Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι στον τόμο Από τη Σαπφώ έως την Έμιλυ Ντίκινσον συμμετέχουν πέντε γυναίκες και ένας άντρας, ποιητές και μεταφραστές όλοι, επιστήμονες με πανεπιστημιακή θέση και έργο, με διδακτορικό, όταν δεν έχουν πανεπιστημιακή θέση, εν ολίγοις οι πλέον αρμόδιοι να μιλήσουν για τις ποιήτριες που έχουν επιλέξει, από την Σαπφώ την πιο μακρινή στο χρόνο, έως την Ντίκινσον την πιο μακρινή στο χώρο. Η Σαπφώ ως αρχαιοτέρα θα αποτελέσει για πολλές το παράδειγμα, και το όνομά της θα αναφερθεί συχνά και στων άλλων ποιητριών το έργο.
Στο βιβλίο παρουσιάζουν η Τασούλα Καραγεωργίου τη Σαπφώ, η Ηρώ Τσαρνά την Λουίζα Λαμπέ, η Άννα Γρίβα και ο Μάρκος Δενδρινός τρεις ποιήτριες της ιταλικής Αναγέννησης, η Βαρβάρα Ρούσσου τις Ελληνίδες του 19ου αιώνα και η Λιάνα Σακελλίου τρεις Αμερικανίδες.
Τα κείμενα γράφτηκαν για τον κύκλο εκδηλώσεων rinascimento που έλαβαν χώρα στο βιβλιοπωλείο Επί λέξει .
*
Τασούλα Καραγεωργίου. Όταν η Σαπφώ είπε εγώ δε φίλημ’ αβροσύναν … την αβρότητα εγώ αγαπώ… (δηλαδή την ομορφιά) είχε προηγηθεί κατά πολύ του Ντοστογιέφσκι που απεφάνθη πως «η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο». Και ο Αθηναιος σχολιάζει «πως η επιθυμία για ζωή έχει μέσα της το φως και το κάλλος – στοιχεία που είναι οικεία για την αρετή»: ταύτα δ’ εστίν οικεία της αρετής. Όσο για εκείνο το «εγώ» που προτάσσει η Σαπφώ, λέει η Τασούλα Καραγεωργίου, είναι το στίγμα του αρχαϊκού λυρισμού που φτάνει μέχρι τον Καβάφη, «Την εμορφιά έτσι πολύ ατένισα». Και αυτή την ομορφιά θα την βρει στο όμορφο λεξιλόγιο της ποιήτριας, ήτοι, στη δημιουργία των έξοχων ποιητικών επιθέτων: αλγεσίδωρος, ιόκολπος, ιμερόεις, τανύσφυρος. Επίσης στον όμορφο κόσμο της ποιήτριας, τον καλό ή κάλο με τον αιολικό παρατονισμό του. Κάλως και το επίρρημα που συνιστά την συμπερίληψη όλων των φυσικών πραγμάτων, του ιδεώδους κόσμου, όπου κυριαρχεί ο θρίαμβος της ομορφιάς, στο πρόσωπο της μικρής Γογγύλας, της ολάνθιστης Κλεΐδας ή του ωραίου και λυγερού γαμπρού: Γαμπρέ μου / να πώ για να σε πω πιο άξια, καλέ μου;/ Μου μοιάζεις περισσότερο με λυγερό κλαράκι …
Η Σαπφώ υμνεί την εξωτερική ομορφιά, γνωρίζοντας ότι «ο όμορφος είν’ όμορφος όσον καιρό τον βλέπεις», αλλά και την πνευματική, γιατί «ο καλός είν’ όμορφος και τώρα και για πάντα». Η περίφημη διατύπωσή της «Όττω τις έραται», που πρέπει να πηγάζει από τα λαϊκή παράδοση του νησιού της, όπως υποστηρίζει ο Μπρούνο Σνέλ, συνιστά τομή στην παγκόσμια ποίηση γιατί μεταθέτει το ενδιαφέρον από τα πεδία των μαχών στο απολύτως προσωπικό. Επανάσταση, λέει η Καραγεωργίου: Καταφάσκει την προσωπική επιλογή, τον έρωτα, αντιπαρατίθεται στον πόλεμο, επαινεί τη νεανική ομορφιά και θρηνεί για το γήρασμα της μορφής. Η αβροσύνα της σαπφικής ποίησης διαθέτει την ευωδία των ρόδων της Πιερίας, το ιμερόφωνο κελάδημα των αηδονιών, τη γεύση του μελιού, τη λάμψη της ροδοδάκτυλης σελήνης, το φέγγος της νεότητας των κοριτσιών, τον όμορφο νιόγαμπρο αλλά και το γλυκύπικρον αμάχανον όρπετον του έρωτα.
*
Η Ηρώ Τσαρνά μας γνωρίζει τη Λυωνέζα Σαπφώ, δηλαδή την Λουίζα Λαμπέ, ποιήτρια του 16ου αιώνα που είχε σαλόνι και κύκλο ομοτέχνων και με νεαρές ποιήτριες, μορφωμένη με αντίγραφο του Βοκάκιου στο χέρι που τόλμησε και βγήκε από τον παραδοσιακά γυναικείο ρόλο, διάβασε, έμαθε γλώσσες, ιππασία και ξιφασκία και συγκέντρωσε γύρω της σπουδαίους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών.
Το «φαινόμενο Λαμπέ» μπορούμε να το κατανοήσουμε μόνο αν το εντάξουμε στο «κλίμα της Λυών», που ήταν το δεύτερο Παρίσι, όπου κατέφθαναν διανοούμενοι, λόγιοι, έμποροι, τυπογράφοι εμφορούμενοι από το πνεύμα της Αναγέννησης. Η Λαμπέ είχε δεχτεί την επίδραση των κλασικών της Ελλάδας και της Ρώμης, του Πλάτωνα μέσω του Ficino και μούσα της είχε την Σαπφώ. Ο Ρίλκε την ανέβασε στο βάθρο των ηρωίδων και τα ποιήματα της διδάσκονταν στο πανεπιστήμιο. Δείγμα του ερωτικού ταμπεραμέντου της οι στίχοι «Φίλησέ με πάλι, φίλα με πάλι και πάλι: Δώσε μου το απολαυστικότερο φιλί σου» και της ανταρσίας της «Και δεν μπορώ να γίνω ευτυχισμένη / Όταν έξω απ’ τα όριά μου δεν κάνω άλμα».
*
Η Άννα Γρίβα και ο Μάρκος Δενδρινός μας παρουσιάζουν τρεις γυναίκες της ιταλικής Αναγέννησης, θυμίζοντάς μας ότι η γυναικεία παρουσία αποθεώνεται στη γλυπτική, ζωγραφική, ποίηση. Η γυναίκα «αποτελεί συχνά τον φορέα της εγκόσμιας αποκάλυψης υπερβατικών αληθειών, εκφράζει τον πλούτο της επίγειας ζωής, αλλά και τον δρόμο μέσα από τον οποίο μπορεί να ατενίσει κανείς την αιωνιότητα έχοντας βιώσει τον έρωτα μαζί της». Οι ποιητές και οι καλλιτέχνες της σμίλης ή του χρωστήρα μας την παρέδωσαν λεία. Ο Δάντης τη Βεατρίκη, ο Πετράρχης τη Λάουρα, ο Πιέτρο Μπέμπο τη Λουκρητία Βοργία (όλα όσα της καταμαρτυρούν είναι κακίες), ο Μιχαήλ Άγγελος τη Βιτόρια Κολόννα. Στο ίδιο πνεύμα κινούνται ο Λορέντζο Μανίφικο και ο Πολιτσιάνο στα ποιήματά τους.
Μέσα σε ένα κλίμα άνθισης των τεχνών οι γυναίκες τολμούν: γράφουν και αρθρώνουν φιλοσοφικό, θεωρητικό λόγο. Η Ιταλική Αναγέννηση οφείλεται και σ’ αυτές. Η πρώτη, Ιζαμπέλα ντι Μόρα, 16ος αι. της οποίας η οικογένεια είχε κάστρο στη νότια Ιταλία, με θέα το Ιόνιο. Επηρεάστηκε από τους κλασικούς συγγραφείς, την ελληνική μυθολογία και τον Πετράρχη. Δολοφονήθηκε από τα αιμοβόρα αδέλφια της, καθώς και ο Ισπανός ποιητής, με τον οποίο αλληλογραφούσε, και ο παιδαγωγός της που έκανε τον ταχυδρόμο. Τα ποιήματά της εκδόθηκαν το 1522:
Γράφω, θρηνώντας τ’ άγουρα χρόνια μου,
για της άσπλαχνης Τύχης τις άγριες επιθέσεις,
εγώ που σ’ έναν τόπο τόσο φριχτό κι επώδυνο
δίχως κανείς να μ’ επαινεί ξοδεύω τη ζωή μου.
Η δεύτερη, Γκασπάρα Στάμπα ζει στη Βενετία, σε σπουδαίο περιβάλλον, όπου ακμάζουν οι τέχνες και τα γράμματα. Συνδέεται με τον Κολαλτίνο ντι Κολάτο, περισσότερο πολεμιστή και λιγότερο ποιητή. Η Γκασπάρα δυστύχησε πλάι του, ωστόσο, αυτός ήταν το έναυσμα για να γράφει. Στα ποιήματά της προβάλλεται ο έρωτας με την έννοια της φιλότητας του Εμπεδοκλή, της ένθεης μανίας του Πλάτωνα και της λύτρωσης στους γνωστικούς. Και μία συμβουλή:
Γυναίκες, εσείς που τώρα μπήκατε
στο ολάνοιχτο βαθύ πέλαγο του Έρωτα…
προσέχετε, μην περάσετε ποτέ σ’ αυτό το μέρος
που έξοδος δεν βρίσκεται…
Στη Φερράρα ακμάζει η Σάρα Σοφία Σουλάμ Εβραία που ζει στο γκέτο, έχει κλασική παιδεία, είναι όμορφη και είναι ποιήτρια. Ζει στο περιβάλλον του Κλαούντιο Μοντεβέρντι και Τουρκουάτο Τάσσο. Οι συγγραφές της την βάζουν στο στόχαστρο ενός αντιδραστικού που την κατηγορεί ότι δεν πιστεύει στην αθανασία της ψυχής, πράγμα που θα μπορούσε να την οδηγήσει στην πυρά. Εκείνη όμως απαντά με αναφορές στην Παλαιά και Καινή Διαθήκη, στον Αριστοτέλη και στον Δάντη. Η επιστολική ποίηση της Σάρας μπορεί να θεωρηθεί αυτοβιογραφική, φιλοσοφική και έντονα φορτισμένη από τα συναισθήματα της.
*
Βαρβάρα Ρούσσου. «Γυνή εμφορουμένη υπό ποιήσεως: η ελληνική γυναικεία ποιητική παράδοση του 19ου αι. από το σκοτάδι στο φως. «Από το Δνοφερόν στο αείφωτο» αλλιώς.
Πολλές είναι οι γυναίκες που τόλμησαν να διεκδικήσουν παρουσία στα γράμματα. Από τα τέλη του 18ου έως το 1880. Η Σοφία Ντενίση καταγράφει την παραγωγή στο βιβλίο της με τον τίτλο Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή στα χρόνια του ελληνικού διαφωτισμού (2014). Κύρια αιτία της αφάνειας των γυναικών το φύλο. Ωστόσο, κάτι κινείται κυρίως από τις μορφωμένες Φαναριώτισσες.
Το 1824 η Αγγελική Πάλλη κυκλοφορεί στο Παρίσι, στα ελληνικά και γαλλικά, Ωδή για τον Βύρωνα και το 1825 στο Λιβόρνο δημοσιεύει ποίημα για τον θάνατο του Αλέξανδρου Ρίζου. Το 1840, η Χανιώτισσα Αντωνούσα Καμπουράκη, εξόριστη στη Σύρο, εκδίδει Ποιήματα τραγικά … για την Κρητική επανάσταση. Το 1845 η Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου γράφει για το γυναικείο ζήτημα. Το 1850 η Σαπφώ Λεοντιάς αρθρογραφεί για την παιδεία της ελληνίδας μητέρας και γράφει ποιήματα σε αρχαία γλώσσα. Το 1870 οι Φωτεινή Οικονομίδου, Μαριέττα Μπέτσου, Κρυσταλλία Χρυσοβέργη, Φλωρεντία Φουντουκλή καθιερώνονται από το κοινό και από τους άντρες ομοτέχνους τους. Το
1880 η Βιργινία Ευαγγελίδου κάνει νύξεις στον σωματικό έρωτα και η Καλλιρρόη Παρρέν με την Εφημερίδα των Κυριών προβάλλει τον αγώνα των γυναικών και τις αρχαίες ποιήτριες – Σαπφώ, Τελέσιλα, Κόρινα. Οι λογοτέχνιδες από το 1887-1900 αποκτούν λογοτεχνική αυτοσυνειδησία, υπονομεύουν την πατριαρχία και μιλούν για τον έρωτα. Στον εικοστό αιώνα, οι ποιήτριες εμφανίζουν πολλές και αντιφατικές ταυτότητες. Η Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου, η Μυρτιώτισσα, λίγο αργότερα η Πολυδούρη και η Μελισσάνθη θα διαφοροποιηθούν ως προς τη γλώσσα –καθαρεύουσα / δημοτική- ή ως προς το θέμα, άλλες θα συμβαδίσουν θεματικά με τους άνδρες συνοδοιπόρους, άλλες θα διεκδικήσουν την ερωτική παρουσία τους, άλλες θα αναπαραγάγουν τα στερεότυπα.
*
Λιάνα Σακελλίου. Τρεις Αμερικανίδες ποιήτριες εικονογραφούν τον έξω κόσμο μέσω του εσωτερικού φαντασιακού. Η Έμιλυ Ντίκινσον περιγράφει το σπίτι της- το ποίημά της τον εαυτό της. Πατούσα από Μαδέρι σε Μαδέρι /τόσο προσεκτικά κι αργά/ τ’ Άστρα γύρω από το Κεφάλι μου τα ένιωθα/ γύρω από τα Πόδια μου τη Θάλασσα.
Το επόμενο βήμα … η Εμπειρία.
Η Χίλντα Ντούλιτλ ασχολείται με τα φεμινιστικά κινήματα. Είναι η αγαπημένη Δρυάδα του Πάουντ, η H.D. imagiste. Εκείνη της οποίας το εικονιστικό παλίμψηστο λειτουργεί ως φυσικό αλλά και να λειτουργεί ως μεταφυσικό. Μια καμένη μηλιά, στο βομβαρδισμένο τοπίο που ξανανθίζει, μπορεί να είναι η υποδήλωση της ομορφιάς, της αμαρτίας, του απαγορευμένου καρπού αλλά και υπενθύμιση ότι η ζωή ξαναρχίζει.
Τρίτη στο συμπόσιό μας έρχεται η Denise Levertov, 1923-1997, από το Έσσεξ της Αγγλίας μια ρομαντική ποιήτρια του μεσοπολέμου. Το 1948 μετακομίζει στην Αμερική και οι ειδικοί την αποκαλούν «μια ανεκπλήρωτη σαμουράι, η πιο επιδέξια ποιήτρια της γενιάς της», ασχοείται με τα τοπία της έμνευσης, μέσω των οποίων ο άνθρωπος συνειδητοποιεί συναισθήματα που νόμιζε πως δεν είχε.
Το βιβλίο είναι ένα ωραίο αφιέρωμα στις γυναίκες δημιουργούς, με πλούσιες πληροφορίες, αναφορές και ποιήματα.
Ευχαριστώ πολυ
Ανθη Πιεριδη