Καθώς το αμάξι διέσχιζε το δάσος, το σταμάτησε σε μέρος που γειτόνευε με ένα σκοπευτήριο, λέγοντας ότι θα του ήταν ευχάριστο να ρίξει μερικές βολές για να σκοτώσει το Χρόνο. Το να σκοτώνεις αυτό το τέρας δεν είναι η πιο συνηθισμένη και πιο δίκαιη απασχόληση για τον καθένα; Και πρόσφερε αμέσως ιπποτικά το χέρι του για βοήθεια στην αγαπημένη, χαριτωμένη και με απαίσιο χαρακτήρα γυναίκα του, μια γυναίκα μυστηριώδη, στην οποία οφείλει τόσες ηδονές και τόσες οδύνες, και ίσως ακόμη ένα μεγάλο μέρος της μεγαλοφυίας του.
Πολλές σφαίρες χτύπησαν μακριά από το στόχο που είχε βάλει. Μια απ’ αυτές μάλιστα καρφώθηκε στην οροφή. Και καθώς η γοητευτική αυτή ύπαρξη γελούσε τρελά και κορόιδευε την αδεξιότητα του συζύγου της, γύρισε ξαφνικά προς το μέρος της και της είπε: « Κοιτάξτε αυτή την κούκλα εκεί πέρα, στα δεξιά, που έχει σηκώσει μύτη και έχει ένα ύφος αλαζονικό. Ε, λοιπόν, αγαπητέ μου άγγελε, αυτή η κούκλα μού δίνει την εντύπωση ότι είστε εσείς η ίδια». Και έκλεισε αμέσως τα μάτια και τράβηξε τη σκανδάλη. Η κούκλα είχε ξεκάθαρα αποκεφαλιστεί.
Τότε υποκλινόμενος προς την αγαπημένη, χαριτωμένη και με απαίσιο χαρακτήρα γυναίκα του, την αναπόφευκτη και άσπλαχνη Μούσα του, και φιλώντας με σεβασμό το χέρι της, πρόσθεσε: «Ω! αγαπητέ μου άγγελε, πόσο σας είμαι ευγνώμων για την ευστοχία μου!»