Ένα ποιητικό προσκλητήριο, ένα κάλεσμα απευθύνει η Σάρα Θηλυκού σε μυθικά πρόσωπα – οι χαρακτήρες των οποίων σημειολογικά δρουν στο συλλογικό ασυνείδητο της ανθρωπότητας – σε συγγραφείς, ποιητές, εικαστικούς, σε ήρωες λογοτεχνικών βιβλίων. Με ένα ευφυές εύρημα η ποιήτρια δίνει τον λόγο στους καλεσμένους της οι οποίοι μιλούν σε α΄ πρόσωπο, αυτοπαρουσιάζονται, μας συστήνονται εκ νέου, ανασυνθέτουν, ανακατασκευάζουν την ιστορία τους, απογυμνώνονται από όλα τα προσωπεία που τους προσέδωσαν οι άνθρωποι και οι αντιλήψεις τους, και έτσι αποκαλύπτονται με χαμηλόφωνες εκ βαθέων εξομολογήσεις επισημαίνοντας τα σημεία και τα στοιχεία με τα οποία έγιναν γνωστοί στο ευρύ κοινό και έτσι παρέμεινε με αυτόν τον τρόπο διαχρονικά επίκαιρη η μνήμη της επίγειας παρουσίας τους.
Ο τίτλος της ποιητικής συλλογής Το όνομα τους δηλώνει τον χώρο που αφήνει η ποιήτρια, την σημασία που δίνει και το ειδικό βάρος που αναλογεί στο περιεχόμενο της ονομαστικής τους ταυτότητας. Η ποιητική συλλογή χωρίζεται σε τρεις ενότητες, ο υπότιτλος της κάθε μίας αποτελεί μέρος της βιβλικής ρήσης η οποία προέρχεται από την Γένεση, «Άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς». Κάθε ενότητα περιλαμβάνει 11 ποιήματα, σύνολο 33 ποιήματα που κοσμούν και πλουτίζουν αυτό το βιβλίο.
Στο πρώτο μέρος με την ενδειξη Άρσεν συναντάμε από τον Οιδίποδα και τον Οδυσσέα μέχρι τον Κρίτωνα και τον Οράτιο, τον Μαγκρίτ και τον Τενεσή Ουίλιαμς, τον Γκωγκέν, τον Υπνο, τον Νάρκισσο, τον Γουέμπστερ και τον Ύπνο. Τόσο διαφορετικά και ανόμοια πρόσωπα μεταξύ τους χωρίς – πάντα φαινομενικά – κάποιο στοιχείο να τους συνδέει κι όμως κοινός παρονομαστής είναι η κοινή μοίρα των ανθρώπων. Όπως λέει στο ποίημα ο Οιδίπους «΄Όταν θα έχω μάθει πώς να ζω / θα έχει έρθει η ώρα να πεθάνω» και σε άλλο στίχο «όλα τα μυστικά του κόσμου που εσύλησα / να προσθέσουν δεν θα μπορούν / ούτε μια μέρα παραπάνω στη ζωή μου΄» ή στο δικό του αυτοαναφορικό ποίημα ο Τενεσή Ουίλιαμς θα μας πει «Μπορώ να κατοικήσω σε μια μέρα;» γιατί «η κάθε μέρα της ζωής / μια διαρκής ιεροτοπία» και «όλη η ζωή χωρά σε ένα καλοκαίρι». Η συνειδητοποίηση λοιπόν του εφήμερου, της θνητότητας, του μάταιου. Σε όλη τη διάρκεια της επίγειας ζωής η περιπλάνηση, η φυγή από τον μεγαλύτερο εχθρό του ανθρώπου που είναι ο ίδιος του ο εαυτός κι αν μπορέσει, αν καταφέρει στο τέλος να συμφιλιωθεί μαζί του θα βρει την σωτηρία, αρκεί να υπηρετήσει κατά την διάρκεια της ζωής του τις αιώνιες, υπέρτατες αξίες όπως στο ποίημα ο Κρίτων που παροτρύνει τον Σωκράτη να φύγει «φύγε / προς την αιωνιότητα Σωκράτη / πριν τέτοιες σκέψεις / ήμερες και εφήμερες σε αγγίξουν». Μα λύτρωση δίνει και η αγάπη όσες μορφές και να πάρει, λέει λοιπόν ο Οδυσσέας «Ένα και μοναδικό πρόσωπο αγαπάμε / καθώς παίρνει μαζί μας / διάφορες μορφές μέσα στον χρόνο», και ο δρόμος, η οδός της τέχνης χαρίζει το χρώμα της αθανασίας όπως μας λέει ο Φλωμπέρ στο ποίημα του «Δεν είναι η δύναμη /μα η αδυναμία / φοβάσαι μη σπάσει κάποια νότα στο τραγούδι / τη λέξη που δεν θα΄ναι η σωστή στο ποίημα / ή μη τυχόν και σε παρεξηγήσουν / όμως / δεν είναι η δύναμη σου » μα η φαινομενική αδυναμία αυτή που γεννά την συγκίνηση.
Και θήλυ, με την συνέχεια της βιβλικής ρήσης ξεκινά η δεύτερη ενότητα της ποιητικής συλλογής αφιερωμένη σε, και αποτελούμενη από, ποιήματα-πορτραίτα γυναικών παγκόσμιας φήμης και ακτινοβολίας, προσωπικότητες που έγραψαν ιστορία και έμειναν ζωντανά παραδείγματα στην μνήμη των ανθρώπων. Από την αρχαία ελληνική μυθολογία ως την σύγχρονη λογοτεχνία μιλούν συγγραφείς, ποιήτριες ηρωίδες λογοτεχνικών βιβλίων. Από την Δανάη ώς την Ιφιγένεια και από την Άννα Αχμάτοβα ώς την Γιουρσενάρ και την Μαρία Πολυδούρη ή το κοριτσάκι με τα σπίρτα. Γράφουν και αναδεικνύουν πολλά θέματα οι γυναίκες της θυσίας, της προσφοράς, της γενναιότητας, είναι οι γυναίκες που κυνηγημένες παλεύουν, αγωνίζονται να αποκτήσουν την ανεξαρτησία, την αυτονομία, την αυτόφωτη αξία τους στον έρωτα, την δημιουργία, την ζωή. Θέλουν να αποτινάξουν τον ζυγό της καταπίεσης αιώνων και να ορίσουν πια εκείνες την μοίρα τους. Η κυνηγημένη Δανάη περιπλανιέται διωγμένη από κάθε αφιλόξενη γη για κείνη, ζητά και ψάχνει έναν τόπο να στεριώσει. Η Γιουρσενάρ είναι η αέναη, ζωοφόρος, εκρηκτική δύναμη που γεννά, πλάθει τον κτιστό κόσμο, την ίδια την φύση. Η Πολυδούρη διψά για την ουσία της ζωής, τον έρωτα της ποίησης και το εκφράζει, το αποτυπώνει με αυτά τα λόγια της «τι να τα κάνω τα ποιήματα / την ποίηση εγώ ζητώ». Η Ιφιγένεια η κόρη της ακούσιας, άδικης θυσίας αναρωτιέται για το δίκιο της, η Φαίδρα του έρωτα υμνεί και αποζητά συμβολικά το ολόγιομο φεγγάρι για το δικαίωμά της να ζήσει ελεύθερη τον έρωτα. Η Αχμάτοβα καταλαγιάζει μόνο με τις αναμνήσεις, καταλήγει και διαπιστώνει με πικρία «δεν έχω τίποτε δικό μου». Η Κυρά της θάλασσας πορεύεται, αναζητά και στοχάζεται ενώ βρίσκεται ανάμεσα στο υγρό στοιχείο – το συναίσθημα που συμβολίζει η θάλασσα – και τα όνειρα, τα ταραγμένα νερά του εσώτερου εαυτού της , ψάχνει ανενδοίαστα να βρει, να συναντήσει την γαλήνη ξανά. Το κοριτσάκι με τα σπίρτα θέλει να δραπετεύσει από την επιβαλλόμενη μοίρα της, από την μοναξιά, την εγκατάλειψη, την φτώχεια, την παγωνιά που θα την οδηγήσει στον θάνατο και θέλει τόσο πολύ να αλλάξει την μοίρα της και να ζήσει. Η ποιητική συλλογή της Σάρας Θηλυκού ολοκληρώνεται με το τρίτο μέρος που περιλαμβάνει ποιήματα ανάλογου περιεχομένου και σύμφωνα με την κατάληξη της βιβλικής φράσης εποίησεν αυτούς. Η ποιήτρια αφήνει πίσω τον εγωκεντρικό, μεταμοντέρνο, κατακερματισμένο άνθρωπο και προτείνει, προσβλέπει, αναδεικνύει την πεμπτουσία της ανθρώπινης ύπαρξης που ενυπάρχει στον πυρήνα αυτής της μαγικής πρότασης της Βίβλου, στην δημιουργία της σχέσης, στην συνάντηση, στην συμπόρευση με τον/την άλλον/η. Δίνει την ποιητική-οντολογική απάντηση στην θνητότητα, στο πεπερασμένο της ύπαρξης μέσω του άλλου προσώπου. Αίμα και νερό, Ψυχή και σώμα, Χώματα και νερά, Ρήγας και ρήγισσα, είναι κάποιοι τίτλοι ποιημάτων που συγχρόνως δηλώνουν/είναι και συστατικά της ίδιας της ζωής για να υπάρξει αυτή και να γίνει βίος/βίωμα/ζήση/ύπαρξη/ένωση. Νοηματοδοτείται έτσι η αυταξία του «εγώ» που γίνεται «εμείς» αποκτά άλλη διάσταση, μετατίθεται, μοιράζεται με τον άλλον, γίνεται η δύναμη του «μαζί», συναντά την αγάπη και με αυτόν τον τρόπο αγγίζει την αθανασία. ‘Ολη η θεωρία της συνύπαρξης και των δυνατοτήτων της ξεδιπλώνεται εδώ, γίνονται συναντήσεις στο διηνεκές μέσα από κύκλους ιστορικούς, προσωπικούς μέσα από την δημιουργία, την τέχνη, τον λόγο, την ποίηση. Συμβαίνει αυτή η συνεχής διακειμενική συνομιλία του ποιητικού λόγου του ποιητικού υποκειμένου με τον χρόνο και πέρα από τον χρόνο με πρόσωπα της τέχνης με στοχαστικό υπόβαθρο που διατρέχει και διαμορφώνει το ποιητικό σύμπαν της Σάρας Θηλυκού το οποίο πάλλεται και σφύζει από σκέψη, ζωή, αρμονία και εσωτερικές ζυμώσεις πραγματώνοντας την θάλλουσα συμβάδιση ανθρώπου και ποίησης. Με λιτό αλλά καίριο, ουσιαστικό, εμβριθή νεωτερικό λόγο γράφει ώστε οι λογοτεχνικοί ήρωες/ηρωίδες της να είναι οικείοι, προσηνείς, επίκαιρα σημερινοί και ταυτόχρονα διαχρονικοί καθώς μας εμπιστεύονται και μας εκφράζουν την προσωπική τους ιστορία. Το εξόριστο «εγώ» μεταθέτει την δύναμη και την αδυναμία του ενώ ταυτόχρονα μαθαίνει να μοιράζεται, να γίνεται δοτικό, αγαπητικό, γενναιόδωρο. Μέσα από τον πλουραλισμό, την ποικιλομορφία του «εμείς» αναγεννάται και κατευθύνεται προς την οδό της ελευθερίας και της αγάπης.
Πρέπει να ξέρω / όλο ρωτώ / πόσες στιγμές του κόσμου αυτού / να μου αναλογούν ακόμη / αν με αγαπάς / πρέπει να ξέρω / τη μόνη δύναμη μου αυτή (από το ποίημα Χώματα και νερά)