Έρρικα:
Εκεί που η σχέση συναίσθημα – γενναιοψυχία γίνεται πράξη,
βρίσκεται η αντικειμενική ευτυχία, στην πιο υγιή της μορφή·
Κρ. Χ.
Το πρόσφατο βιβλίο του καταξιωμένου ποιητή και πεζογράφου, έρχεται να επιβεβαιώσει παλαιότερες και πρόσφατες κρίσεις για το έργο του. O τίτλος ΕΡΡΙΚΑ προκαταλαμβάνει έντονα τον αναγνώστη με νοηματικές προσημάνσεις που παραπέμπουν στο πρώτο αφήγημα «Η συνάντηση με την Έρρικα».
Σε αυτή τη «συνάντηση» του λογοτέχνη με την ηρωίδα του, συλλαμβάνει κανείς τα μέγιστα κριτήρια ψυχικού κάλλους του ανθρώπου στο πρόσωπο της Έρρικα. Η κόρη γεννήθηκε με φυσική αρτιμέλεια, όμως, παρουσιάζει υστέρηση στην άρθρωση του λόγου. Η μεγάλη αυτή αδυναμία την έκανε, με όρους ιατρικούς, διαφορετική. Όμως, ο συγγραφέας αναπτύσσει δυνατές εικόνες με στοχαστικές αυτοαναφορές που ενεργοποιούν και προδιαθέτουν τον εσωτερικό κόσμο του αναγνώστη, για να συναντήσει την αγνότητα, την καθαρότητα και τη μοναδικότητα στο πρόσωπο της Έρρικα.
Το στοιχείο της αυθεντικής αθωότητας, το νιώθει κανείς, καθώς διαβάζει ότι η κόρη θέλγεται από το άρωμα που αναδίδουν τα τριαντάφυλλα μα και άλλα αθώα μυριστικά, ενώ ψιθυρίζει με αγάπη στο αφτί της γάτας… Μικρές εικόνες αυξημένης στοργικής έκφρασης καθρεφτίζουν μία άνευ φωνής διάνοια που ενεργητικά βάζει την Έρρικα μέσα στη φύση. Το λογισμικό της καλοσύνης βρίσκεται σε αντιστοιχία με το λογισμικό της αρετής στο νου της κόρης. Ο αναγνώστης ατενίζει ένα κομμάτι από το περιεχόμενο της σχέσης που εκφράζει η διαλεκτική άνθρωπος-φύση και αντιστρόφως. Όμως, εκείνο που παραμένει κρυμμένο πίσω από την ετικέτα “διανοητική υστέρηση”, θα αποκαλυφθεί στην πορεία της αφήγησης. Το φαινόμενο Έρρικα θα δούμε ότι διαθέτει αρετή με ποιητική σκέψη που, στον Ευριπίδη, λάμπει ως μέγας θησαυρός για όλους[2]. Η αυθεντική δύναμη της αθωότητας της κόρης είναι η ποίηση του νου της που την κάνει να κατανοεί την πραγματικότητα με ρυθμό εγρήγορσης συναισθημάτων. Γιατί η Έρρικα διαισθάνεται και αντιδρά πολύ πιο μπροστά από τους άλλους. Πρόκειται για ένα κομμάτι από το περιεχόμενο της διαλεκτικής άνθρωπος-άνθρωπος.
“Φιλοσοφική αδεία”, αυτός ο ρυθμός εγρήγορσης κάνει κατορθωτή μια επικοινωνία της δύναμης της ψυχής του ανθρώπου με τις απόλυτες ιδέες του διαχρονικού φιλοσόφου (του Σωκράτη)[3], εστιάζοντας και προς τα «τῶν ἀπείρων τὸ κάλλιστον» που απαιτεί ο Τίμαιος[4], γιατί στην περίπτωση της Έρρικα το κάλλιστον ερμηνεύεται από την αυθεντική δύναμη της ταχύτητας της αρετής να προηγηθεί της ταχύτητας της διανόησης.
Ο Μάριος Μιχαηλίδης ενσαρκώνει ένα νέο σύγχρονο ρεύμα λογοτεχνικών εκφάνσεων καθολικής προοπτικής και ιδέας. Την ιδέα ότι, στίχος και πεζός λόγος συνδυάζονται με διαλεκτικές αισθητικές αλληλεπιδράσεις ολότητας και αρμονίας. Και στις δεκαοκτώ αφηγηματικές γραφές της λυρικής πρόζας του Μιχαηλίδη, αποκαλύπτεται αυτό το ποιητικό στοιχείο.
Τα αφηγήματα είναι γραμμένα με ρεαλιστική περιγραφή εικόνων και μαρτυριών που, μαθηματική και φιλοσοφική αδεία, οδηγούν σε αισθητικές συναρτήσεις που κάνουν τον αναγνώστη να βιώσει υψηλής ποιότητας απόλαυση. Ο Μιχαηλίδης χρησιμοποιεί μία «θεωρία του τρόπου» στη γραφή του. Δίνει νόημα στις ολιστικές σχέσεις με μια γκάμα αρμονίας αισθητικών απολαύσεων που οδηγούν στο συναίσθημα. Διαβάζοντας, ο αναγνώστης ταυτίζεται με τα συναισθήματα του ίδιου συγγραφέα κατά τη στιγμή περιγραφής ενός συμβάντος. Οι έννοιες προσλαμβάνονται άλλοτε άμεσα και άλλοτε έμμεσα από τις συμπεριφορικές διαδράσεις μιας ποικιλίας από ενέργειες, πράξεις, καταστάσεις και πάθη των χαρακτήρων που περιγράφει ο συγγραφέας. Η ευρηματική τέχνη του Μιχαηλίδη προκαλεί τον αναγνώστη να συναισθανθεί την ιδιαιτερότητα του κάθε ξεχωριστού διηγήματος. Από κάθε διήγημα αλλά και από γέφυρες ενός συνόλου διηγημάτων, εκρέει αβίαστα η αισθητική απόλαυση. Η γραφή του Μιχαηλίδη διαθέτει τη θεατρική σκέψη, που εύκολα την συναισθάνεται ο αναγνώστης. Ο συγγραφέας με έμμεσο τρόπο εισάγει διδάγματα σε πλοκή διαλόγου που αγγίζουν βαθιά το συναίσθημα.
Από τα παραπάνω, το έργο του Μιχαηλίδη βρίσκεται σε σύγκλιση παράλληλων διαλεκτικών παρατηρήσεων με το προβολικό πρότυπο της «παλίντονης» αντιθετικής ταλάντευσης της ηρακλείτειας σκέψης του τόξου και της λύρας. Ο συγγραφέας του «ΕΡΡΙΚΑ» θα δούμε ότι διαθέτει μια γνησιότητα έκφρασης, που αναπαράγει εσωτερική πάλη στα συναισθήματα του αναγνώστη.
*
Στο διήγημα «Η συνάντηση με την Έρρικα», ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής είναι ο ίδιος ο συγγραφέας. Θα τον δούμε και σε άλλα διηγήματα με άμεσο ρόλο. Η παρουσία του ξεκινά με εσωτερικές συγκρούσεις στην πλοκή του αφηγήματος: – «Ομολογώ – λέει – πως όταν πρωτοείδα την Έρρικα προσπάθησα να κρύψω την αμηχανία μου …».
Με μεταφορική γλώσσα δένει τη λέξη «αμηχανία» με την πλοκή, δίνοντας σε μια λέξη-κλειδί εννοιολογική υπόσταση με περιεχόμενο «πάνω ή πέρα από τη λέξη», στοιχείο υπερρεαλιστικής έκφρασης.
Ο συγγραφέας οδηγεί τη γραφή διαμέσου ρεαλιστικών εικόνων από το προφίλ της κόρης ενός αγαπημένου φίλου. Φύσει και θέσει ήταν και για τον ίδιο ένα πρόσωπο αγαπημένο. Αναφέρεται με αμηχανία σε ιατρικούς όρους για να δώσει τη διαφορά της κόρης από τους άλλους τους “κανονικούς”, που έτσι τους ονομάζει με τα εισαγωγικά της διαφορετικής απόχρωσης του νοήματος.
Σε μια πρώτη (θεατρική θα έλεγα) σύγκρουση, γνωρίζουμε και τον πατέρα της κόρης. Από αυτόν μαθαίνουμε για ένα διαφορετικό όρο περί μιας ξεχωριστής νοημοσύνης – όχι αυτής της διάνοιας, αλλά του συναισθήματος. Κρατάμε ως πηγή σπουδής το μεγαλείο της πατρικής αγάπης που εμπλέκει την ιατρική με νέες ορολογίες. Στη γλώσσα της ποίησης η νοημοσύνη του συναισθήματος είναι μια αλήθεια ανάμεσα στις αξίες των μεγάλων δραματουργών!
Η πλοκή του διηγήματος οδηγεί σε συναρπαστικές συμπεριφορικές σχέσεις μεταξύ των ηρώων του έργου. Η παρουσία του συγγραφέα ως χαρακτήρα μέσα στο κείμενο σε μαρτυρίες συμβάντων, σταχυολογεί πραγματικές αφηγηματικές αλήθειες. Η ρεαλιστική γραφή σε πρόζα, βοηθά τον αναγνώστη να συναισθανθεί τη διαλεκτική αμεσότητα της αλήθειας ως συναίσθημα – όχι ως αίσθημα, με την υπερρεαλιστική γραφή σχέσεων μεταξύ χαρακτήρων του διηγήματος. Αυτό αποκαλύπτεται στην πλοκή της διαλεκτικής σχέσης του “ἐν τῷ κινεῖσθαί τε καὶ πάσχειν”[5].
Την ίδια τεχνική αμεσότητας θα τη δούμε και στη συγκινησιακή πλοκή του διηγήματος «Κάλαντα», αλλά και στη συγκλονιστική μαρτυρία του βορειοηπειρώτη λαθρομετανάστη στο διήγημα «Με λένε Φώτη», στην «Πεσκαντρίτσα», με την σπαρταριστή ερωτική περιπέτεια του Λίνου (…) καθώς και σε άλλα.
Η παρουσία ενός ποιητή, ή πεζογράφου σε πρώτο πρόσωπο με “στιχουργίες” της ποιητικής των συναισθημάτων του, υφαίνει πραγματικές μαρτυρίες του «αισθάνεσθαι» που, σε τελευταία ανάλυση, αναπαράγει «προκλήσεις», όπου in esse αναγνώστης και δημιουργός ανακαλύπτουν την ουσία του ανθρώπινου εαυτού.
Η Ουσία του ανθρώπου, στα διηγήματα του Μάριου Μιχαηλίδη περνά στην ανάγκη του συγγραφέα να συναισθανθεί ο αναγνώστης τις στιγμές της κρίσης όπου δοκιμάζεται η ταχύτητα της διάνοιας με την ταχύτητα του συναισθήματος. Γιατί, σε στιγμές δύσκολης και επικίνδυνης αποστολής, η μεταφορική γλώσσα του συγγραφέα προβάλλει την ενσυναίσθηση του ανθρώπου για να κάνει κάτι για τον άνθρωπο. Το διάδημα, στέμμα-τόλμης, είναι η κορωνίς στο «εν ενεργεία ον». Με υπερρεαλιστική γλώσσα, γραμμένη σε πρώτο πρόσωπο, μάς μεταφέρει την αμηχανία που ένιωσε από την πρώτη “πράξη” στην τελευταία παράγραφο του διηγήματος.
Φράση-κλειδί: η «ασύμμετρη αρμονία…». Με ζωντανούς ρόλους η βούληση και η τόλμη μιας κόρης οδηγούν και καταλήγουν στην αυτοαναφορά περί «αθωότητας στην πιο εκφραστική εκδοχή».
«… νιώθω την ίδια ντροπή με το τότε…», μάς λέει.
Με συνθετική γονιμότητα, η ποιητική σκέψη του Μιχαηλίδη ενδιατρίβει σε αφαιρετικό λόγο λυρικής πρόζας. Με τις λέξεις “ποιητική”, «ποιητικό», «ποιητικός» κ.α., ανακαλείται η έννοια του αρχαιοπρεπούς όρου, γιατί η γραφή προσφέρεται για σκηνοθετική σύλληψη. Το αυθεντικό έργο του Μιχαηλίδη διαθέτει την προτροπή προτύπου μίμησης πράξεως· τα κατά ποιόν μέρη θεατρικών στοιχείων είναι εμφανή για μια δυνητική πρόκληση σκηνικής δραματοποίησης. Ιδιαίτερα τα σενάρια που αφορμώνται από πραγματικά γεγονότα και μαρτυρίες του ιδίου, όπως: Η συνάντηση με τη Έρρικα, Τα κάλαντα, με συνάντηση το Τουρκάκι, τον Ερπίλ, στα μνήματα που έκλαψε για τη γιαγιά Μαρία, πριν και οι δυο τους να της ψάλλουν τα κάλαντα, η Φυγή, ο Βορειοηπειρώτης λαθρομετανάστης στο «Με λένε Φώτη», κ.α., είναι κείμενα που προσφέροντα ως έναυσμα σκηνικής σύλληψης και επεξεργασίας – χρήσιμα για προσαρμογή σε θεατρικά εργαστήρια και για σπουδαστές δραματικών σχολών. Χαρακτηριστικά, το διήγημα «Τα Κάλαντα» είναι πλοκή γραμμένη στην πιο μικρή φόρμα συμπυκνωμένου λόγου. Όμως, διαθέτει πλούτο από “δομικές συζεύξεις” εικόνων και πράξεων του «τώρα» με το «τότε», σε μια προσπάθεια όπου ανακαλούνται φιλίες και παιδικότητες από την πιο εκφραστική εκδοχή της ηλικίας της αμόλυντης με το Τουρκάκι τον Ερπίλ, πριν το 1974. Όμως, πάλι, ο συγγραφέας ανακαλεί, με αρθρωτό χρόνο, ρίζες που πάνε ακόμη πιο πίσω στις μελανές μέρες του 1922, όπου τα κάλαντα ακούγονταν σε εποχή ξεριζώματος, πάντα ανήμερα Χριστουγέννων. Άλλο παράδειγμα το «Η φυγή», διήγημα βασισμένο σε ιστορία μαρτυριών που κατέγραψε ο συγγραφέας. Οι πρωταγωνιστές κινούνται σε περίοδο κατοχής στην Ελλάδα του 1941-44. Βλέπουμε εικόνες του «ανθρώπου που γεννήθηκε να τρέχει». Τρέξιμο μέσα από τα μπλόκα που μεγεθύνει τον χρόνο της φυγής και επιταχύνει τα χτυποκάρδια της επιβίωσης στην κατεχόμενη Αθήνα. Τρέξιμο με τους κρυμμένους Άγγλους σε σπίτια που η συνείδηση τα μετέτρεψε σε κρησφύγετα. Τρέξιμο ανάμεσα σε «βασίλεια από μύγες» και ανάμεσα σε παιδιά με τις σφενδόνες που κυνηγούν σπουργίτια. Όλα σε ένα τοπίο που κυρίαρχο στοιχείο είναι η πείνα με όλη τη σημασία του όρου της κατοχικής ανέχειας. Στο σενάριο δεν παραλείπονταν οι ρεαλιστικές εικόνες από τα εμφύλια πάθη που θεριεύουν την καταστρεπτική διχόνοια, ούτε παραλείπονταν οι αντιθέσεις του «εγώ» με το «μη- εγώ»… Τα τρίκυκλα απέναντι στα καμιόνια των Γερμανών, οι μαυραγορίτες, οι πατριώτες αλλά και οι ανελέητοι προδότες. Όλα βρίσκονται σε συμπυκνωμένη ευανάγνωστη γραφή. Όλα σε ένα σκηνικό μιας «φυγής». Από το ίδιο διήγημα ακούμε και “μινοράκια” μουσικής επένδυσης της έγχορδης ελπίδας του Βιτόριο για τερματισμό του πολέμου, όμως, και πολυβολισμούς των Γερμανών που σκότωναν τα μαντολίνα. Στο διήγημα Η ΦΥΓΗ περιγράφεται η συνάντηση με εμπόρους ψυχών, πριν μπει κανείς σε ψαροκάικο φυγής. Μια φυγή του “τότε”, από την κατοχή που θυμίζει ιστορίες φυγής του “τώρα” από τον πόλεμο και από τη σύγχρονη δυστυχία και πείνα των προσφύγων της γειτονικής Συρίας, όπου οι νοικοκυραίοι επενδύουν με ‘ρίσκο’ τη ζωή της οικογένειας, σε ένα ταξίδι φυγής με τη φουσκωτή βάρκα…
Ένα αιώνιο αντιπολεμικό μήνυμα, περνά μέσα από το διήγημα «Η ΦΥΓΗ» και όχι μόνο. Οι πρόζες του Μιχαηλίδη έντεχνα εμβαθύνουν στο αντιπολεμικό στοιχείο, η δύναμη της πέννας το θέλει να μπει έμμεσα στη συναίσθηση του αναγνώστη. Εκτός από τα «Κάλαντα» και το «Η φυγή», το αντιπολεμικό στοιχείο υπάρχει και στην πρόζα με τον τίτλο: Ο θάνατος του Χασάν Χαλίλογλου κ.α. Στο προαναφερόμενο διήγημα η δραματουργία εξελίσσεται στην καρδιά της Κύπρου, μεταξύ «φυλακίων» στις βάρδιες της οδού Τεπελενίου. Πιο κοντά στο τούρκικο φυλάκιο, ήταν το σπίτι του Χασάν. – Χρόνος: κοντά στην εποχή που το πράσινο μολύβι του Πίτερ Γιανγκ χάρασσε στον χάρτη τα τριακόσια χιλιόμετρα της «πράσινης γραμμής», με τη Λευκωσία, σήμερα τη μόνη διχοτομημένη πρωτεύουσα κράτους στον κόσμο. Οι πράξεις και οι εικόνες εξελίσσονταν μετά τον βομβαρδισμό στα Κόκκινα της Πάφου, 1963, με τη διηγηματογραφία να επεκτείνεται μέχρι εκεί που ο Χασάν Χαλίλογλου, ήρωας της πρόζας, δολοφονείται το ‘64. Στα χέρια ενός ανήσυχου δραματουργού και σκηνοθέτη, το αυτοτελές αντιπολεμικό στοιχείο από τη δημιουργική γραφή του Μιχαηλίδη, συλλαμβάνεται με τη λογική ενός “εγχειρηματικού υπολογισμού» σημάνσεων που προσφέρει υλικό ακόμη και μιας νέας συνθετικής δραματουργίας. Το στοιχείο για μια θεατρική μορφή αντιπολεμικού νοήματος υπαγορεύτηκε στην ποιητική σκέψη του συγγραφέα από τη Μούσα του. Μέσα από διάλογο της Μούσας της Ιστορίας με τη Μούσα της Τραγωδίας υπάρχει το ποιητικό ερέθισμα που εστιάζεται στα παιδιά μας – αυτά, με το διαφορετικό σε ποιότητα χακί που μιλούν με σκιές στα φυλάκια! Ο Μάριος Μιχαηλίδης ανήκει στη σχολή συγχρωτισμού των ποιητών και της προσδοκίας του Σέλεϋ. Είναι ένας ακόμη «κρυφός νομοθέτης του κόσμου»… Αποκαλύπτει έμμεσες συναρτήσεις από τη «Βουλή της σκέψης των Ποιητών». Χρησιμοποιεί πραγματικές ιστορίες για να νιώσουμε τις οσφρήσεις από το «καζάνι που έβραζε» μαγειρεύοντας φανατισμούς. Μας δίνει δείγματα από αναθυμιάσεις και γεύσεις διχόνοιας και μισαλλοδοξίας. Το αντιπολεμικό στοιχείο στα κείμενα του, έμμεσα το εκφράζει η αλληγορία της χαοτικής τραγωδίας των πολέμων … Ιδιαιτέρως υπογραμμίζεται το γεγονός ότι η πραγματική συνάντηση του συγγραφέα με τους ήρωες και τις ηρωίδες του, βρίσκεται σε σημάνσεις που διαπιστώνονται σε στοιχεία υπερρεαλιστικής γραφής. Εκεί, δηλαδή, που η ποιητική μιλά όχι για υποκείμενα αλλά για τις σχέσεις τους. Θα δούμε επιφωνήματα πόνου ή χαράς, θαυμασμού ή ειρωνείας να ωθούν φανερά ή και σε λανθάνουσα κατάσταση τον λόγο. Θα διαβάσουμε αφηγήσεις με τον συγγραφέα να διηγείται και την ίδια στιγμή να στήνει μπροστά μας μια σκηνή θεάτρου. Η παρουσία του δημιουργού ως χαρακτήρα στο καστ ρόλων, επισφραγίζει πραγματικές μαρτυρίες. Χωρίς μάρτυρες οι ήρωες εξαφανίζονται. Ο ποιητής ζει όσο ζουν οι ήρωες του!
Σημειώσεις
[1] Ο πολυτάλαντος λογοτέχνης-ποιητής Μάριος Μιχαηλίδης τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο της Κυπριακής Δημοκρατίας τρεις φορές μέχρι τώρα για τα έργα του: «Σαν άλλοθι οι λέξεις», ποιητική συλλογή (Μεταίχμιο, 2003), «Ο οστεοφύλαξ», μυθιστόρημα (Μεταίχμιο, 2007) και «Ο ανακριτής», νουβέλα (Γαβριηλίδης, 2012). Έχει εκδώσει άλλες τέσσερις ποιητικές συλλογές: Αντίκρυ στην Ανατολή (Κύπρος, 1971), Τα Ανεξίτηλα (Δόμος, 1987), Τα Αναστάσιμα (Εκπαιδευτήρια Δούκα 2001) και Τέφρα Ονείρων (Γαβριηλίδης 2016), όπως, επίσης, και άλλα τρία έργα στον χώρο της πεζογραφίας: Τα Κρόταλα του χρόνου (Μεταίχμιο 2010, 2011), Ανατολικά της Αττάλειας, βόρεια της Λευκωσίας (Momentum 2014, 2015) και Η απειλή (Γαβριηλίδης 2016)].
[2] Ευριπίδου Οιδίπους, Στοβαίος, Ανθολόγιον, τόμος 1, Α3.
[3] Φίληβος, 51d, 58c-d.
[4] Τίμαιος, 54a.
[5] Αριστοτέλους, Περί Ψυχής 416b32.
Ο Δρ Κρίστης Χαράκης είναι επίτιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Frederick και πρόεδρος της Εταιρείας Λογοτεχνών Λεμεσού
185