ΠΡΟΦΙΛ
Είναι δύσκολο, αγαπητοί αναγνώστες, να παρουσιάζεις αυτόν που σε δίδαξε να κάνεις συνεντεύξεις. Είναι όμως και τιμή ταυτόχρονα αυτός που καλείς “Δάσκαλο” και συμπορεύεται ως αληθινός φίλος σχεδόν από την αρχή της γνωριμίας σας να σε εμπιστεύεται για μια τόσο γενναία συζήτηση, συνέντευξη, παρουσίαση, του καινούργιου βιβλίου του. Ο Νίκος Φαρούπος δεν είναι καθόλου άγνωστος στο συγγραφικό αλλά και στο κινηματογραφικό και τηλεοπτικό κοινό. Επιτυχημένος συγγραφέας, σεναριογράφος, με σπουδές ψυχολογίας, κινηματογράφου, εδώ και στην Αυστρία, γράφει χρόνια παρουσίας στα ελληνικά γράμματα, στα πολιτιστικά δρώμενα αυτού του τόπου. Οι εκδόσεις Κέδρος “κατά συρροήν” φιλοξενούν τα μυθιστορήματά του και τα διηγήματά του. Ειδικεύεται στο αστυνομικό διήγημα, στα διηγήματα επιστημονικής φαντασίας πάλι…και σ’ αυτά που έχουν δόσεις θρίλερ; Τι να σας πω… Ξεχωρίζει για την ικανότητά του στην αληθοφάνεια. Η γλώσσα του είναι προσεγμένη και πλούσια, γράφει πολύ καλά ελληνικά, πράγμα μάλλον δύσκολο στην εποχή του “εύκολου”. Καταπιάνεται με ιστορικό μυθιστόρημα; Η έρευνα είναι διεξοδική. Δεν αφήνει τίποτα στην τύχη… Υπερβάλλω; Διαβάστε τον “Δήμιο”, τους “Ιχνηλάτες του σκότους”, το “Έγκλημα στην Αντίπαρο” και το τελευταίο του, αυτό για το οποίο μιλάμε… “Εφιάλτης, Η Απολογία”.
ΑΝΦΑΣ
Ε. Ζ. Δάσκαλε, χαίρομαι που μου δίνεται η ευκαιρία να μιλήσω μαζί σου δημόσια. Το γιατί το γράφω στο Προφίλ. Χαίρομαι που αφορμή για τη συζήτηση αυτή είναι ένα βιβλίο που όταν το διάβαζα προσπαθούσα να αντισταθώ-μάταια-στην επιθυμία να το ρουφήξω με τη μία. Τι να πω άλλο; Θεωρώ πως λέξεις όπως “επιτυχία”, “τέλειο”, κι άλλες τέτοιες δεν δείχνουν αυτό που πραγματικά είναι. Τι είναι, σε μια πρώτη προσέγγιση, ο «ΕΦΙΑΛΤΗΣ» Η ΑΠΟΛΟΓΙΑ, ποιο το θέμα του;
Ν. Φ. Το βιβλίο Εφιάλτης, η Απολογία, είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Ο Εφιάλτης, ο μεγαλύτερος προδότης της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, αμφισβητεί, μέσω μιας φανταστικής απολογίας, αλλά με ιστορικά επιχειρήματα την προδοσία του. Στο σημείο αυτό πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι: το βιβλίο δεν αμφισβητεί την προδοσία στις Θερμοπύλες ούτε τον ηρωισμό και τη θυσία των υπερασπιστών. Προδοσία έγινε, έχει άλλωστε περιγραφεί από αρκετούς ιστορικούς. Το βιβλίο Εφιάλτης, η Απολογία, αμφισβητεί το αν ο Εφιάλτης ήταν προδότης ή ένας από τους προδότες. Και μέσω αυτής της φανταστικής Απολογίας, μιας απολογίας που δεν έγινε ποτέ αφού, ως γνωστόν, ο Εφιάλτης διέφυγε στη Θεσσαλία πριν από τη δίκη του, δίνεται η ευκαιρία, μετά από 2500 χρόνια, στον κατηγορούμενο και καταδικασμένο με το στίγμα του μεγαλύτερου προδότη της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, να μιλήσει όχι μόνο για τη ζωή του αλλά και για τα γεγονότα της θρυλικής μάχης των Θερμοπυλών, όπως τα βίωσε ο ίδιος.
ΤΕΤ Α ΤΕΤ
Ε. Ζ. Για όποιον διαβάσει το βιβλίο, πολλές απορίες λύνονται, πολλοί γόνιμοι προβληματισμοί δημιουργούνται. Ωστόσο ας πούμε σε κάποιον γιατί καταπιάστηκες μ’ έναν “προδότη”;
Ν. Φ. Διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας βιβλία για τη μάχη των Θερμοπυλών, γιατί είχα αρχίσει να γράφω ένα ιστορικό μυθιστόρημα, έπεφτα διαρκώς πάνω σε αντιφατικές πληροφορίες για την προδοσία στις Θερμές Πύλες και τους προδότες, με αποτέλεσμα σιγά σιγά να διακρίνω όλο και πιο καθαρά τις υπερβολές και τις ανακολουθίες των ιστορικών της εποχής και να κατανοήσω γιατί είχαν υποστεί τόσο δυσμενείς κριτικές από νεότερους ιστορικούς. Διαβάζοντας ξανά το σύγγραμμα “περί της Ηροδότου κακοηθείας”, του Πλούταρχου, μου δημιουργήθηκαν ακόμα περισσότερες απορίες και άρχισα να ερευνώ πιο συστηματικά τα αίτια την απρόσμενης, όπως αποδεικνύεται, ήττας των Θερμοπυλών, παρά τον εξωραϊσμό της από την επίσημη ιστορία, και την απλοποίηση του τύπου «εκείνοι ήταν πολλοί, εμείς ελάχιστοι και μάλιστα προδοθήκαμε». Βάλθηκα λοιπόν να ξεψαχνίζω όσες λεπτομέρειες ήταν δυνατόν να βρω για τη μάχη των Θερμών Πυλών, αλλά και για τον Εφιάλτη και την περίφημη προδοσία του.
Όσο έψαχνα τόσο υποψιαζόμουν όλο και πιο έντονα ότι «κάποιο λάκκο είχε η φάβα». Το γεγονός μάλιστα ότι δεν είχε ασχοληθεί κανείς Έλληνας ή ξένος ιστορικός ειδικά με το θέμα αυτό, αν και αμέτρητοι -κυρίως ξένοι ιστορικοί- έχουν σχολιάσει λέξη προς λέξη, φράση προς φράση, ό, τι έχει γράψει ο Ηρόδοτος, αλλά και άλλοι αρχαίοι ιστορικοί, για τη θρυλική μάχη, παρατήρησα εντούτοις πως σε ό, τι αφορά τον Εφιάλτη και την πράξη του δεν υπάρχει τίποτα περισσότερο από τα ελάχιστα που έγραψε ο Ηρόδοτος. Προφανώς γιατί είναι τόσο γοητευτικά αντιπαθητική η φιγούρα αυτή, και τόσο ελκυστικό το παραμύθι ότι 300 Σπαρτιάτες σταμάτησαν 2-4 εκατομμύρια Πέρσες, ώσπου στο τέλος ηττήθηκαν με προδοσία πέφτοντας μέχρις ενός, ώστε το αφήνεις ανέγγιχτο στους αιώνες των αιώνων σαν ένα υπέροχο παράδειγμα γενναιότητας και αυτοθυσίας. Βεβαίως αν αφαιρέσει κανείς τις υπερβολές, ούτε εκατομμύρια Πέρσες υπήρξαν, μεταξύ 300 – 800 χιλιάδων τους εκτιμούν οι σύγχρονοι ιστορικοί, αλλά ούτε 300 Σπαρτιάτες και 700 Θεσπιείς υπεράσπισαν το (εντοιχισμένο) στενό πέρασμα των Θερμοπυλών, αλλά 7.000 πάνοπλοι Έλληνες συνολικά. Βεβαίως από αυτούς παρέμειναν μέχρι το τέλος και θυσιάστηκαν 298 Σπαρτιάτες, 700 Θεσπιείς, 400 δημοκράτες Θηβαίοι, 1000 Πελοποννήσιοι (βοηθητικοί είλωτες), και 80 Μυκηναίοι. Οι άλλοι έφυγαν απλώς επειδή … δεν ήθελαν να μείνουν. Εννοείται λοιπόν πως ούτε οι νεκροί Έλληνες ήταν 4000, που γράφει ο Ηρόδοτος. Κι όσο για την προδοσία τα λέμε με λεπτομέρειες στο βιβλίο, το οποίο, κι αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε, είναι ένα μυθιστόρημα, και ως εκ τούτου έχει τις απαραίτητες συμβάσεις . Πρέπει όμως να τονίσω ότι έχουν μελετηθεί εξονυχιστικά τα ιστορικά στοιχεία του θέματος που αναπτύσσει ώστε να κερδίσει τον αναγνώστη η αληθοφάνειά του και στην αναπαράσταση της εποχής και στην αναπαράσταση της μάχης αλλά και στη μυθιστορηματική ανάπτυξη της ζωής ενός κυνηγημένου ανθρώπου, χαρακτηρισμένου ως προδότη, του Εφιάλτη.
Ε. Ζ. Παίζει τελικά ο “Μύθος” μέσα στην Ιστορία; Την καθορίζει; Ποιος ο ρόλος του ιστορικού υποκειμένου;
Ν. Φ. Ο μύθος διδάσκει, διαμορφώνει συνειδήσεις και ιδεολογίες. Έχει τις καλές, αλλά και τις κακές ή ακόμα και επικίνδυνες πλευρές του. Κάθε εποχή χρησιμοποιεί τους μύθους και τα ιστορικά υποκείμενα που αυτοί παράγουν αναλόγως με τις ανάγκες της, τους αναθεωρεί, τους υπονομεύει ή τους καταργεί. Ο μύθος και το ιστορικό υποκείμενο συνηθίζουν πάντως να ξεφεύγουν από την ιστορική αλήθεια και αποκτούν τη δική τους, ενίοτε ανορθολογική, ιστορική δυναμική και κατά συνέπεια διαδρομή. Το ιστορικό υποκείμενο, ως απόρροια του μύθου, έχει τη δύναμη να επηρεάζει την τέχνη, και κατά συνέπεια την ίδια τη ζωή μας. Παίζει επομένως τεράστιο ρόλο το πώς χρησιμοποιείται ένας μύθος ή ένα ιστορικό υποκείμενο.
Ο πρώτος κριτικός λογοτεχνίας, ο Πλάτων, γνωρίζοντας καλά τη δύναμη των μύθων και των ιστορικών υποκειμένων, στη ζωή και στην τέχνη, πίστευε ότι οι χαρακτήρες των ομηρικών ηρώων χρειάζονται μεγάλη βελτίωση, αφού οι περισσότεροι απ’ αυτούς είναι άπληστοι, δωρολήπτες, ατίθασοι και βίαιοι. Στην ιδανική Πολιτεία του μάλιστα ήθελε να απαγορεύσει τα έργα (τους μύθους) που έδειχναν τους θεούς και τους ήρωες να ξεσπούν σε θρήνους, όπως στα ομηρικά έπη. Γιατί «η μίμηση τέτοιων ποταπών πράξεων αφήνει κατάλοιπα και στον χαρακτήρα του μιμητή».
Πράγματι παρατηρούμε στον μέγα Όμηρο ευφυέστατες προσπάθειες υπονόμευσης των μύθων, και των ιστορικών υποκειμένων, θεών και ηρώων. Θεοί και ημίθεοι ζουν έντονα τα πάθη τους: θυμώνουν, συνωμοτούν, καυγαδίζουν νυχθημερόν, μετανιώνουν, ερωτεύονται, δειλιάζουν, πενθούν, κλαίνε, συγχωρούν. Ο Αχιλλέας ντύνεται γυναίκα για να γλιτώσει τη στράτευση γιατί έτσι τον συμβούλεψε η μαμά του για να τον σώσει από τον βέβαιο θάνατό του και ο Οδυσσέας το παίζει τρελός στους επισκέπτες του μήπως και καταφέρει να απαλλαχτεί με τρελόχαρτο από την πανελλήνια επιστράτευση. Για το “γινάτι” των δύο ισχυρών αρχηγών Αγαμέμνονα και Αχιλλέα χάνονται ζωές αμέτρητων γενναίων πολεμιστών. Όσο για το κλάμα δεν είναι γυναικείο προνόμιο: Οι άντρες κλαίνε και πολύ μάλιστα. Κλαίει ο σκληρός, πολεμοχαρής και εγωιστής Αχιλλέας για το χαμό του Πατρόκλου, κλαίει μπροστά στον βασιλιά των Τρώων Πρίαμου, όταν εκείνος πήγε να του ζητήσει τη σορό του γιου του Έκτορα, σε μια από τις πιο συγκλονιστικές σελίδες της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Κλαίει ο υπερόπτης Αγαμέμνων ζητώντας συγγνώμη από τον Αχιλλέα, κλαίει κι ο Οδυσσέας.
Ε. Ζ. Εκείνο που θα λέγαμε εντυπωσιακό είναι η διαμόρφωση “κοινής γνώμης” από κάποιον διόλου τυχαίο αν σκεφτούμε τη θέση του Ηροδότου στην ιστορική έρευνα! Δηλαδή το πρώτο “σήμα” για την στάση όλων μας απέναντι στα παραδεδομένα- απ’ όπου κι αν παραδίδονται κι όπως κι αν τεκμηριώνονται- μάς έρχεται από το παρελθόν!
Ν. Φ. Ακριβώς. Η αρχή είχε γίνει από τους προγόνους των ιστορικών, τους λογογράφους, αλλά από τον μέγα Ηρόδοτο ερευνάται συστηματικά η αλήθεια πίσω από τα ιστορικά γεγονότα και έτσι η διαμόρφωση της «κοινής γνώμης» αρχίζει σταδιακά να αποκτά μια συζητήσιμη, τέλος πάντων, ακόμα και σήμερα, εγκυρότητα. Οι λογογράφοι μετά τον Ηρόδοτο ονομάζονται πια ιστορικοί.
Ε.Ζ. Σε μια συνέντευξη που έδωσες για το βιβλίο κάνεις μια παρατήρηση σχετικά με την Σπάρτη και το πολίτευμά της, την αντιστοιχία του με το κομμουνιστικό μοντέλο, όπως συνηθιζόταν κάποτε να λέγεται, και βέβαια υπογραμμίζεις πως δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο καθώς…;
Ν. Φ. Ε, ναι, τα περί «ισότητας» και «κομμουνισμού» στην αρχαία Σπάρτη είναι μισές αλήθειες, δηλαδή ωραιότατα ψέματα. Αρκετοί Σπαρτιάτες ήταν πιο ίσοι (όμοιοι) από τους άλλους. Ήταν πλουσιότεροι –οι «άνθρωποι όλβιοι» του Ηροδότου (ΙΣΤΟΡΙΑΙ, Κλειώ, 26.1-33.1) ή οι ευκατάστατοι (πλούσιοι) του Ξενοφώντα (5.3), που προμήθευαν το σταρένιο ψωμί για τα συσσίτια ή οι νικητές των Ολυμπιακών αρματοδρομιών. Ταπείνωση και υποβιβασμός σε υπομείονες περίμενε όσους φτωχούς Όμοιους δεν είχαν να πληρώσουν για το συσσίτιό τους ενώ δεν ήταν λίγοι όσοι μπορούσαν να ξοδεύουν αρκετά για αναθήματα σε ξένα ιερά ή για αγάλματα και ακριβά μνημεία στην Ολυμπία, ούτε όσοι μπορούσαν να διατηρούν άλογα για να κερδίζουν δόξα και τιμή στις αρματοδρομίες. Ας μη μιλήσουμε για το πόσο ευάλωτοι ήταν στον χρηματισμό περίφημοι στρατηγοί και βασιλιάδες.
Ε.Ζ. Τελικά τι εικάζουμε πως έγινε στις Θερμοπύλες και για ποια πράγματα είμαστε βέβαιοι;
Ν. Φ. Στις Θερμοπύλες πήγαν περίπου 7000 χιλιάδες Έλληνες μαχητές για να αντιμετωπίσουν στα στενά έναν περσικό στράτευμα για το μέγεθος του οποίου οι ιστορικοί διαφωνούν: από μερικά εκατομμύρια μέχρι τριακόσιες -ή και λιγότερους- χιλιάδες. Από τους Έλληνες δεν έμειναν και οι 7000 μέχρι το τέλος. Έμειναν μόνο 298 Σπαρτιάτες υπό τον Λεωνίδα και 1000 βοηθητικοί Πελοποννήσιοι, 700 Θεσπιείς υπό τον Δημόφιλο, ο Παυσανίας αναφέρει και 80 Μυκηναίους, καθώς και 400 Θηβαίοι υπό τον Λεοντιάδη, που επίσης δεν έφυγαν. Ο Ηρόδοτος ισχυρίζεται ότι οι Θηβαίοι έμειναν γιατί τους υποχρέωσε ο Λεωνίδας, λες και δεν μπορούσαν να λιποτακτήσουν μέσα στον αχό της μάχης, όπως έκαναν πολλοί άλλοι. Τελικά το μεγαλύτερο μερίδιο της δόξας το κέρδισαν οι Σπαρτιάτες, και δικαίως, θα λέγαμε, αν έφευγαν κι εκείνοι θα έφευγαν όλοι και πιθανότατα ο ελληνικός στόλος να εγκλωβιζόταν στο Αρτεμίσιο. Δεν είμαστε βέβαιοι ότι για την ήττα ευθύνεται μόνο μία κάποια προδοσία, είμαστε όμως βέβαιοι ότι παράλληλα με τη συγκινητική γενναιότητα και αυτοθυσία των Σπαρτιατών και των άλλων γενναίων Ελλήνων υπερασπιστών, είχαμε λιποταξίες, στρατηγικά λάθη, καυγάδες και φυγομαχίες, που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ήττα. Η όποια προδοσία, σίγουρα έπαιξε δευτερεύοντα ρόλο, αφού όταν κατέβηκαν οι Αθάνατοι από το μονοπάτι της Ανοπαίας, οι υπερασπιστές είχαν διασπαστεί, πολλοί είχαν αποχωρήσει με την άδεια του Λεωνίδα ή και χωρίς αυτήν, και η μάχη είχε σχεδόν κριθεί.
Πρέπει ακόμα να τονίσουμε ότι αν και η μάχη των Θερμοπυλών ήταν μια μεγάλη «ηθική» νίκη των Ελλήνων ήταν επίσης μια οδυνηρή στρατιωτική ήττα με τεράστιο κόστος. Οι Πέρσες πέτυχαν μια ανέλπιστη νίκη. Κανείς δεν περίμενε να περάσει ο Ξέρξης τόσο γρήγορα τα στενά. Γι’ αυτό και οι ελληνικές πόλεις δεν θεώρησαν καν ότι έπρεπε να αναβάλλουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες που γίνονταν εκείνες τις μέρες. Γράφει ο Ηρόδοτος: «Τα άλλα συμμαχικά κράτη αποφάσισαν να ενεργήσουν με τον ίδιο τρόπο, αφού την ίδια ακριβώς εποχή έτυχε να γίνονται οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Κανείς τους δεν περίμενε ότι η μάχη των Θερμοπυλών θα κρινόταν τόσο γρήγορα. Κι αυτός ήταν ο λόγος που έστειλαν μόνο μια εμπροσθοφυλακή.» (Ηροδότου, Πολύμνια, Ζ, 206).
Ε.Ζ. Συνάντησες δυσκολίες στη συγγραφή του βιβλίου αυτού; Και ποιες;
Ν. Φ. Ευχάριστες δυσκολίες. Πρόκειται για ένα βιβλίο που αναπτύσσεται σε τρία επίπεδα: το πρώτο αφορά στη ζωή, το βίο και την πολιτεία του Εφιάλτη, που είναι εξολοκλήρου επινοημένο, αφού μας λείπουν στοιχεία για τη ζωή του. Το δεύτερο αφορά στην περιγραφή της μάχης των Θερμοπυλών και τη νύχτα της προδοσίας στην Ανοπαία, και βασίζεται σε ιστορικά στοιχεία τα οποία έχουν μελετηθεί εξονυχιστικά, όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης. Στο τρίτο επίπεδο παρακολουθούμε την φανταστική λεκτική αντιπαράθεση του Εφιάλτη με τον ίδιο τον Ηρόδοτο. Ο Εφιάλτης ταξιδεύει μεταμφιεσμένος στην Ολυμπία, όχι για να παρακολουθήσει τους Ολυμπιακούς αγώνες του 444 π.Χ, όσο για να πείσει τον Ηρόδοτο για την αθωότητά του γνωρίζοντας ότι θα είναι εκεί για να απαγγείλει αποσπάσματα του σημαντικού έργου του Ιστορίης απόδειξιν, όπως το είχε ονομάσει ο ίδιος. Ως γνωστόν η επίσκεψη στην Ολυμπία κατά τη διάρκεια των αγώνων ήταν μια καλή ευκαιρία για έναν διανοούμενο, ποιητή ή φιλόσοφο, να κάνει γνωστό το έργο του σε ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο. Ο Ηρόδοτος φαίνεται πεπεισμένος ότι ο Εφιάλτης ήταν ο προδότης, παρά τα διάφορα ονόματα που έπεσαν στο τραπέζι και ο Εφιάλτης θέλει να προλάβει να πείσει τον Ηρόδοτο για την αθωότητά του, πριν αρχίσει να διαδίδεται το έργο.
Η πρόκληση όμως έγινε μεγαλύτερη όταν αποφάσισα να γράψω την Απολογία σε πρώτο πρόσωπο κι έτσι «εγκλωβίστηκα» στην ιστορική ακρίβεια, κοινωνικοπολιτική, γεωγραφική και πραγματολογική, με αποτέλεσμα να ψάχνω κάθε λέξη και κάθε φράση. Πράγμα ελκυστικό μεν εξοντωτικό δε. Το τρίτο πρόσωπο είναι η εύκολη λύση: αποστασιοποιείσαι, παίρνεις το ρόλο του θεού και του υπεράνω παρατηρητή, λες μυθιστόρημα γράφω και σου λύνονται τα χέρια. Πιστεύω όμως ότι, στην περίπτωση του Εφιάλτη και του ιστορικού βάρους της προδοσίας, το πρώτο πρόσωπο «πείθει» περισσότερο για την «αλήθεια» του τον αναγνώστη.
Ε. Ζ. Το βιβλίο αν και μυθοπλασία δεν στερείται βιβλιογραφίας. Αυτό προσδίδει αληθοφάνεια, έτσι δεν είναι;
Ν. Φ. Ακριβώς. Η Απολογία είναι ιστορικό μυθιστόρημα. Χρησιμοποιώ τα ιστορικά στοιχεία, τις παραπομπές, τις σημειώσεις και τη βιβλιογραφία, καθαρά για λόγους αληθοφάνειας, ώστε να βοηθήσουν τον αναγνώστη να εισχωρήσει βαθύτερα στο βιβλίο και να αξιολογήσει με γνώση, ολοκληρωμένα πια την επιχειρηματολογία του Εφιάλτη. Να ταυτιστεί μαζί του και να αμφιβάλλει για την «δεδομένη» ενοχή του, που είναι και ο σκοπός αυτού του μυθιστορήματος.
Πρέπει να πούμε εδώ ότι οι Έλληνες ιστορικοί -με εξαίρεση τον Ηρόδοτο- δεν αναφέρουν το όνομα του Εφιάλτη: αναφέρονται σε άλλα ονόματα ή αόριστα σε Τραχίνιους προδότες. Αργότερα ο Κτησίας, γιατρός και ιστορικός, στην περσική αυτοκρατορική αυλή, χάρη στην πρόσβαση στα βασιλικά ιστορικά αρχεία, αναφέρει ονομαστικά τρεις: τον Θώρακα τον Θεσσαλό και τους δύο Βοιωτούς άρχοντες Καλλία και Τιμαφέρνη. Δεν νομίζω ότι στα περσικά αρχεία είχε ο καθείς πρόσβαση, λες και ήταν δημόσια εθνική βιβλιοθήκη. Μάλλον μόνο υψηλοί αξιωματούχοι θα είχαν αυτή τη δυνατότητα. Ασφαλώς κατάφερε να την αποκτήσει και ο Κτησίας όχι μόνο γιατί ήταν άνθρωπος εμπιστοσύνης, καθότι βασιλικός γιατρός, αλλά και γιατί συνέγραψε σε 23 τόμους την πρώτη ιστορία της περσικής αυτοκρατορίας.
Ε. Ζ. Έχω μια απορία. Στην βιβλιογραφία, ελληνική και διεθνή, υπάρχει άλλο βιβλίο που να ασχολείται με τον Εφιάλτη διεξοδικά; Νομίζω πως έχουμε μια “παγκόσμια πρώτη”;
Ν. Φ. Ναι, αρέσει ή δεν αρέσει σε μερικούς έχουμε μια παγκόσμια πρώτη. Δεν υπάρχει άλλο βιβλίο που να αναφέρεται στο ρόλο του Εφιάλτη και να αμφισβητεί με στοιχεία την προδοσία του. Πώς ξέφυγε το θέμα αυτό από ιστορικούς του εξωτερικού που έχουν συγγράψει διατριβές επί διατριβών και μεταπτυχιακά επί μεταπτυχιακών για ό,τι αρχαιοελληνικό θέμα μπορεί να φανταστεί κανείς αλλά και ειδικότερα για τη μάχη των Θερμοπυλών, δε γνωρίζω. Ας έχουμε κι εμείς λοιπόν μια πρωτότυπη εργασία -ιστορική αλλά και με στοιχεία μυθοπλασίας- για το θέμα.
Ε. Ζ. Ωραία όλα αυτά, Δάσκαλε, αλλά εσύ γράφεις “Απολογία”, που σημαίνει πως εκτός από ιστορικό μυθιστόρημα κάνεις και κάτι άλλο, πιο δύσκολο και περισσότερο απαιτητικό. Δημιουργείς, σαφώς εν επιγνώσει, έναν δικανικό λόγο. Γίνεσαι ένας, άνευ παραγγελίας- εδώ συνίσταται μια πρωτοτυπία ακόμα -λογογράφος, ένας σύγχρονος Λυσίας λ.χ, για τον Εφιάλτη. Με όλα τα γνωρίσματα ενός λόγου συν τις «καινοτομίες» που αποκτά ως Ιστορικό Μυθιστόρημα. Μεγάλη πρόκληση φαντάζομαι;
Ν. Φ. Χαίρομαι που διέκρινες και τη σκιά του Λυσία στην επιχειρηματολογία του Εφιάλτη. Ούτως ή άλλως οι μεγάλοι δάσκαλοι ζουν αιώνια μέσα στη γραφίδα μας θέλουμε δε θέλουμε. Η περίφημη φράση του Λυσία τότε που ισχύει ακόμα και σήμερα εκφράζει απόλυτα την κατάσταση στην οποία βρέθηκε ο Εφιάλτης. Μας λέει λοιπόν ο ρήτορας «… οι δυνατοί μπορούν άφοβα να αδικούν όποιον επιθυμούν, ενώ οι αδύναμοι δεν μπορούν, ακόμα κι όταν θίγονται, να αντιμετωπίσουν όσους τους αδικούν.» Οπότε ναι, έχεις δίκιο. Η πρόκληση να γράψεις μια Απολογία και ένα ιστορικό μυθιστόρημα μαζί ήταν μεγάλη.
Ε. Ζ. Συνοψίζοντας, τι ήταν ο Εφιάλτης τελικά για την ιστορία της “Μάχης των Θερμοπυλών” ή και γενικότερα;
Ν. Φ. Ο Εφιάλτης ήταν ένα «λαχείο» ώστε να καλυφθούν στις Θερμοπύλες στρατηγικά λάθη και αβλεψίες του Λεωνίδα αλλά και να περάσουν σε δεύτερη μοίρα οι αναφορές ότι στην περσική αυτοκρατορική αυλή υπήρχαν διαρκώς εξόριστοι-φιλοξενούμενοι Έλληνες αξιωματούχοι που πρόδιδαν και υποδαύλιζαν τους βασιλείς να εκστρατεύσουν κατά των Ελλήνων και να τους κατακτήσουν ώστε να αποκαταστήσουν τους ίδιους (τους εξόριστους) στις θέσεις εξουσίας τους. Κι όλοι αυτοί ήταν γνωστοί στους Έλληνες, κανείς δεν κρυβόταν. Ο Εφιάλτης βοήθησε επίσης να λησμονηθεί το γεγονός ότι οι μισές ελληνικές πόλεις είχαν μηδίσει, πολλές μάλιστα είχαν στείλει στρατό και μαχόταν στο πλευρό των Περσών. Οι προδότες περίσσευαν, αλλά έπρεπε να πάρουν τη μορφή ενός, ώστε να χρησιμεύει σαν σύμβολο ή σαν «αρνητικό ιστορικό υποκείμενο».
Ε. Ζ. Κλείνοντας, τι θα έλεγες για το δικό σου έργο σε σχέση με το έργο των ιστορικών;
Ν. Φ. Η επιστήμη της ιστορίας πασχίζει να βρει την αλήθεια ξεσκαρτάροντας, αναλύοντας εξονυχιστικά παλιά ή πρόσφατα ιστορικά γεγονότα. Εγώ γράφω μυθιστορία, ή ιστορικό μυθιστόρημα. Δεν δεσμεύομαι επομένως από την όποια «αλήθεια» έχει στο κεφάλι του και θέλει να καθιερώσει ως μία και μοναδική, ο κάθε ιστορικός ιδίως εκείνος που ερμηνεύει την ιστορία με ιδεολογικούς παραμορφωτικούς φακούς. Αναμοχλεύω λοιπόν ελεύθερα τα ιστορικά γεγονότα που με ενδιαφέρουν, αφού βεβαίως τα μελετήσω πρώτα καλά, πλάθω ανάμεσά τους φανταστικούς ήρωες και τους αναμιγνύω με τους πραγματικούς κι έτσι εκθέτω τις αγωνίες μου, προβάλλω αμφιβολίες και θέτω ερωτήματα. Όπου η ιστορία το επιτρέπει βεβαίως. Υπάρχουν γεγονότα που δεν αμφισβητούνται και δεν ξαναγράφονται.
Ε. Ζ. Νίκο, σε ευχαριστώ πολύ για την παρουσία σου και την εξαιρετική συζήτησή μας. Πιστεύω πως έδωσες στους αναγνώστες μας τροφή για σκέψη και μελέτη. Να πω πως ο “Εφιάλτης, Η Απολογία” είναι ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί και που όποιος το ξεκινήσει δύσκολα θα το αφήσει από τα χέρια του.