Πόσο της άρεσαν οι καλοκαιρινές νύχτες, ζεστές στην καρδιά του Ιουλίου και τον Αύγουστο, να κάθεται στο μπαλκόνι , αργά, ίσα που έπαιρνε να δροσίζει. Στο οπτικό της πεδίο ο γείτονας απέναντι στο ρετιρέ, κυριαρχώντας σε όλο το τετράγωνο απέναντι σε όλους ένα γύρω, με την έπαρση της σημαίας του , αναρτημένης καθημερινά ανελλιπώς άνευ λόγου και αιτίας που πλατάγιζε καθώς γύριζε ο αέρας και τυλιγόταν πάνω κάτω στο κοντάρι ξανά και ξανά κι από τις θριαμβικές μπλε και άσπρες ρίγες έμεναν ενδεικτικά άντε μια μπλε, μια άσπρη, μια ακόμα μπλε. Ο σκύλος του που γαβγίζει κάθε τόσο αλλά εκείνος αρνείται να τον βγάλει βόλτα. Η σιωπή μετά. Κάπου κάπου γαλαζωπό ένα βούισμα από κάποια αναμμένη , ξεχασμένη τηλεόραση λίγη ώρα μετά το τέλος του προγράμματος που όλοι πηγαίνουν για ύπνο κανονικά, κάποιοι διάλογοι μόνο στη διαπασών και κραυγές – σε ποια γλώσσα; Xωρίς αστέρια. Χωρίς μυρωδιές. Η νύχτα. Πρέπει στη ζωή να έχεις ένα διακόνημα κι ένα χειροτέχνημα- από ποια καλογερίστικη ηθική το είχε ανασύρει αυτό άραγε, αλλά έμοιαζε ενδιαφέρον. Δεν έχει τίποτε απ’ τα δυο, γι’ αυτό η ζωή της φεύγει μέσα από τα δάχτυλα, άχρηστη. Αγαπάει την καλοκαιρινή νύχτα. Όλοι έχουν πέσει για ύπνο, να αναπαραγάγουν την εργασιακή τους δύναμη, αύριο πάλι. Είναι η πολύτιμη ζωή τους και την σπρώχνουν να περάσει. Εκείνη όχι. Μένει και περιμένει, στην όμορφη νύχτα.
Αρχοντούλα Διαβάτη: Περιμένοντας στην όμορφη νύχτα.
- Post author:Αρχοντούλα Διαβάτη
- Post published:10 Αυγούστου 2019
- Post category:ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ / Πεζογραφία