You are currently viewing Χρ. Δ. Αντωνίου: Γιώργος Βέης, Εκεί, Κέδρος

Χρ. Δ. Αντωνίου: Γιώργος Βέης, Εκεί, Κέδρος

«…δεν έχω πια την αίσθηση ότι είμαι συγγραφέας, αλλά ένα δέντρο στο δάσος του. Συνειδητοποιώ ότι δεν έγραψα αυτά τα βιβλία απλά για να περιγράψω ένα τοπίο, αλλά για να παραμείνω μέρος του» (Ντανί Λαφεριέρ).

 

Το 2018 παρουσιάζοντας στο Περί ου το βιβλίο του Γιώργου Βέη: «Ινδικοπλεύστης» έγραφα: «Ίσως κιόλας να μην είναι υπερβολικό να λέγαμε ότι ο Ινδικοπλεύστης αποτελεί μια δεξαμενή ποιημάτων, αφού τα ποιήματα βγαίνουν, κατά τον Σεφέρη, από καταποντισμένες μνήμες. Κι εδώ δεν μιλάμε για μυθοπλασίες, αλλά για μαρτυρίες του συγγραφέα. Μαρτυρίες για όσα είδε «Εκεί», τα οποία προσπαθεί να τα εσωτερικεύσει και να (μας) ταξιδέψει μέσα σ’ όλα αυτά σαν άλλος Οδυσσέας».

 Αυτό το «Εκεί» που χρησιμοποίησα χωρίς καμιά πληροφόρηση του Βέη, αφού  και ο ίδιος πιθανόν να μην  ήξερε τότε  ακόμη τον τίτλο του επόμενου βιβλίου του, έπαιρνε μέσα μου τις γεωγραφικές διαστάσεις της Άπω Ανατολής (Κίνα, Βιετνάμ, Ινδονησία, Ιαπωνία κ.ά.), αλλά και τις αντίστοιχες πνευματικές-πολιτισμικές. Και να, που το καινούργιο του βιβλίο   έχει ως τίτλο του: «Εκεί» και για μια φορά ακόμη ο συγγραφέας του αναλαμβάνει να μας μιλήσει για όσα βίωσε, παλαιότερα ή πρόσφατα, στα μακρινά αυτά για μας μέρη και να μας τα δώσει με μια «μετακένωση» διηθημένα σ’ ένα κοντινό και γοητευτικό «Εδώ». Αυτά τα δύο, και όχι μόνο τοπικά, επιρρήματα εν συναιρέσει συνιστούν τον αενάως ταξιδεύοντα συγγραφέα, και διαρκώς παρόντα στο «Εδώ», Γιώργο Βέη. Ο ίδιος ομολογεί ότι «…δεν κινούμαι. Δεν φεύγω. Δεν έρχομαι. Εν-τοπιούμαι… Σαν να ήμουν πάντα ένας εδώ».

Με αφορμή αυτό το καινούργιο βιβλίο του Βέη ας μου επιτραπούν λίγες σκέψεις, που δεν θα ήθελα να θεωρηθούν ως μια ολοκληρωμένη παρουσίασή του, αφού κιόλας δεν θα υπεισέλθω  σε λεπτομέρειες των κεφαλαίων του, παρά μόνο ως μια πρώτη αντίδραση.

Αυτή λοιπόν τη μετακένωση ο Βέης είναι ίσως ο μόνος που μπορεί να την επιτελέσει τόσο δημιουργικά χάρη στη μεγάλη πείρα που του έδωσαν η πολύχρονη παραμονή του ως διπλωμάτη σ’ αυτά τα μέρη αλλά και τα πάμπολλα ταξίδια του σ’ όλο τον κόσμο. Στα 35 χρόνια της σταδιοδρομίας του στον διπλωματικό κλάδο ο επί τιμή σήμερα πρέσβης Γιώργος Βέης ταξίδεψε στις πέντε ηπείρους. Έζησε και εργάστηκε στη Ν. Υόρκη από το 1983-1989, στην  Κίνα άλλα οκτώ χρόνια ταξιδεύοντας στις αχανείς εκτάσεις της και από το 2010-2015 στο Αρχιπέλαγος της Ινδονησίας. Εδώ πρέπει να προσθέσουμε ακόμη την παραμονή του στη Γερμανία, στη Μελβούρνη της Αυστραλίας, στο Σουδάν κ.α. Το ταξίδι διαδραμάτισε για τον Βέη σπουδαίο ρόλο στη διαμόρφωση τόσο της προσωπικότητάς του όσο και της ιδιότητάς του ως συγγραφέα και ποιητή. «Το ταξίδι είναι το ανοιχτό Σχολείο, το οποίο μας υποδέχεται μέρα-νύχτα… είμαστε όλοι μας φορείς πολιτισμών» λέει σε συνέντευξή του στο Liberal.gr για τη Λογοτεχνία, την Ποίηση, το Ταξίδι. «Ποίηση και ταξίδι έχουν την ίδια υπόσταση και το ίδιο αίμα». Και τα δύο οδηγούν σε μια βαθιά συνειδητοποίηση και ταύτιση με το  βαθύτερο είναι μας . Μ’ αυτή τη σκέψη νομίζω πως μπορεί κανείς να κατανοήσει την προμετωπίδα αυτού του σημειώματος, η οποία αποτελεί και τη μία από τις δύο προμετωπίδες του βιβλίου του.

Το «Εκεί» όμως δεν εντάσσεται  στις κλασικές περιπτώσεις της ταξιδιωτικής λογοτεχνίας (πβλ: Ν. Καζαντζάκη, Κ. Ουράνη, Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου κ.ά.), είδος που  σήμερα ίσως δεν πολυχρειάζεται, αφού πολλοί είναι αυτοί που  ταξιδεύουν εύκολα με τα αναπτυγμένα μέσα μεταφοράς και πολλοί περισσότεροι ταξιδεύουν νοητικά με τη βοήθεια του internet. Το «Εκεί», συνεχίζοντας την παράδοση των οκτώ προηγούμενων βιβλίων του Βέη, αποτελεί μια σειρά από βιωματικές μαρτυρίες για πράγματα, καταστάσεις, στοιχεία πολιτισμού με τα οποία ο ποιητής και συγγραφέας  Βέης διαλέγεται με αφορμή την παραμονή του σ’ αυτά τα μακρινά μέρη της Άπω Ανατολής. Μαρτυρίες ακόμη, με πλούσιες παραπομπές,  για όσα έγραψαν άλλοι συγγραφείς για τις ίδιες χώρες ή για τα ίδια πράγματα που τον απασχολούν. Μαρτυρίες μέσα σε χρόνο για τόπους για τους οποίους έχει ξαναγράψει σε όλα του σχεδόν τα βιβλία, πράγμα που σημαίνει πως η αγάπη του γι’ αυτούς τον παρακινεί να βρίσκεται κοντά τους και να μας μιλά διαρκώς γι’ αυτούς, να μας αποκαλύπτει τα μυστικά βιώματα μιας εσωτερίκευσης που ξεκινάει από τον τόπο, το «τόδε τι».  Πρόκειται δηλαδή στην ουσία για μια έντονη ερωτική σχέση που κάθε φορά που βρίσκεται  σε έξαρση, σε κάθε του δηλαδή ταξίδι σ’ αυτούς,  γεννάει κι ένα βιβλίο.

Τα παραπάνω μαρτυρούν ότι ο συγγραφέας, αν και ξεκινάει από το συγκεκριμένο, δεν το εκμεταλλεύεται αντικειμενικά και κατά το αναμενόμενο. Δεν ακολουθεί κάποιο πρωτόκολλο ενός ταξιδιωτικού ή, έστω, πνευματικού  guide που επιβάλλει κάποιες συγκεκριμένες ευθύγραμμες και μετρήσιμες διαδρομές. Η γραφή του Βέη είναι αναπάντεχη και αντισυμβατική. Δεν έχει, θα έλεγα, τη ροή της πεζογραφίας. Έχει ένα συνειρμικό ποιητικό πετάρισμα, αφού τέτοιες αναζητήσεις  του βαθύτερου είναι του δεν προσεγγίζονται με πεζογραφική τάξη. Άλλωστε ο Βέης είναι οπαδός μιας «ενιαίας γραφής», που δεν βάζει όρια, όπως ίσως άλλοι συγγραφείς, ανάμεσα στη δήλωση και την υποδήλωση. Η μέλισσα πηγαίνει σ’ όποιο λουλούδι θέλει κι όπως θέλει. Το ζητούμενο  είναι το μέλι. Ο ίδιος με τα λόγια του Πιερ Ασουλίν ομολογεί ότι «δεν υπάρχει καλύτερος οδηγός από την εσωτερική πυξίδα με το χαραγμένο από ένστικτα και προαισθήσεις ανεμολόγιό της».   Έτσι λοιπόν ο συγγραφέας  πλησιάζει τα πράγματα με ενθουσιασμό παιδιού και με ποιητική διάθεση, χαρακτηριστικά που αποτελούν τη βάση για κάθε στοχαστική προσαρμογή που τελικά βάζει σε τάξη το χάος  του κόσμου αλλά και το δικό του. Ενδεικτικό είναι το περιστατικό, όταν τυχαία σε κάποιο δρόμο στο Βιετνάμ συναντάει ένα «πιτσιρικά» με μια σφυρίχτρα που μάλλον είναι βουλωμένη από κάποιο σκουπιδάκι και δεν λειτουργεί. Ο μικρός δίνει με παιδική αφέλεια  στον συγγραφέα τη σφυρίχτρα του να την ξεβουλώσει ή ίσως για να σφυρίξουν εναλλάξ μέσα στον πολύβουο δρόμο, πράγμα που κάνουν και οι δύο, το παιδί κι ο ποιητής. Η ποιητική μεταγραφή ήδη γίνεται στο τέλος της σκηνής αυτού του περιστατικού, αφού όπως σημειώνει ο συγγραφέας: «Η σφυρίχτρα, εξ ορισμού εχθρός του χάους, ελέγχει την τάξη. Το αίτημα της αρμονίας στα χείλη ενός παιδιού».

Αριστουργηματική είναι η γραφή του όταν, ευρισκόμενος  στο Τόκιο, επισκέπτεται το Μαυσωλείο του Ζουϊχόντεν, ένα κόσμημα της επαρχίας Μιγιάγκι, μιάμιση περίπου ώρα με το τρένο από την πρωτεύουσα. Κύριο θέμα εκεί για δημιουργικούς συνειρμούς είναι οι «δώδεκα παρθένες», που τις έχει φιλοτεχνήσει στην πρόσοψη του Μαυσωλείου έμπειρος ξυλογλύπτης. Αφού, καταρχάς, ο συγγραφέας περιγράψει την κινητικότητα των σωμάτων τους, το ομιλητικό τους βλέμμα, την κοριτσίστικη σεξουαλικότητά τους, την εν γένει ομορφιά τους, που δικαίως θα μπορούσε κανείς  να τις κατατάξει στην κατηγορία των «θηλυκών αγγέλων», παρατηρεί ότι «τα πέλματά τους είναι στραμμένα προς το μέρος μας». Αυτό, καθώς γράφει, αποτελεί μια καινοτομία, γιατί ο παλαιός αυστηρός κανόνας επιτάσσει την μη προβολή των πελμάτων. Σ’ αυτό το σημείο αρχίζει ο συγγραφέας να αναζητά στοχαστικά τις αιτίες αυτής της «παράβασης», η οποία «θα προκάλεσε μάλλον ένα μέρος της εγχώριας εικαστικής τάξης», γιατί μάλλον «αποτελεί συνεισφορά στη λειτουργική δράση της μορφολογικής παράβασης. Μια διάσπαση του Κανόνα με επιμελημένη δεξιότητα: ο μάστορας διεκπεραιώνει το ειδικό, το προσωποπαγές του υφολογικό διάβημα μέσα από τις συμφραζόμενες έννοιες του πέλματος(…). Η ανατροπή της κατεστημένης γλυπτικής παράστασης ανοίγει, εν τέλει, τον δρόμο στην κατάκτηση της αρχής της ατομικότητας(…). Η αρχετυπική συσπείρωση στο απολύτως παραδεκτό αναιρείται προς όφελος μιας δυναμικής χειραφέτησης».

Πότε λοιπόν με περισσότερη ποιητικότητα και πότε με περισσότερη στοχαστικότητα η γραφή του Βέη μας αποκαλύπτει τη διαλεκτική του. Μας κάνει να νιώσουμε τα ταξίδια του με τη δική του ευαισθησία, το δικό του στοχασμό. Με αυτές τις λίγες σκέψεις, που έδειξαν κάπως όσα στην αρχή αυτού του σημειώματος υπονόησα για την ποιητικότητα της γραφής του Βέη, το είδος των ταξιδιωτικών του μαρτυριών που συνεχίζονται στο «Εκεί», τελειώνω περιμένοντας το επόμενο βιβλίο του, το δέκατο κατά σειρά.

 

Χρήστος Αντωνίου

Ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ είναι δρ. Φιλολογίας και το διδακτορικό του εξετάζει τη «λαϊκή παράδοση» στο έργο του Γιώργου Σεφέρη, η ποίηση του οποίου τον απασχολεί και σε επόμενα βιβλία και άρθρα. Υπηρέτησε στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, χρημάτισε Διευθυντής Λυκείου και Σχολικός Σύμβουλος φιλολόγων στην Αθήνα, δίδαξε στο Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξελών και στην Ακαδημία Λαμίας, σε επιμορφούμενους δασκάλους. Υπήρξε μέλος τριών Δ.Σ της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων. Έχει εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές, και συνεργάζεται με πολλά περιοδικά.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.