θεώρησα σκληρό να επιμείνω περισσότερο. Επέστρεφε στο Κέιμπριτζ, μου είπε, και καθώς πλησιάζαμε στο Σεντ Πάνκρας με πληροφόρησε ότι τα Σαββατοκύριακα γυρνούσε σπίτι του. «Θα ήθελες να πάμε θέατρο μαζί;» Φυσικά απάντησα θετικά.

 

 

 

Συναντηθήκαμε Παρασκευή απόγευμα σε ένα ιταλικό εστιατόριο στο Σόχο, κάτι που από μόνο του θα ήταν μια πολυτελής έξοδος. Αλλά, σαν να μην έφτανε αυτό, ο Στίβεν είχε εισιτήρια για το θέατρο και έπρεπε να τελειώσουμε γρήγορα αυτό το απρόσμενα ακριβό γεύμα για να κατευθυνθούμε νότια, προς το ποτάμι, και να προφτάσουμε την παράσταση του Βολπόνε στο Ολντ Βικ. Φθάσαμε λίγο πριν αρχίσει το έργο και μόλις που προφτάσαμε να ρίξουμε τα παλτά στις θέσεις μας και να καθίσουμε πάνω τους. Οι γονείς μου ήταν θεατρόφιλοι, οπότε είχα δει το άλλο έργο του Τζόνσον, τον Αλχημιστή, και πολύ μου είχε αρέσει. Το Βολπόνε μου άρεσε εξίσου. Δεν άργησαν να με συναρπάσουν οι μηχανορραφίες της γριάς αλεπούς που ήθελε να δοκιμάσει την ειλικρίνεια των κληρονόμων του, αλλά τα σχέδιά του στράβωσαν.

 

 

Stephen Hawking (front row, second from left) during his student days at Oxford University

 

Έπειτα σταθήκαμε στη στάση του λεωφορείου συζητώντας για την παράσταση με ενθουσιασμό. Σε μια στιγμή ένας ζητιάνος μας πλησίασε και ζήτησε ευγενικά μια βοήθεια από τον Στίβεν. Εκείνος έχωσε το χέρι στην τσέπη και είπε αμήχανα, «Λυπάμαι, δεν έχω άλλα λεφτά!» Ο ζητιάνος χαμογέλασε πλατιά και κοίταξε εμένα. «Δεν πειράζει, αφεντικό», είπε και κοιτώντας με έκλεισε το μάτι. «Καταλαβαίνω». Εκείνη τη στιγμή ήρθε το λεωφορείο και ανεβήκαμε. Μόλις καθίσαμε ο Στίβεν στράφηκε απολογητικά προς το μέρος μου. «Λυπάμαι πολύ», είπε, «αλλά δεν έχω χρήματα για τα εισιτήρια. Μήπως έχεις εσύ;» Συνειδητοποιώντας γεμάτη ενοχές πόσα πρέπει να είχε ξοδέψει εκείνο το βράδυ, προσφέρθηκα ευχαρίστως να βγάλω εγώ τα εισιτήρια. Ο εισπράκτορας πλησίασε και στάθηκε από πάνω μας, καθώς εγώ έψαχνα το πορτοφόλι μου στα βάθη της τσάντας μου. Τώρα ήταν η σειρά μου να νιώσω αμήχανα, καθώς διαπίστωσα ότι το πορτοφόλι μου δεν ήταν εκεί. Κατεβήκαμε στο επόμενο κιόλας φανάρι και γυρίσαμε τρέχοντας σχεδόν όλο τον δρόμο ως το Ολντ Βικ. Η κυρίως είσοδος του θεάτρου ήταν κλειστή, αλλά ο Στίβεν έσπρωξε την πλαϊνή πόρτα που οδηγούσε στα παρασκήνια. Ήταν ανοιχτή και ο διάδρομος μέσα φωτισμένος. Μπήκαμε διστακτικά. Δεν υπήρχε ψυχή. Στο τέρμα του διαδρόμου βρεθήκαμε στην έρημη αλλά ακόμα φωτισμένη σκηνή. Έκπληκτοι τη διασχίσαμε ακροπατώντας και κατεβήκαμε στα σκαλιά που οδηγούσαν στη σκοτεινή αίθουσα. Αμέσως σχεδόν, προς μεγάλη μας ανακούφιση, βρήκαμε το πράσινο δερμάτινο πορτοφόλι κάτω από τη θέση που είχαμε καθίσει. Πάνω που κατευθυνόμασταν πάλι στη σκηνή, τα φώτα έσβησαν και μείναμε μες στο μαύρο σκοτάδι. «Πιάσε το χέρι μου!» με πρόσταξε ο Στίβεν. Του έσφιξα το χέρι με κομμένη την ανάσα καθώς εκείνος με οδηγούσε πίσω στα σκαλιά, στη σκηνή και τελικά στον διάδρομο. Ευτυχώς η πόρτα των παρασκηνίων ήταν ακόμα ανοιχτή. Βγήκαμε με φόρα έξω στον δρόμο και ξεσπάσαμε σε τρανταχτά γέλια. Είχαμε ανέβει στη σκηνή του Ολντ Βικ.

 

(Απόσπασμα από την βιογραφία του Στίβεν Χόκινγκ, Ταξιδεύοντας στην αιωνιότητα. Η ζωή μου με τον Στίβεν, από την Jane Hawking, πρώτη σύζυγο του επιστήμονα. Μτρφ, Έφη Φρυδά. εκδόσεις Gema. 2016)

Έφη Φρυδά

Η Έφη Φρυδά γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, σε ένα ωραίο (ακόμα) κομμάτι του ιστορικού κέντρου. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και Οικονομικά. Ασχολείται με τη λογοτεχνική μετάφραση σε όλη σχεδόν την ενήλικη ζωή της. Έχει μεταφράσει, μεταξύ άλλων, συγγραφείς όπως Ντύλαν Τόμας, Ντ. Χ. Λώρενς, Τ. Χάρντυ, Ε.Μ. Φόστερ, Ι. Ουόρτον, Κ. Μπλίξεν, Τζ. Μπόλντουιν, ΝτεΛίλλο, Τζ. Κ. Όουτς, Μπουκόφσκι, Ρούσντι, Γκόλντινγκ, Ντ. Τζόνσον, Χ. Σέλμπι, Σ. Μπέλοου, Π. Χάισμιθ, Όσιαν Ουόνγκ. Ήταν υποψήφια για το Βραβείο καλύτερης μετάφρασης του Ευρωπαϊκού Κέντρου Λογοτεχνίας και επιστημών του Ανθρώπου (ΕΚΕΜΕΛ) και για το βραβείο καλύτερης λογοτεχνικής μετάφρασης του Athens Prize Festival. Έχει επίσης μεταφράσει δοκίμια ψυχανάλυσης και ψυχολογίας, έχει συνεργαστεί με το Μουσείο Μπενάκη και έχει συγγράψει και επιμεληθεί κείμενα καταλόγων για εκθέσεις. Αγαπά με πάθος τις εικαστικές τέχνες και ασχολείται με την έρευνα και συγγραφή σχετικών άρθρων. Συνεργάστηκε με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, ασχολήθηκε με το Θέατρο στην Εκπαίδευση και εργάστηκε ως μεταφράστρια για κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γράφει ποίηση.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.