Ταύτα διδάξαι θυμός Αθηναίους με κελεύει
Ως κακά πλείστα πόλει δισνομίη παρέχει
Ευνομίη δ’ εύκοσμα και άρτια πάντ’ αποφαίνει
Και θ’ άμα τοις αδίκοισ’ αμφιτίθισι πέδας-
Τραχέα λειαίνει, παύει κόρον, ύβριν αμαυροί
Αυαίνει δ’ άτης άνθεα φυόμενα
Ευθύνει δε δίκας σκολιάς υπερήφανά τ’ έργα πραΰνει
Παύει δ’ έργα διχοστασίης
Παύει δ’ αργαλέης έριδος χόλον, έστι δ’ υπ’ αυτής
Πάντα κατ’ ανθρώπους άρτια και πινυτά
Ευνομία
Αυτά τα λόγια με παρακινεί να πω στους Αθηναίους η ψυχή μου:
η δυσνομία προξενεί πολλά δεινά στην πόλη
η ευνομία όμως εύτακτα και κόσμια τα κάνει όλα
δένει και με δεσμά των άδικων τα χέρια.
Εξομαλύνει τα τραχιά, παύει τον κόρο, την ύβρη σβήνει
μαραίνει τ’ άνθη του κακού πριν να φυτρώσουν
τις σκολιές τις κρίσεις τις ευθύνει, πραΰνει και τις υπεροπτικές τις πράξεις
και σταματά τα έργα της διχόνοιας
και της σκληρής της έριδας τον χόλο.
Κι είναι, χάρη σ’ εκείνη, όλα τα ανθρώπινα απλά και πράα.