Μνήμη Κικῆς Δημουλᾶ
Καθὼς κάνουμε τώρα ταμεῖο,
—κλέβω τὸ ὕφος καὶ κάτι ἀπ’τὴν τόλμη τῆς Τέχνης σου—
ἕνα μπὰρ βλέπω νά ᾿ χει γιὰ σένα ἡ ποίηση στήσει
στὴ λεωφόρο τὴν πιὸ κεντρικὴ τ᾿ οὐρανοῦ.
Πάντα ἡ μνήμη σερβίρει ἐκεῖ μαγικὸ ἐλιξίριο
ἐνῶ ἡ λήθη δὲν μπαίνει ποτέ.
(Ἡ Security φράζει τὸν δρόμο στὴ φθορὰ καὶ στὸν θάνατο.)
Φωτεινὴ μιὰ ταμπέλα στὴν εἴσοδο
ἕνα στίχο σου στέλνει στὸ ἐπέκεινα:
ὅσο δὲ ζεῖς νὰ μ᾿ ἀγαπᾶς
και ξανὰ μ’ ἄλλα χρώματα ποὺ ἀνάβουν καὶ σβήνουν:
ὅσο δὲ ζεῖς νὰ μ᾿ ἀγαπᾶς.
(Ἕνα φῶς μακρινὸ γιὰ νὰ φτάνει ὣς ἐκεῖ ποὺ οἱ ψυχὲς κατοικοῦνε).