You are currently viewing Σταντάλ:: Το Κόκκινο και το Μαύρο (απόσπασμα), «Είσοδος στον κόσμο”. Μτφρ: Μαρία Τσάτσου

Σταντάλ:: Το Κόκκινο και το Μαύρο (απόσπασμα), «Είσοδος στον κόσμο”. Μτφρ: Μαρία Τσάτσου

        Ο μαρκήσιος ανεβαίνοντας δυο-δυο τα σκαλοπάτια μιας μικρής απόμερης σκάλας, πήγε ο ίδιος να εγκαταστήσει τον ήρωά μας σε μια συμπαθητική σοφίτα που έβλεπε στον απέραντο κήπο του μεγάρου. Τον ρώτησε πόσα πουκάμισα είχε πάρει από την πουκαμισού.

-Δύο απάντησε ο Ζουλιέν συνεσταλμένα, βλέποντας έναν τόσο μεγάλο άρχοντα να καταγίνεται με τέτοιες λεπτομέρειες.

-Πολύ καλά, είπε ο μαρκήσιος με σοβαρό ύφος και μ’ έναν τόνο κάπως προστακτικό και κοφτό που έβαλε σε σκέψεις τον Ζουλιέν‧ πολύ καλά! να πάρετε ακόμη είκοσι δύο πουκάμισα. Από το πρώτο τέταρτο της μισθοδοσίας σας.

        Κατεβαίνοντας από την σοφίτα, ο μαρκήσιος κάλεσε έναν άνδρα ηλικιωμένο: Αρσέν, του είπε, θα εξυπηρετείτε τον Κο Σορέλ. Λίγα λεπτά αργότερα ο Ζουλιέν βρέθηκε μόνος μέσα σε μια εξαίσια βιβλιοθήκη, στιγμή γεμάτη γοητεία. Για να μην τον δει κανείς μέσα στην συγκίνηση του, πήγε να κρυφτεί σ’ ένα μικρό απόμερο σημείο, από όπου θαύμαζε με ευλάβεια την λαμπρή ράχη των βιβλίων: Θα μπορέσω κάποτε να τα διαβάσω ολ’ αυτά, έλεγε μέσα του. Και πως θα μπορούσα να μην είμαι ευχαριστημένος εδώ; Ο Κος ντε Ρεναλ θα έπρεπε να θεωρεί τον εαυτό του ατιμασμένο για πάντα και από το ένα εκατοστό ακόμη από τα όσα έχει κάνει ως τώρα ο μαρκήσιος ντε Λα Μολ για μένα.

        Αλλά ας δούμε τις κόπιες που έχουμε να κάνουμε. Αφού αυτό το έργο τελείωσε, ο Ζουλιέν τόλμησε να πλησιάσει τα βιβλία  και παρ’ ολίγο να χάσει το μυαλό του όταν βρήκε μια έκδοση του Βολταίρου. Έτρεξε ν’ ανοίξει διάπλατα την πόρτα της βιβλιοθήκης για να μην δώσει λαβή για σχόλια σε κανέναν. Κατόπιν έδωσε στον εαυτό του τη χαρά ν’ ανοίξει έναν-έναν τους ογδόντα τόμους. Ήτανε δεμένοι θαυμάσια, το αριστούργημα του καλύτερου τεχνίτη του Λονδίνου[1]. Δεν ήταν απαραίτητο κάτι τόσο μεγάλο για να φθάσει στο ύψιστο σημείο του ο θαυμασμός του Ζουλιέν.

        Μια ώρα αργότερα, ο μαρκήσιος μπήκε μέσα, κοίταξε τις κόπιες, και παρατήρησε με έκπληξη ότι ο Ζουλιέν έγραφε την λέξη cela με δύο ΙΙ, cella. Όλα αυτά που μου είπε ο αββάς για τις γνώσεις του είναι ίσως ένα παραμύθι! Ο μαρκήσιος πολύ αποθαρρυμένος του είπε με πολύ ήρεμο τόνο.

-Δεν είστε σίγουρος για την ορθογραφία σας;

-Είναι αλήθεια, είπε ο Ζουλιέν, χωρίς να σκεφθεί καθόλου το άδικο που έκανε στον εαυτό του‧ ένιωθε μια αδυναμία μέσα του από τις καλοσύνες του μαρκησίου που του έφερνε στο μυαλό τον υπεροπτικό τόνο του Κου ντε Ρενάλ.

        Είναι χαμένος καιρός όλη αυτή η περιπέτεια με τον μικρό αββά  από το Φρανς-Κοντέ[2], σκέφθηκε ο μαρκήσιος. Αλλά είχα τόση ανάγκη από έναν άνθρωπο σίγουρο!

Cela, γράφεται μόνον μ’ ένα l, του είπε ο μαρκήσιος. Όταν τελειώσετε τις κόπιες σας, κοιτάξτε στο λεξικό τις λέξεις που δεν είστε σίγουρος για την ορθογραφία τους.

        Στις έξι η ώρα ο μαρκήσιος τον ζήτησε. Κοίταξε με ολοφάνερη στενοχώρια τις μπότες του Ζουλιέν:

– Έχω ένα άδικο να καταλογίσω στον εαυτό μου, δεν σας είπα ότι κάθε μέρα στις πέντε και μισή πρέπει να ντύνεστε.

        Ο Ζουλιέν κοίταζε χωρίς να καταλαβαίνει. -Θέλω να πω να φοράτε κάλτσες[3]. Ο Αρσέν θα σας το θυμίζει, σήμερα θα ζητήσω συγγνώμη εκ μέρους σας.

        Τελειώνοντας αυτές τις λέξεις, ο μαρκήσιος ντε Λα Μολ οδηγούσε τον Ζουλιέν σ’ ένα σαλόνι εκτυφλωτικό από τις χρυσές διακοσμήσεις. Σε παρόμοιες περιστάσεις, ο Κος ντε Ρενάλ δεν παρέλειπε ποτέ να περπατάει με γρήγορο βήμα για να έχει το αβαντάζ να περνάει πρώτος από την πόρτα. Η μικρή ματαιοδοξία του προηγούμενου εργοδότη του, έκανε τον Ζουλιέν να πατήσει τα πόδια του μαρκησίου, και τον πόνεσε πολύ εξ αιτίας της ποδάγρας του.

– Α! είναι και αδέξιος επιπλέον, είπε μέσα του. Τον παρουσίασε σε μια γυναίκα ψηλή, με ύφος επιβλητικό. Ήταν η μαρκησία. Ο Ζουλιέν βρήκε το ύφος της λίγο σαν της μαντάμ ντε Μοζιρόν, της συζύγου του βοηθού νομάρχη της περιφέρειας της Βεριέρ[4], όταν παρευρισκόταν στο δείπνο της Σαιν-Σαρλ[5]. Κάπως αναστατωμένος από την υπέρμετρη μεγαλοπρέπεια του σαλονιού, ο Ζουλιέν δεν άκουσε αυτά που έλεγε ο Κος ντε Λα Μολ. Η μαρκησία μόλις καταδέχτηκε να τον κοιτάξει. Υπήρχανε μερικοί άνδρες μεταξύ των οποίων ο Ζουλιέν αναγνώρισε με άφατη ευχαρίστηση τον νεαρό επίσκοπο της Αγκντ[6], που είχε κάταδεχθεί να του μιλήσει μερικούς μήνες πριν στην τελετή του Μπρε-λε-ω[7]. Αυτός ο νεαρός κληρικός ένιωσε φόβο χωρίς αμφιβολία από το γεμάτο προσμονή βλέμμα που προσήλωνε επάνω του η ντροπαλοσύνη του Ζουλιέν και δεν μπήκε καθόλου στον κόπο να δώσει σημεία αναγνώρισης σ’ αυτόν τον επαρχιώτη.

        Οι άνδρες που ήτανε μαζεμένοι σ’ αυτό το σαλόνι δώσανε την εντύπωση στον Ζουλιέν ότι είχανε κάτι το θλιβερό και βεβιασμένο; μιλάνε χαμηλοφώνως στο Παρίσι και δεν υπερβάλλουν για τα μικρά πράγματα.

        Ένας συμπαθητικός νεαρός άνδρας με μουστάκι, πολύ χλωμός και πολύ λεπτός, μπήκε μέσα γύρω στις έξι και μισή: το κεφάλι του θύμιζε μικρό αγόρι.

-Θέλετε να σας περιμένουμε πάντα, είπε η μαρκησία, της οποίας φίλησε το χέρι.

        Ο Ζουλιέν κατάλαβε ότι ήτανε ο κόμητας ντε Λα Μολ. Τον βρήκε γοητευτικό εξ αρχής. Είναι δυνατόν, είπε μέσα του, να είναι αυτός, ο άνδρας που τα προσβλητικά του αστεία θα μπορούσαν να με διώξουν από αυτό το σπίτι!

        Καθώς κοίταζε ερευνητικά πολλή ώρα τον κόμητα Νορμπέρ, ο Ζουλιέν παρατήρησε ότι φορούσε μπότες με σπιρούνια. Κι εγώ πρέπει να φοράω παπούτσια, κατά τα φαινόμενα σαν υποδεέστερος. Καθίσανε στο τραπέζι. Ο Ζουλιέν άκουσε την μαρκησία να προφέρει μερικά αυστηρά λόγια, υψώνοντας λίγο τη φωνή της. Σχεδόν ταυτόχρονα παρατήρησε μια νεαρή κοπέλα πολύ ξανθιά και πολύ καλοφτιαγμένη, που ήρθε να καθίσει απέναντί του. Δεν του άρεσε καθόλου, όμως κοιτάζοντάς την προσεκτικά σκέφθηκε ότι δεν είχε δει ποτέ τόσο ωραία μάτια. Ανήγγελλαν όμως μια μεγάλη ψυχρότητα ψυχής. Στη συνέχεια ο Ζουλιέν βρήκε ότι είχανε την έκφραση της πλήξης που εξετάζει, αλλά και θυμάται την υποχρέωση που έχει να επιβάλλεται. Η Μαντάμ ντε Ρενάλ παρ’ όλα αυτά είχε πολύ ωραία μάτια, έλεγε μέσα του, όλος ο κόσμος της έκανε κομπλιμέντα γι’ αυτά: αλλά δεν είχανε τίποτα το  κοινό μ’ αυτά εδώ. Ο Ζουλιέν δεν γνώριζε αρκετά από κοσμικά φερσίματα για να διακρίνει ότι η αιτία που  λάμπανε από καιρού εις καιρόν τα μάτια της δεσποινίδος Ματίλντ, όπως είχε ακούσει να την ονομάζουν, ήταν η έξαψη των χαριεντισμών. Όταν τα μάτια της Μαντάμ ντε Ρενάλ ζωηρεύανε, ήταν από την φλόγα του πάθους των συναισθημάτων, ή σαν συνέπεια της θυελλώδους οργής της στο άκουσμα κάποιας κακής πράξεως. 

        Προς το τέλος του γεύματος ο Ζουλιέν βρήκε τις λέξεις για να εκφράσει το είδος της ομορφιάς των ματιών της δεσποινίδος ντε Λα Μολ: Λαμπυρίζουνε, είπε μέσα του. Κατά τα άλλα έμοιαζε υπερβολικά στη μητέρα της, η οποία του άρεσε όλο και λιγότερο, και σταμάτησε να την κοιτάζει. Αντίθετα ο κόμητας Νορμπέρ του φαινόταν καθ’ όλα αξιοθαύματος. Ο Ζουλιέν ένιωθε τόσο γοητευμένος, που δεν του πέρασε από το μυαλό να τον ζηλέψει ή να τον μισήσει, επειδή ήταν πιο πλούσιος και περισσότερο ευγενής από τον ίδιο.

Σεπτέμβριος 2022

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Όταν οι Γάλλου εμιγκρέδες έφθασαν στην Αγγλία μετά την επανάσταση, οι άγγλοι βιβλιοδέτες γνώρισαν μεγάλες δόξες. Ο Fitz-James έζησε στην Αγγλία όπου παντρεύτηκε την γυναίκα του το 1798.
[2] Franche-Comté, περιοχή της Γαλλίας, κοντά στα σύνορα με την Ελβετία.
[3] Καλσόν μέχρι το γόνατο για άνδρες
[4] Verrières
[5] La Saint-Charles: γιορτή του Βασιλιά Καρόλου Χ., 1824-1830
[6] Agde, μικρή πόλη στην περιοχή Languedoc.
[7] Bray-le-haut, στο αββαείο της πόλεως γινόταν τελετή γύρω από τα λείψανα του Saint-Clément, τα οποία και παρουσίαζαν στον Βασιλιά. Παρόντες όλοι οι τοπικοί ευγενείς. Υπάρχουν πολλοί Saint-Cléments. Για ποιόν πρόκειται;

 

 

Σημείωμα

Marie-Henri Beyle, γνωστός ως Stendahl, 1783 Γκρενόμπλ – 1842, Παρίσι, ένα χρυσό μετέωρο στην ιστορία της Γαλλικής και της παγκόσμιας λογοτεχνίας, αινιγματικός και θυελλώδης, συνεσταλμένος και επαναστάτης, πρόωρα γερασμένος αιώνιος έφηβος, που έκανε πρακτική ζωής “Le Concept de l’ Angoisse”, ανάμεσα στο L’Être et le Néant, σοφός όπως ο Ζαρατούστρας, σαρκαστής μακάβριος όπως ο Jérôme Bosch, παιχνιδιάρης, άτακτος και πάντα βαθύς όπως ο Edward Lear. Δοσμένος στο κυνήγι του χρόνου, της περιπέτειας, ένας Λαφίτ του έρωτα, περιηγητής των κοινωνικών δομών, αντι-εκκλησιαστικός ικέτης, αφήνει προκλητικά πολλά ατελείωτα έργα να τυραννάνε τους μεταγενέστερους. Μας χαρίζει όμως δύο πλήρη ανεξάντλητα θαυμάσια έργα, «Το Κόκκινο και το Μαύρο¨(Le Rouge et le Noir) και «Το Μοναστήρι της Πάρμας» (La Chartreuse de Parme).

Η επιλογή αυτού του αποσπάσματος, και όχι ενός αποσπάσματος δραματικού, με διαλόγους, ή ιστορικές και άλλες πληροφορίες έγινε επειδή πιστεύω ότι με απύθμενη ειρωνεία, ίσως και κάποια περιφρόνηση προς το ανόητο γένος των θνητών, πεμπτουσία και κορυφή του έργου του Σταντάλ είναι τελικά η ταξική ιδιοσυστασία της κοινωνικής δομής, οι νοοτροπίες και οι ιδεολογίες όπως διαμορφώνονται μέσα από το status quo της λεγομένης Μοναρχίας του Ιουλίου, Monarchie de Juillet, στην Γαλλία, η οποία εγκαινιάσθηκε στις 26 Ιουλίου του 1830 με μία επανάσταση και έληξε το 1848 με μία άλλη επανάσταση, αλλά και διαχρονικά η κοινωνική δομή.» Το Κόκκινο και το Μαύρο» γράφεται ακριβώς το 1830 όταν τελειώνει η βασιλεία του Charles X, και ανεβαίνει στον θρόνο ο Louis-Philippe I, βασιλιάς των Γάλλων όχι της Γαλλίας, από τον οίκο της Ορλεάνης, όχι τον οίκο των Βουρβόνων, δίνοντας τέλος στην Παλινόρθωση (Restauration). Η περίοδος αυτή έχει περισσότερο φιλελεύθερο χαρακτήρα, χαρακτηρίζεται από την άνοδο της αστικής τάξης, ενώ η τάξη των ευγενών διατηρεί οικονομική ισχύ και ισχυρότατα ιδεολογήματα, υποστηριζόμενη από τον κλήρο και υποστηρίζοντάς τον. Βιομηχανική ανάπτυξη, αποικιοκρατία, πικρία για την απώλεια των αποικιών της Αμερικανικής ηπείρου, εντάσεις με τον Brave New World, είναι οι σκαλωσιές πάνω στις οποίες φανερά ή μή πλέκονται οι ψυχολογικές διακυμάνσεις και οι νευρωτικές σχεδόν, αντιδράσεις των χαρακτήρων μέσα στον λογοτεχνικό-κοινωνικό-ιστορικό και γεωγραφικό τόπο που συνιστά «Το Κόκκινο και το Μαύρο».

Στο απόσπασμα που παρατίθεται είναι όλα τα πρόσωπα του δράματος επί σκηνής: ο ήρωας Ζουλιέν (συν-ήρωας μαζί με την κοινωνική δράση και την τοπιογραφία της εποχής, την ανέλιξη ιστορικών γεγονότων και τον σχολιασμό τους, τις σκιαγραφίες χαρακτήρων και πλήθους), ο Κος Ντε Ρενάλ, δήμαρχος της φανταστικής πόλης Βεριέρ (αλλά υπάρχουν πραγματικές πόλεις στη Γαλλία με αυτό το όνομα! Ίσως να είναι και αυτό ένα από τα παράδοξα του Σταντάλ), η Κα ντε Ρενάλ, η οποία ερωτεύεται τον νεαρό όμορφο παιδαγωγό και γίνεται με την πλήρη συναίνεσή της ερωμένη του, ο μαρκήσιος και η μαρκησία ντε Λα Μολ, οι νέοι εργοδότες του φιλόδοξου, κοριτσίστικου και αντιφατικού Ζουλιέν Σορέλ, ο νεαρός γιος τους κόμης ντε Λα Μολ, με την μόρφωση του οποίου υποτίθεται ότι θα ασχοληθεί ο νεαρός πρώην ξυλουργός και τέλος η νεαρή Ματίλντ, κόρη του ζεύγους ντε Λα Μολ, η οποία θα γίνει μητέρα του παιδιού του Ζουλιέν, και όταν αυτός θα αποκεφαλισθεί για απόπειρα δολοφονίας κατά της Μαντάμ ντε Ρενάλ επειδή εκείνη υποτίθεται ότι κατέστρεψε την σχέση του με την Ματίλντ, θα θάψει το κεφάλι του ερωμένου και πατέρα του παιδιού της με τα ίδια της τα χέρια, σκηνή Δαντική και Σαιξπηρική μαζί. Το γοητευτικό και αξονικής σημασίας αυτό έργο έχει την σφραγίδα ενός ιδιότυπου και ανεπανάληπτου δημιουργού με έναν παλλόμενο, αντιφατικό και αποκαλυπτικό ψυχισμό. Στοιχεία θεατρικά, γκόθικ, μεσαιωνικά, στοιχεία κωμικά, από την Commedia dell’ arte και ακόμη νωρίτερα, συνυφαίνονται. Στο βάθος κατατρέχει τον Σταντάλ η Αγωνία του Χρόνου και μία μεταφυσική της φθοράς, ισορροπούμενη από έναν οξύτατο σαρκασμό που εκμηδενίζει τα πάντα. Η ερωτική του προσωπικότητα ήταν εξίσου πολυσύνθετη και πολυεπίπεδη. Πέθανε άτεκνος, ερωτομανής της μοναξιάς, με βαριά σύφιλη. Παραμένει ένα χρυσό μετέωρο, για την Γαλλία και για τον κόσμο ολόκληρο.

Μαρία Τσάτσου

 

Η μετάφραση έγινε από το βιβλίο Stendhahl “Le Rouge et le Noir”, Πρόλογος Jean Prévost, των Εκδόσεων Gallimard, 2000. Από το ίδιο έργο προέρχονται και οι σημειώσεις και ο διαχωρισμός σε κεφάλαια. Ο τελευταίος αυτός, είναι πολύ διαφορετικός από αυτόν που υπάρχει στην έκδοση της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας BnF. Το ίδιο ισχύει και για τον χωρισμό σε κεφάλαια. Εξ άλλου, η πολυπλοκότητα και ο πλούτος του κειμένου επιβάλλουν μια λεπτομερειακή εις βάθος επεξεργασία, η οποία ξεπερνάει τα όρια μια μικρής προσφοράς.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.