[…] Τότε λοιπόν (στον εξοστρακισμό2 του Αριστείδη), όταν γράφονταν τα όστρακα, λέγεται πως κάποιος αγράμματος και εντελώς άξεστος έδωσε το όστρακο στον Αριστείδη, όπως ακριβώς σ’ έναν τυχόντα, και τον παρακάλεσε να γράψει πάνω «Αριστείδης».
Εκείνος παραξενεύτηκε και τον ρώτησε μήπως ο Αριστείδης του ’χε κάνει κάποιο κακό.
«Κανένα», του είπε αυτός, « αλλά με ενοχλεί να ακούω παντού ο Δίκαιος και ο Δίκαιος». Σαν τ’ άκουσε αυτά ο Αριστείδης, δεν του ’πε κουβέντα σε απάντησή του, αντίθετα έγραψε το όνομα στο όστρακο και του το ’δωσε πίσω.
Όταν πλέον εγκατέλειπε την πόλη, σήκωσε τα χέρια του στον ουρανό και έκανε την αντίθετη, ως φαίνεται, ευχή από αυτήν του Αχιλλέα, δηλαδή να μην τα φέρει καμιά περίσταση στους Αθηναίους έτσι, που να αναγκάσει τον λαό να θυμηθεί τον Αριστείδη. […]
[…] Και όταν3 ο Θεμιστοκλής ανακοίνωσε στον λαό πως έχει κάποιο σχέδιο και μια σκέψη που όμως δεν πρέπει να κοινοποιηθεί, αλλά είναι ωφέλιμη και σωτήρια για την πόλη, οι πολίτες τού υπέδειξαν να το μάθει μόνο ο Αριστείδης και να την εξετάσουν από κοινού οι δυο τους.
Είπε λοιπόν ο Θεμιστοκλής4 στον Αριστείδη ότι σκέφτεται να κάψει τον ναύσταθμο των Ελλήνων, γιατί έτσι οι Αθηναίοι θα γίνουν οι ισχυρότεροι και οι κυρίαρχοι όλων.
Τότε παρουσιάστηκε ο Αριστείδης μπροστά στον λαό και είπε ότι δεν υπάρχει άλλη πράξη ούτε ωφελιμότερη ούτε αδικότερη από αυτήν που σκέφτεται να κάνει ο Θεμιστοκλής. Αυτά σαν άκουσαν οι Αθηναίοι, έδωσαν εντολή στον Θεμιστοκλή να βάλει τέλος σ’ αυτό που σκέπτεται.
Τόσο πολύ αγαπούσε ο λαός τη δικαιοσύνη, αλλά και τόση εμπιστοσύνη και ασφάλεια ενέπνεε ο άνδρας εκείνος στον λαό. […]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1) Αριστείδης (540-467/6 π. Χ.), ο γιος του Λυσίμαχου, που έμεινε γνωστός με την προσωνυμία ὁ δίκαιος για το ήθος του και την προσήλωσή του στην έννοια του δικαίου. Ήταν μαζί με τον Ξάνθιππο, τον πατέρα του Περικλή, ηγέτης του συντηρητικού κόμματος της Αθήνας και αντίπαλος του Θεμιστοκλή, του αρχηγού της δημοκρατικής παράταξης. Πολέμησε με γενναιότητα στη μάχη του Μαραθώνα, και το 483, επειδή αντιτάχθηκε στο ναυτικό πρόγραμμα του Θεμιστοκλή, διαβλήθηκε από αυτόν, εξοστρακίστηκε και εξόριστος έφυγε στην Αίγινα. Όμως το 480, όταν ο Ξέρξης βάδιζε κατά της Αττικής, ανακλήθηκε από την εξορία, αναγνώρισε την ορθότητα της πολιτικής του αντιπάλου του και πήρε μέρος στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, παίζοντας μάλιστα σπουδαίο ρόλο με την απόβασή του στην Ψυττάλεια και τη σκληρή μάχη που έδωσε εκεί. Έκτοτε έγινε βοηθός και συνεργάτης του Θεμιστοκλή. Το 479 αγωνίστηκε και στις Πλαταιές, και η εκτίμηση των Ιώνων προς το πρόσωπό του για την αρετή και την εντιμότητά του συνετέλεσε στην ίδρυση της Πρώτης Αθηναϊκής συμμαχίας και στην ανάθεση σε αυτόν του καθορισμού της εισφοράς του συμμαχικού φόρου. Ήταν συμπαθής σε όλες τις παρατάξεις για την πολιτική του σύνεση, την ευγένεια, γενικά την άψογη προσωπικότητά του, και τον τιμούσαν και τον θαύμαζαν όλοι οι Αθηναίοι.
Παρέμεινε σε όλη τη ζωή του φτωχός, μάλιστα λέγεται πως τον τάφο του στο Φάληρο τον έφτιαξε η πόλη, γιατί αυτός δεν άφησε χρήματα ούτε για την ταφή του, και ακόμη πως η πόλη προίκισε τις δύο κόρες του.
2) Ο νόμος του (ἐξ)οστρακισμοῦ, δηλαδή της εξορίας με απόφαση της Εκκλησίας του δήμου για δέκα χρόνια, καθιερώθηκε από τον Κλεισθένη (τέλη 5ου αι. π. Χ.) και είχε προληπτικό χαρακτήρα. Θεσπίστηκε ως προφυλακτικό μέτρο κατά πολιτικών ύποπτων για κατάλυση του νόμιμου πολιτεύματος και επιβολή τυραννίας ‒ αργότερα αποτέλεσε όπλο του κομματικού ανταγωνισμού. Η διαδικασία ήταν η εξής: Μία φορά τον χρόνο, η Εκκλησία του Δήμου αποφάσιζε αν συνέτρεχε λόγος να εφαρμοστεί ο νόμος του οστρακισμού. Εάν η απόφαση ήταν καταφατική, γινόταν η ὀστρακοφορία. Κάθε πολίτης δηλαδή χάραζε πάνω σ’ ένα κομμάτι σπασμένου αγγείου (ὄστρακον ) το όνομα του πολιτικού που ήθελε να εξοριστεί και το έφερνε σε ένα περιφραγμένο μέρος της αγοράς. Γινόταν η καταμέτρηση των οστράκων ‒ αν ο αριθμός τους ήταν μικρότερος των έξι χιλιάδων, δεν γινόταν οστρακισμός ‒ και εκείνος του οποίου το όνομα ήταν γραμμένο στα περισσότερα όστρακα έπρεπε εντός δέκα ημερών να εγκαταλείψει την Αθήνα. Μεταξύ των θυμάτων αυτού του θεσμού ήταν και άλλοι μεγάλοι πολιτικοί άνδρες, όπως ο Θεμιστοκλής, ο Κίμων, ο Περικλής (ο μόνος που δεν εξοστρακίστηκε), ο Αλκιβιάδης κ. ά. Όστρακα με τα ονόματά τους βρέθηκαν στις ανασκαφές στην αρχαία Αγορά, στο Μουσείο της οποίας και εκτίθενται.
3) Μετά τη μάχη των Πλαταιών (479 π. Χ.) και την επιστροφή των Αθηναίων στην πατρίδα τους, και λίγο πριν από τη νίκη στη μάχη της Μυκάλης, που αποτελεί την τελευταία κοινή επιτυχία όλων των Ελλήνων κατά των Περσών.
4) Το όραμα του δαιμόνιου, του διορατικού και ευφυούς Θεμιστοκλή ήταν μια Αθήνα ισχυρή και ασφαλής, και για να γίνει αυτό πίστευε πως έπρεπε να καταστεί η πρώτη κατά θάλασσα δύναμη στην Ελλάδα.
392