Ο ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΩΝ ΚΗΠΟΥΡΩΝ
Με λένε Φόβο
Μ’ αυτό το όνομα με γνωρίζουν οι άνθρωποι
Δεν έχω ένα πρόσωπο
Έχω πολλά
Ο μεγαλύτερος εχθρός μου είναι οι κήποι
Αυτοί που ευδοκιμούν
Και αναπαράγονται γρήγορα
Στα όνειρα των ανθρώπων
Είναι οι πρώτοι στίχοι του πρώτου ποιήματος της νέας ποιητικής συλλογής του Στέλιου Λουκά με τίτλο «Με λένε Φόβο», εκδόσεις Κέδρος 2021.
Παραθέτω ένα απόσπασμα από το ποίημα με τίτλο ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΙΜΟΡΡΑΓΟΥΝ, από την προηγούμενη ποιητική συλλογή του ποιητή με τίτλο «ΑΜΥΘΗΤΟΣ ΚΗΠΟΣ», εκδόσεις Κέδρος 2011. Εκεί ο Λουκάς γράφει:
Τα χρόνια αιμορραγούν/Οι κήποι εδώ/Πάντα εδώ/Ταΐζουν τους πεινασμένους/Περιθάλπουν τους απελπισμένους/Πολλοί προβλέπουν/Ότι θα είναι ο σίτος του μέλλοντος.
Γι’ αυτό, σ’ αυτούς τους ανθισμένους, αμύθητους κήπους ο Στέλιος Λουκάς θα φυτέψει πάλι τις λέξεις του.
Η παρούσα συλλογή αποτελεί οργανική και θεματική συνέχεια της προηγούμενης. Γιατί δεν υπάρχουν διαχωριστικά φράγματα στο νερό που κυλάει υπόγεια, τα ποτάμια ενώνονται μεταξύ τους, γιατί ο Φόβος, αυτός ο σιδερένιος βραχνάς που μας κυριεύει όλο και περισσότερο τον τελευταίο καιρό και σφίγγει το περιλαίμιό του γύρω από τον λαιμό μας, μπορεί να ξορκιστεί μόνο με τον προσωπικό ανθισμένο κήπο που ζει και αναπνέει μέσα σε κάθε ποιητή, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Γενναία σ’ αυτή την ποιητική συλλογή ο Στέλιος Λουκάς αντιμετωπίζει κατάματα τον Φόβο, τον προσωπικό και τον συλλογικό. Και τον αντιμετωπίζει με τους σπόρους των λέξεων του, με τα αναρριχητικά φυτά των στίχων του, με τα λουλούδια των ποιημάτων του.
ΑΠΟΔΙΩΧΝΩ ΤΟΝ ΦΟΒΟ
Αποδιώχνω τον φόβο
Φυτεύοντας λέξεις
Σε κήπους ξεχασμένους
(από τη συλλογή ΜΕ ΛΕΝΕ ΦΟΒΟ, Κέδρος 2021)
Τα δάχτυλα των ποιητών που κρατούν την πένα, το μολύβι, το στυλό, αυτά τα ίδια δάχτυλα που ακουμπούν στα πλήκτρα του υπολογιστή αποκτούν μία άλλη ευαισθησία, γίνονται κεραίες, τα μάτια των ποιητών μπορούν να διαπερνούν την ομίχλη του χρόνου και να ατενίζουν το μέλλον. Ο Στέλιος Λουκάς παρατηρεί γύρω του με μία οξεία κοινωνική ματιά, στοχάζεται, επαγρυπνεί, προειδοποιεί.
Πλησιάζει, μας επισημαίνει ο ποιητής, η αυτοκρατορία του Φόβου και αν συνεχίσουμε να ζούμε εφησυχασμένοι μέσα στους μικροσκοπικούς, περίκλειστους κόσμους μας, αδιάφοροι για όσα συμβαίνουν γύρω μας, σύντομα, πολύ σύντομα τα πλοκάμια του θα εξαπλωθούν σε όλη τη γη.
Δεν είμαι απλώς μία λέξη
Είμαι ο Φόβος
Ένα αρχέγονο συναίσθημα, συνυφασμένο με τον Θάνατο, αρχετυπικό και προαιώνιο που ωστόσο μέσα στις σύγχρονες κοινωνίες των απελπισμένων, όπου πια όλο και λιγότεροι άνθρωποι συμμετέχουν σε πορείες και επαναστάσεις, όπου όλο και περισσότεροι άνθρωποι πέφτουν στον βαθύ λήθαργο της επανάπαυσης, όταν όλη η γη πυρακτώνεται και οδεύει στην καταστροφή, όταν ο ένας ιός μετά τον άλλο χτυπά αλύπητα μία ανθρωπότητα που μαστίζεται από τη φτώχεια, τις κοινωνικές αδικίες, την πείνα και την εξαθλίωση, ο Φόβος γιγαντώνεται.
Κοιμόμαστε
Κοιμόμαστε βαθιά
Κανένας θόρυβος δε μας ξυπνά
Καμιά διαμαρτυρία απελπισμένων
Κοιμόμαστε
Μόνο ο Φόβος μένει ξάγρυπνος
Αυτός δεν κοιμάται ποτέ
Σχεδιάζει
Συνεχώς σχεδιάζει νέους τρόπους
Άλωσης των ανυπότακτων
Αυτών που θα μπουν στον πειρασμό κάποτε
Να μην κοιμηθούν
Γιατί ο Φόβος είναι ευτυχισμένος
Μόνο όταν όλοι οι άνθρωποι κοιμούνται (απόσπασμα από το ποίημα ΚΟΙΜΟΜΑΣΤΕ)
Δεν κρούει όμως μόνον ένα κώδωνα κινδύνου ο ποιητής σ’ αυτή τη συλλογή. Ούτε είναι η συλλογή αυτή ένα ψυχρό δοκίμιο για τον Φόβο. Με μία λεπταίσθητη ευαισθησία και ενσυναίσθηση γίνεται ο μονόχειρας μοτοσικλετιστής που οδεύει κατευθείαν στον χαμό του. Μήπως εξάλλου άλμα πάνω από την άβυσσο δεν αποτελεί κάθε ποίημα και μήπως τελικά κάθε ποιητής δεν είναι ένας μονόχειρας μοτοσικλετιστής;
Στον κίνδυνο
Πράσινα και κόκκινα φώτα
Πουθενά το δικό του χρώμα
Γκαζώνει και φεύγει
Αναζητώντας το μαύρο της έλλειψης.
(από το ποίημα ΜΟΝΟΧΕΙΡΑΣ ΜΟΤΟΣΙΚΛΕΤΙΣΤΗΣ)
Τρυφερότητα, λυρισμός και ευαισθησία αποτελούν τα γνωρίσματα της ποίησης του Στέλιου Λουκά. Υπάρχει μία απαλή βροχή που νοτίζει τις σελίδες της συλλογής.
Βρέχει απαλά/σχεδόν ερωτικά/Κι όλα θροΐζουν στις άκρες των δρόμων
(απόσπασμα από το ποίημα ΒΡΕΧΕΙ ΣΤΟΥΣ ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ)
Στρατιώτες του εχθρού/ Ανοίγουν νέες τάφρους/ Στην κοιλάδα των ονείρων/…/Μία νέα μέρα ξημερώνει/Φόβο θα την ονομάσουνε/του μέλλοντος οι τυμβωρύχοι.
(απόσπασμα από το ποίημα ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ).
Αντίδοτο του Φόβου είναι η Ομορφιά που διαποτίζει τους στίχους του ποιητή. Το βιολί που παίζει ένα παιδί στους κήπους του σύμπαντος, όπως το περιγράφει στο ποίημά του ΕΝΑ ΦΟΒΙΣΜΕΝΟ ΠΑΙΔΙ. Η Μουσική Συμφωνία, το Μεγάλο Ποίημα του Κόσμου, ο Τεράστιος Πίνακας που ζωγραφίζουν όλοι οι ζωγράφοι όλων των εποχών είναι το αντιστάθμισμα του Φόβου. Δεν ερχόμαστε, λέει ο αρχαίος τραγωδός μέσα από το στόμα της ηρωίδας του, για να πάρουμε μέρος στο μίσος, αλλά στην αγάπη. Δεν ερχόμαστε στον κόσμο για να μισούμε, αλλά για να δημιουργούμε, γράφει ο Στέλιος Λουκάς.
Ο ποιητής στη συλλογή αυτή μας προτείνει μίαν άλλη εκδοχή του Κόσμου. Στο ζοφερό και μαύρο σύμπαν που επικρατεί η Αδικία, η Απελπισία και ο Θάνατος, ο ποιητής μας προτείνει την Ομορφιά, την Τέχνη, την Αυτογνωσία. Προτάσσει την αθωότητα απέναντι στη βαρβαρότητα, την ορθογραφία της αγάπης απέναντι στην ανορθογραφία του μίσους. Το Ρόδο που ανθίζει στο χιόνι απέναντι στον Φόβο που φυτρώνει μέσα μας.
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος/ Εσύ είσαι ο δρόμος/Εσύ το ταξίδι και ο προορισμός/Σ’εσένα πρέπει να φθάσεις/…/Να γνωρίσεις εκείνο που διαφεύγει.(από το ποίημα ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΛΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ)
Ο εσωτερικός κόσμος είναι ο εσωτερικός κήπος. Εκεί ο άνθρωπος μπορεί να βρει τη δύναμη και το σθένος να αντιμετωπίσει όλους τους δαίμονες και κυρίως τον Μεγάλο Φόβο. Τα αποθέματα δύναμης βρίσκονται μέσα στον καθένα και στην κάθε μία μας λέει ο ποιητής, απλώς πρέπει να γνωρίσουμε τις δυνατότητές μας. Να σκάψουμε και να καλλιεργήσουμε τον κήπο μας. Και να τον προστατέψουμε από την άλωση των βαρβάρων.
Ο κίνδυνος των βαρβάρων υπάρχει πάντα/Κανείς δεν γνωρίζει πότε θα έρθουν πάλι ή αν ήδη/Κυκλοφορούν/ανάμεσά μας μεταμφιεσμένοι/ δηλώνει στο ποίημά του ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΘΑΝΑΤΟ ΗΡΩΙΚΟ.
Ποιος ο ρόλος του ποιητή σύμφωνα με τον Στέλιο Λουκά αυτούς τους χαλεπούς, δυσοίωνους καιρούς;
Μα να γίνει ο επίμονος Κηπουρός, να προστατέψει και να διαφυλάξει το πνεύμα και τη ψυχή, να μεταλαμπαδεύσει την Τέχνη, να κρατήσει ζωντανή τη φλόγα της και κυρίως να μείνει πιστός και ηρωικός στην αποστολή του. Ο ποιητής οφείλει να διασώσει το Ποίημα και το Ποίημα διασώζει τελικά τον Άνθρωπο.
Το κελάηδημα του πουλιού είναι ο θρήνος του για τη χαμένη ελευθερία γράφει ο ποιητής.
Για να απελευθερωθούμε από τη μουντή κυριαρχία του Φόβου, πρέπει να τολμήσουμε να ανοίξουμε το κλουβί. Μόνον έτσι θα πετάξουμε.
Να βιώσουμε το τώρα, να αποκτήσουμε συναίσθηση και συνείδηση, να στρέψουμε το βλέμμα στους πρόσφυγες που πνίγονται καθημερινά στις θάλασσές μας, να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε, αυτός είναι ο εναλλακτικός κόσμος που προτείνει ο Στέλιος Λουκάς.
Στη μηχανή του Φόβου να είσαι όχι το λάδι αλλά η άμμος καταλήγει ο ποιητής.
Η συλλογή τελειώνει με ένα εξαιρετικό ποίημα. Παραθέτω ένα απόσπασμα:
–Πώς επιζούν τα πουλιά με τόσα αρπακτικά εκεί έξω; ρωτάει η κυρία Μακλέιν τον κύριο Ρος. Και αυτός απαντά:
–Κυρία Μακλέιν, μπορώ να σας το αποκαλύψω
Τρέφονται με ποιήματα
Τρέφονται με ποιήματα και αποκτούν
Τεράστιες ανθεκτικές δυνάμεις
Και νομίζω ότι αυτή είναι και η πιο σημαντική αποκάλυψη που κάνει ο ποιητής Στέλιος Λουκάς στους αναγνώστες αυτής της ποιητικής του συλλογής.
.