Η Πεύκη είναι παράδεισος. Αυτό το ξέρουν ακόμα και οι σκύλοι. Στην πολυκατοικία που μένω, έχουμε ένα όμορφο, κάτασπρο και πανέξυπνο κανίς, τον Τόμπι ή Τωβία, όπως τον φωνάζω εγώ, έχοντας στη μνήμη μου τη βιβλική αυτή μορφή. Σκυλί είναι και καμιά φορά γαβγίζει. Αυτό έλειπε να μη γαβγίζει: Όλοι στην πολυκατοικία θορυβούμε, μιλάμε και φωνάζουμε∙ για το σκύλο όμως όλες οι ώρες της ημέρας πρέπει να είναι ώρες κοινής ησυχίας. Αυτό λέει η ανθρώπινη λογική και αυτό επιβάλλουν οι ανθρώπινοι κανονισμοί. Τελικά έγινε αυτό που περίμενα κάποια στιγμή να γίνει: Ξεσηκώθηκε όλη η πολυκατοικία εναντίον του σκύλου. Αν ήταν άνθρωπος δε θα μ’ ένοιαζε τόσο. Στόμα και δικαιώματα έχει∙ μπορεί επομένως να υπερασπίσει τον εαυτό του. Ένας σκύλος όμως, που δεν έχει μέσα στην πολυκατοικία ένα συγκάτοικο να πάρει το μέρος του, είναι κάτι που δεν μπορούσε να μ΄ αφήσει αδιάφορο. Πήρα λοιπόν την πένα και έγραψα ένα γράμμα. Ένα γράμμα όχι, όπως φαντάζεται κανείς, στον μαινόμενο διαχειριστή της πολυκατοικίας, αλλά στον ίδιο το σκύλο. Το γράμμα (του οποίου ένα αντίγραφο συνοδεύει τώρα αυτό το κείμενο) το κόλλησα πάνω στον πίνακα των ανακοινώσεων, για να το διαβάσει όλη η πολυκατοικία. .Ήταν μια πράξη διαμαρτυρίας, που θύμιζε πολύ τη θυροκόλληση των 95 θέσεων του Λούθηρου στη μητρόπολη της Βιτεμβέργης. Το διάβασαν όλοι και το σχολίασαν. Άλλοι το παίνεψαν και άλλοι το κατέκριναν. Για λίγες μέρες ήταν θέμα συζήτησης μεταξύ των κατοίκων της πολυκατοικίας. Έτσι είναι οι αστοί : είχαν ξεχάσει το σκύλο και ασχολούνταν τώρα με το γράμμα… Τελικά επικράτησε η γνώμη ότι το γράμμα είχε πρωτοτυπία (πού ακούστηκε, αλήθεια, γράμμα σε σκύλο!) και επιπλέον ήταν καλογραμμένο. Μέσα απ’ το γράμμα συμπάθησαν, χωρίς να το καταλάβουν, και το σκύλο. Γαβγίζει δεν γαβγίζει σήμερα, κανείς δε νοιάζεται.
Αγαπητέ μου Τόμπι,
Ο Θεός τα έφερε έτσι τα πράγματα,ώστε να είμαστε όχι μόνο γείτονες, αλλά και συγκάτοικοι σ ΄αυτή την πολυκατοικία. Λίγα μέτρα από τη βεράντα μου είναι η δική σου βεράντα. Έτσι μου δίνεται η δυνατότητα, κάθε πρωί που σε βλέπω, να σε καλημερίζω. Μόλις σε φωνάξω με τ’ όνομά σου, αμέσως γυρίζεις και με κοιτάζεις με κείνο το γεμάτο ειλικρίνεια και καλοσύνη βλέμμα που μόνο οι σκύλοι το έχουν, αν όχι και ελάχιστοι άνθρωποι. Δεν με γαβγίζεις αλλά μόνο με κοιτάς. Και αυτή η ματιά σου είναι τόσο εύγλωττη, ώστε δε χρειάζεται να πεις τίποτα, για να καταλάβω την ευχαρίστηση και τη συμπάθεια που νιώθεις όταν με βλέπεις. Και αυτό γιατί, όπως λένε αυτοί που έχουν ζήσει πολύ κοντά με σας τους σκύλους, το ζώο αυτό καταλαβαίνει αμέσως τον άνθρωπο που έχει εχθρικές ή φιλικές διαθέσεις απέναντί του.Και βέβαια δεν πρέπει να σε ξαφνιάζει το γεγονός ότι σ ΄αυτή την πολυκατοικία υπάρχουν, όπως υπάρχουν και σε κάθε πολυκατοικία, μερικοί που δε συμπαθούν όχι μόνο εσένα αλλά και κάθε σκύλο του πλανήτη μας. Αυτοί οι κύριοι—που δεν ενοχλούνται ούτε από κομπρεσέρ μπροστά στην πόρτα τους — μόλις ακούσουν σκύλο ν’ αλυχτάει, μεταμορφώνονται σε μια Κρουέλα Ντεβίλ. Ποια είναι η Κρουέλα Ντεβίλ; Ρώτησε τα 101 ΣΚΥΛΙΑ ΤΗΣ ΔΑΛΜΑΤΙΑΣ, τα ξαδέρφια σου, και θα σου πουν αμέσως τι σημαίνει αυτό το όνομα για τους σκύλους. Τέτοιους ανθρώπους έχει δυστυχώς πολλούς ο πλανήτης μας.
Μαζί με τούτη την επιστολή θα ’θελα να σου στείλω και μια όμορφη και συγκινητική ιστορία για έναν μπλε σκύλο που ήθελε να είναι άσπρος όπως εσύ. Δεν μπόρεσα όμως να τη βρω. Κάπου έχει παραπέσει στο χαρτοβασίλειο του σπιτιού μου. Μόλις τη βρω σε πρώτη ευκαιρία θα σου τη στείλω. Πάντως είμαι πολύ ευχαριστημένος που είμαστε συγκάτοικοι και φίλοι. Όταν κανένα πρωινό σε ακούω να γαβγίζεις στη βεράντα, καταλαβαίνω πως στην όμορφη, πευκόφυτη πλατεία μας έχουν καταφθάσει άλλοι σκύλοι, αδέσποτοι αλλά και ελεύθεροι. Τότε επαναστατείς. Είναι η στιγμή που συνειδητοποιείς ότι σου λείπει αυτό που εμείς οι άνθρωποι λέμε ελευθερία και σεις οι σκύλοι αλητεία. Δεν μπορεί, αγαπητέ μου Τόμπι, να είναι τα πράγματα στη ζωή όπως τα θέλεις: και η πίτα ολάκερη και ο Τόμπι χορτάτος. Κάτι θα χάσεις γι ’αυτό που παίρνεις. Αυτά όμως – και εδώ έχεις δίκιο – δεν σ’ τα είπε κανένας από τους ανθρώπους που πάνε στο σχολείο και μορφώνονται. Τώρα όμως που τα ’μαθες θα πάψεις να γαβγίζεις. Έτσι θα πάψουν να κάνουν το ίδιο και οι άλλοι… Τότε θα κλείσουν οι πόρτες του Ιανού και θα ’ρθει στην πολυκατοικία μας πάλι η ειρήνη.
Πριν κλείσω αυτό το γράμμα, θα ’θελα να σου πω δυο λόγια για κείνους τους σκύλους που βλέπεις κάποια πρωινά στην πλατεία και επαναστατείς. Ναι, ήταν κάποτε και αυτοί όπως εσύ. Ζούσαν δηλαδή σε σπίτια μαζί με ανθρώπους. Είχαν και αυτοί, όπως τώρα εσύ, και χάδια, και γλυκόλογα, και καλή τροφή. Σ’ αντάλλαγμα χάριζαν στ’ αφεντικά τους την αγάπη τους και την αφοσίωσή τους, και έπαιζαν μαζί τους όταν εκείνοι είχαν όρεξη. Πέρα απ’ αυτά ήταν και φύλακες του σπιτιού. Όποιος πλησίαζε την πόρτα του αφεντικού τους , πριν χτυπήσει το κουδούνι, τον είχαν κιόλας … Αλλά τι σου τα λέω! Σκύλος είσαι… τα ξέρεις καλύτερα… Κάποτε όμως τα αφεντικά τους τούς βαρέθηκαν. Ύπουλα και ψύχραιμα τους έβαλαν μια Κυριακή πρωί στ’ αυτοκίνητο, τάχα θα τους πήγαιναν βόλτα, και τους πήγαν μακριά, πολύ μακριά. Η ανθρώπινη πανουργία και παλιανθρωπιά σ ΄όλο το μεγαλείο της: Τους εγκατέλειψαν εκεί για πάντα. Μη με ρωτήσεις με τι καρδιά το έκαναν… Θα έπρεπε να ήσουν άνθρωπος για να σου πω και να καταλάβεις. Γιατί; Γιατί στο δικό σας κόσμο δεν υπάρχει ψέμα και προδοσία— μόνο πίστη και ειλικρίνεια.
Χαίρομαι, Τόμπι, που τ’ αφεντικά σου σ’ αγαπούν και σε φροντίζουν. Είσαι από τους πιο τυχερούς σκύλους της γενιάς σου και ακόμη ένα αξιαγάπητο πλάσμα, ιδιαίτερα όταν σηκώνεσαι στα δυο πισινά σου πόδια και στηρίζεσαι στην κουπαστή της βεράντας, ακουμπώντας το μουσούδι σου και τα δυο μπροστινά σου πόδια, για να χαρείς και συ την όμορφη θέα που προσφέρει η δενδρόφυτη πλατεία μας. Αν τύχει όμως τότε και δεις εκεί να περιφέρονται οι αδέσποτοι φίλοι σου, μην τους γαβγίζεις— μόνο πρόσεξε το γεμάτο απελπισία βλέμμα τους. Σκύλος είσαι∙ δεν είσαι άνθρωπος ! Θα καταλάβεις…
Σε χαιρετώ πιστός στη φιλία μας.
Και πιστός, αγαπητέ Τόμπι, όχι ως άνθρωπος (αυτοί , όπως είπαμε, δεν έχουν μπέσα ) αλλά σαν σκύλος, όπως εσύ.