ΜΙΑ ΛΟΥΚΙΑ ΣΤΟ ΨΥΧΙΑΤΡΕΙΟ
Διαμένω εδώ και χρόνια δίπλα στο Ψυχιατρείο.Ένα μοροφίντο* με χωρίζει από το ίδρυμα.
Γνωρίζω όλους τους τρόφιμούς του και έχω κερδίσει την εκτίμηση και τον σεβασμό τους. Μου λένε την (πονεμένη) ιστορία τους.
Τους δίνω συμβουλές και παρηγοριά αφιλοκερδώς με έναν και μόνο όρο:
να μην υπερβαίνει η αφήγηση τα εφτά λεπτά.
Εξαίρεση έχω κάνει μόνο για τον Αντώνη, ο οποίος έλαβε παράταση λόγω του συγκλονιστικού τρόπου της αφήγησής του.
Ουσιαστικά εξεχάστηκα και δεν τον διέκοψα με την παροιμιώδη μου ευγένεια.
Ο Αντώνης ήταν (και είναι) ένας από τους καλύτερους ξυλοτορναδόρους που έχω γνωρίσει στην πολυτάραχη ζωή μου.
Ζούσε στην Αθήνα όπου και αρραβωνιάστηκε με μια κοπέλα από το Μπουρνάζι.
Η κοπέλα τον πρόδωσε και του ‘φυγε πριν γίνει ο γάμος.
Ο Αντώνης το πήρε πολύ βαριά για Κερκυραίος και κρεμάστηκε.
Τόνε πήγανε στον Ευαγγελισμό και έμεινε για μήνες σε κώμα.
Ο Αντώνης ήταν και πιο πριν σε κόμμα.
Είχε θητεύσει στο ΚΚΕ (μ.λ.) για μερικά χρόνια.
Όταν συνήλθε είχε πάρει μια «σπονδή»** και χρειάστηκε περαιτέρω ψυχιατρική υποστήριξη. Τα κατάφερε και επανήλθε πλήρως στην φυσιολογική ζωή.
Έρχεται και στις διαδηλώσεις στην ώρα του, μαθημένος από την πειθαρχία του κόμματος και φωνάζει συνθήματα κατά του ιμπεριαλισμού.
Καθώς τον βλέπω σκέφτομαι ότι όταν φωνάζει: «Ένας είναι ο εχθρός ο ιμπεριαλισμός» μάλλον εννοεί την μάνα της πρώην του, που την κατηγορεί ότι αυτή έβαλε λόγια και τους χώρισε.
Άτυχος ο Αντώνης και αξιαγάπητος.
Πολλοί νομίζουν ότι η Κέρκυρα έχει αυτό το φημισμένο ψυχιατρείο εξαιτίας του ότι εδώ υπάρχουν πολλοί τρελοί.
Λάθος.
Οι περισσότεροι τρόφιμοι του ιδρύματος είναι από απέναντι. Εκεί θερίζει η μανιοκατάθλιψη και η σχιζοφρένεια και δεν υπάρχουν (το κυριότερο) βαλβίδες αποσυμπίεσης.
Εδώ όποιος του χαλάσει η βρύση βγαίνει στην πιάτσα και το μαθαίνει όλη η Κέρκυρα. Ο Ηπειρώτης και να πεθάνει η μάνα του το κρατάει μέσα του και τον τσακίζει.
Θυμάμαι τη Μαρία, που έγραφε κασέτες με πονεμένα τραγούδια σε ερωτευμένους και προδομένους ηπειρώτες. Δεν είχε ούτε έναν πελάτη Κερκυραίο.
Οι Κερκυραίοι γυρνάνε γύρω από το ψυχιατρείο αλλά μέσα δεν μπαίνουν.
Τελευταία η επιστήμη έχει κάνει στον τομέα της ψυχιατρικής τεράστια βήματα, που έχουν προκαλέσει μεγάλη κοινωνική αναστάτωση.
Ο πανέμορφος χώρος του ψυχιατρείου έχει μετατραπεί σε πάρκο αναψυχής και μια όαση ηρεμίας στο κέντρο της πόλης.
Κάθεσαι κάτω από τα δένδρα στο «καφέ Λουνάτικο» και η Γεωργία σε ρωτάει ήρεμα και ευγενικά:
«Καλημέρα κύριε Σταμάτη, τι θα πάρετε;»
«Γεια σου Γεωργία, Ένα εσπρέσο παρακαλώ».
«Ντεκαφεϊνέ όπως πάντα;»
«Ακριβώς! Πως πάει το δόντι σου; Πέτυχε η απονεύρωση;»
«Πολύ καλά κύριε Σταμάτη , ευχαριστώ πολύ».
Όλοι έχουν μια απασχόληση και βγάζουν και το κατιτίς τους.
Άλλος στα χωράφια και στο θερμοκήπιο, η άλλη μανάβισσα στην είσοδο πουλάει φρέσκα λαχανικά χωρίς φάρμακα, ο Ηλίας ταμίας στο πάρκινγκ.
Μια όαση φυσιολογικών και ευγενικών ανθρώπων μέσα σε μια πόλη που κρατιέται με νύχια και με δόντια για να μην εκραγεί.
Πολιορκημένοι από ασκόπως περιφερόμενους ψυχασθενείς, που κρατιούνται για να μην αρπαχτούν στη μέση του δρόμου για το τίποτα.
Πολιορκημένοι από διαφωνούντες, που δεν σου λένε σε τι διαφωνούν.
Πολιορκημένοι από οργισμένους, που δεν ξέρουν με ποιον είναι οργισμένοι.
Πολιορκημένοι από μειλίχιους και εν δυνάμει βιαστές, που σου χαμογελούν και ανατριχιάζεις.
Η Λουκία γέννησε μέσα στο ψυχιατρείο.
Εδώ αισθάνεται ασφαλής να μεγαλώσει τα παιδιά της.
Η Λουκία βγαίνει κάθε μέρα για τα προς το ζην. Δεν ζητιανεύει.
Βρίσκει ό, τι θέλει στον δημοφιλή σκουπιδοτενεκέ της γωνίας των οδών Νίκου Μώρου και Αθανασίου Πολίτη.
Σκαρφαλώνει τον μαντρότοιχο με το φαΐ στο στόμα.
Πολλές φορές. Κάθε μέρα. Η ίδια διαδρομή.
Όταν βγαίνει στο δρόμο για το φαΐ των παιδιών της, το βλέμμα της είναι αλαφιασμένο.
Φοβάται μην την πατήσει κανένα αυτοκίνητο και «τι θα απογίνουν τέσσερα κεφάλια γατιά».
Όταν επιστρέφει, το βλέμμα της γαληνεύει.
Κοιμάται σε μια αποθήκη με φακέλους ψυχασθενών.
Τα βράδια, μόλις αποκοιμηθούν τα γατιά της, διαβάζει ιστορίες -γεμάτες πόνο και δάκρυα- ανθρώπων που δεν άντεξαν την λογική των λογικών.
Αμέτρητες ιστορίες ποστιασμένες*** σε τεράστιες στοίβες.
Ξέρει πολλά η Λουκία.
Γλωσσάρι
Μοροφίντο: τοίχος ελαφράς κατασκευής (μπαγλαντί).
Σπονδή (από το βενετσιάνικο Spontin) : η ελαφρή ξινίλα του κρασιού όταν αρχίζει να χαλάει. Εδώ έχει την έννοια της αρχόμενης πνευματικής διαταραχής.
Ποστιασμένα: στιβαγμένα τακτικά.
Λίγα λόγια περί εμού του ιδίου
Ονομάζομαι Σταμάτης Κυριάκης και εδώ και χρόνια γράφω μικρές φανταστικές ιστορίες .
Συνολικά έχω γράψει σχεδόν πεντακόσιες.
Γράφω λόγω του ότι πάσχω από νευροφυτικές διαταραχές και αυτή μου η ενασχόληση με βοήθησε να αντιμετωπίσω αυτά τα προβλήματα με τον πλέον οικονομικό τρόπο.
Εργαζόμουν επί σαράντα δύο έτη ως μεταλλεργάτης – ηλεκτροσυγκολλητής .
Ζω στην Κέρκυρα από την οποία και κατάγομαι και οι περισσότερες από τις μικροιστορίες μου σχετίζονται με το νησί.
Eξαιρετικό!