You are currently viewing Χλόη Κουτσουμπέλη:  Οι είκοσι τέσσερις ώρες της Δήμητρας  Χριστοδούλου

Χλόη Κουτσουμπέλη:  Οι είκοσι τέσσερις ώρες της Δήμητρας  Χριστοδούλου

Η ίδια η ποιήτρια στην εισαγωγική της παράγραφο ορίζει:

Στο βιβλίο αυτό περιέχονται πενήντα ποιήματα για την πόλη, τα παιδιά και τον θάνατο. Όλα γραμμένα σε ακριβώς είκοσι τέσσερις στίχους, με μόνη εκ προθέσεως εξαίρεση το ποίημα με τον τίτλο <σχόλιο>. Έτσι προλογίζει η ίδια η ποιήτρια την συλλογή της με τρόπο έντιμο, ευκρινή και ξεκάθαρο.

Η πρώτη ερώτηση που μας έρχεται στον νου είναι γιατί η ποιήτρια αυτοπεριορίζεται; Γιατί μόνη της θέτει ένα δύσκολο και σκληρό κανόνα; Η απάντηση είναι γιατί μπορεί. Γιατί η Δήμητρα Χριστοδούλου έχει το ταλέντο και αυτό που θα λέγαμε τεχνογνωσία, αν ίσχυε βέβαια κάτι τέτοιο στην ποίηση. Για μία τόσο έμπειρη και ικανή ποιήτρια αυτός ο περιορισμός θα έλεγα ότι ίσα ίσα αντί να καταστείλει την δημιουργικότητά της την εντείνει, αντί να συρρικνώσει ή να κάνει έκπτωση στο νόημα του ποιήματος για να μπορέσει να χωρέσει ή αντίθετα να εκταθεί, κατά ένα περίεργο τρόπο οδηγεί το ποίημα να ανθίζει μέσα στον φράχτη του.

Η Δήμητρα Χριστοδούλου βάζει ένα στοίχημα με τον εαυτό της και το κερδίζει. Και συγκεκριμένα:

Η ποίησή της είναι γεμάτη εικόνες. Ενδεικτικά αναφέρω μερικούς στίχους αν και όλη η συλλογή είναι ένα κολάζ από απρόβλεπτους και ανατρεπτικούς πίνακες.

Από ψηλά το ρολόι της Μητρόπολης/Κοιτάζει σαν μάτι με γλαύκωμα/Τ’ απομεινάρια της ρυμοτομίας.

Τα αστέρια εγγράφονται στον ουρανό./Με ευκρίνεια αλουμινίου.

Ο πόνος κάθισε στο στήθος μου/ Σαν θεός με πρόσωπο λύκου./ Έστριψε το κεφάλι και γρύλλισε/Τάχα σε κάποιο βιαστικό φεγγάρι./ Μα ήταν μόνον ο γαλάζιος προβολέας/Του ασθενοφόρου που περνούσε απ’ τα στενά.

Στην κλασσική και εμβληματική ταινία του Σεργκέι Άιζενσταιν «Οκτώβρης» απόλυτος πρωταγωνιστής είναι το μοντάζ, το οποίο ο σκηνοθέτης αποκαλεί “διανοητικό μοντάζ”. Απότομα και γρήγορα κοψίματα στις επαναστατικές σεκάνς, σκηνές στις οποίες εμφανίζονται οι κάννες των όπλων με απότομο πέρασμα στα πρόσωπα των επαναστατών που δίνουν την εντύπωση πυροβολισμού, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει εκπυρσοκρότηση. Το διανοητικό αυτό μοντάζ του Αϊζενστάιν έδωσε νέα διάσταση κι άλλη αισθητική στον κινηματογραφικό όρο. Έτσι ο Αίζενστάιν μπόρεσε να αναδείξει έντονα εσωτερικά νοήματα αλλά και αφηρημένες πνευματικές έννοιες.

Η Δήμητρα Χριστοδούλου κάνει κάτι αντίστοιχο στην ποίηση. Ένα διανοητικό μοντάζ καθώς αριστοτεχνικά μας οδηγεί από πλάνο σε πλάνο για να μας δώσει την εικόνα της παραλυσίας, του ζόφου, της κατακερματισμένης πραγματικότητας μίας πολιτείας που αποσυντίθεται, μίας πολιτείας υπό διάλυση. Στην συλλογή αυτή ξετυλίγεται μία ολόκληρη κινηματογραφική ταινία σε πολλαπλά πολύχρωμα, παράδοξα, όμορφα, απίστευτα, πρωτότυπα πλάνα:

Ως και το θέατρο καιγόταν ακόμη./Ωστόσο απ’ τα παράθυρά του κυμάτιζε/Με μία γιγάντια  χειρονομία ένα ποτάμι/Εκεί πετούσαν απ’ το μαυρισμένο βεστιάριο/Κουστούμια άκαυτα/βαριά βελούδα/Μεταξωτα σαν τα φτερά των αγγέλων/ Και τα γοβάκια, οι πουέντ, οι κοθόρνοι/Χόρευαν με αυστηρή κομψότητα/Κατά τις εντολές αρχαίων στίχων./Τέλος με την περούκα του άθιχτη/Πουδραρισμένος με σοφία, βάδισε/Επάνω στα νερά ο Πρώτος ρόλος.

  Για να επανέλθουμε λίγο στην αρχική παράγραφο που έχουμε ήδη αναφέρει. Πολλές φορές το κλειδί μίας συλλογής το κρύβει ο ποιητής στην είσοδο, κάτω από το χαλάκι.

Όταν διάβασα την πρώτη αυτή εισαγωγική παράγραφο αναρωτήθηκα γιατί η ποιήτρια εξαιρεί το ποίημα με τίτλο «ΣΧΟΛΙΟ» από τον αυτοπεριορισμό της. Μετά ξαναδιαβάζοντας όμως κατάλαβα ότι αυτό ακριβώς το ποίημα είναι το επίκεντρο, το μάτι του κυκλώνα, ο πυρήνας της συλλογής.

Καμπάνες από άκρου είς άκρον μες στη χώρα/Ή πυρκαγιά ή εθνική γιορτή θα είναι./Ή αφίχθηκε στο κεντρικό αεροδρόμιο/το φέρετρο το σκεπασμένο με σημαία/που μες στην ένταση της διεθνούς περιοδείας/Το λησμονήσαμε στην γκαρνταρόμπα/. Εκτός κι αν άλλαξε η γεωγραφική μας θέση. Μπορεί. Τόσοι έχουν μεταμεληθεί, τόσοι δηλώνουν πλέον/ Χορτοφάγοι.

Απόλυτα συμπυκνωμένο, σαρκαστικό, εύστοχο ποίημα.

Ο εθνικισμός καταρρέει, μας λέει η Δήμητρα. Τα φέρετρα με τους νεκρούς πληθαίνουν. Στο φέρετρο με την σημαία κείτεται το πτώμα της πατρίδας. Υπάρχει άραγε μία μετατόπιση; Η καινούργια τάξη των πραγμάτων είναι διαφορετική; Οι κρεοφάγοι μετατράπηκαν σε χορτοφάγους από μόδα ή από συνείδηση; Η αριστερά φόρεσε τα άμφια της δεξιάς, η δεξιά προσεταιρίστηκε την φρασεολογία της αριστεράς; Άλλαξε η γεωγραφική μας θέση; Οι φασίστες έπαψαν να σκοτώνουν νεαρά παιδιά σαν τον Παύλο Φύσσα; Με τους λύκους ή με τις μέλισσες;

Όλα αυτά η Δήμητρα Χριστοδούλου δεν τα γράφει. Τα υπονοεί. Και ο αναγνώστης ακούει τους εικοσιτέσσερις χτύπους, τους εικοσιτέσσερις στίχους, τις είκοσι τέσσερις ώρες μίας και μόνο ημέρας και διαβάζει την σιωπή. Και η σιωπή στην συλλογή αυτή είναι πιο φλύαρη από ποτέ.

Η Δήμητρα γράφει μόνον τον στίχο στο ποίημα Η ΠΑΡΗΓΟΡΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

Αν πράγματι υπάρχει ο Κάτω Κόσμος/Βάρδια κρατούν εκεί οι Λύκοι.

Η Δήμητρα γράφει μόνον τους στίχους

Να σωριαστούν με μιας σαν παλιοσίδερα/Το κλειστό στόμα/ο πανικός/η στέρηση/Κι ανάμεσα στις σφυρίχτρες των άστρων/Να αστράφτει ατσάλινη η βαριά μου σιωπή/

Και μέσα από την σιωπή αυτή ξεπροβάλλει όλο το σύμπαν της ανομίας.

Σαν σκύλους ξαμολάν τα περιπολικά τους/ Η αστυνομία και η Θεία Πρόνοια. Παντού τα ίχνη, πουθενά τα σώματα

Εδώ πρέπει να σταματήσουμε λίγο και να εξετάσουμε την έννοια

της πόλης στην ποίηση της Δήμητρας Χριστοδούλου.

Η λέξη «πόλη» για την Δήμητρα Χριστοδούλου έχει την αρχαιοελληνική σημασία της λέξης.

Η ελεύθερη πολιτεία, το σύνολο των πολιτών, η ιδιότητα του πολίτη. Αυτή την εσωτερική διασταλμένη πόλη υπηρετεί η ποίηση της Δήμητρας Χριστοδούλου που είναι ακριβώς η ποίηση της πολιτείας δικαίου, των ανθρώπινων δικαιωμάτων, της ειρήνης, της ακεραιότητας. Αυτή είναι η ιδεατή πατρίδα της. Η άλλη, η γενέτειρα είναι αυτή που την πληγώνει διαρκώς.

Σιγά σιγά δεν έμεινε πέτρα/Μπορώ πια να σ’ αγαπάω, πατρίδα/Σαν στομαχόπονο που με κόβει στα δύο

Σ’ αυτή την ποιητική συλλογή η ποιήτρια γεννά συνέχεια κόσμους πολυποίκιλους και ενδιαφέροντες που όλοι έχουν ένα κεντρικό άξονα, δεν υπάρχει σε όλη την συλλογή ούτε μία επανάληψη, ούτε μία κοινοτοπία, ούτε μια φλύαρη αμηχανία, αντίθετα δομημένα άψογα τα ποιήματα και μάλιστα με τον περιορισμό των εικοσιτεσσάρων στίχων (όσο και οι ώρες μίας ημέρας) που η ίδια θέτει, συνθέτουν ένα ολόκληρο “οικοσύστημα” που μιλάει για μία πατρίδα, για μία ελπίδα, για μία διάψευση, για την ανθρώπινη μοίρα ειδικά και γενικά, για τους ανθρώπους γύρω μας, για τους ανθρώπους μέσα μας, οι στίχοι αστραφτεροί και στιλπνοί, τα φυλλώματα της γραφής πυκνά κρύβουν την έκπληξη που ξεπηδάει αιφνιδιαστικά, πηκτή η ροή χωρίς κανένα κενό, μία αστείρευτη φαντασία τόσο καλά τιθασευμένη ώστε κάθε λέξη να αποκαλύπτει, να κρύβει αλλά και να σημαίνει, κάνει την συλλογή να αποκτά βάρος να ριζώνει στο ποιητικό έδαφος και στην συνέχεια να φουσκώνει, να απογειώνεται, να μας διαπερνά, να μας αφορά.

Ο χρόνος στην συλλογή μετριέται με τους χτύπους ενός τεράστιου κοσμικού ρολογιού που χτυπάει τις ώρες, κυρίως όμως μετριέται με την σιωπή, την πρωταρχική ουσία της Ποίησης. Αυτή η συλλογή αποτελεί ένα άψογο δείγμα γραφής όπου η έμπνευση και η τεχνική παντρεύονται, όλα ισορροπούν όμορφα και η Ποίηση ρέει αβίαστα όπως άλλωστε οφείλει.

Η ποίησή της Χριστοδούλου είναι σκληρή, σαρκαστική, ραπίζει, χτυπάει. Η ποίηση της είναι ευρεία, συμβολική, κοινωνική, αλληγορική.

Η ποίησή της είναι

η φωνή του εξόριστου αρχαγγέλου/Που βάλθηκε να συμμαζεύει τα φτερά του/ Σε αντίσκηνα σε τρώγλες του θανάτου/Ενώ τα όργανα της τάξης αναγγέλλουν/Πως πρέπει να παραδοθεί ο δαρμένος/ ο σκύλος/ο φονιάς/ ο ξένος όπως γράφει η ίδια.

Το σύμπαν της Δήμητρας είναι η Έρημη Χώρα. Οι άνθρωποι που το αποτελούν είναι οι Κούφιοι Άνθρωποι. Η φωνή της Δήμητρας Χριστοδούλου διασχίζει τον χώρο και τον χρόνο, διαλαλεί και προφητεύει, προειδοποιεί και εξαγγέλλει όπως κάνουν όλοι οι σπουδαίοι ποιητές μέσα στον χρόνο.

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.