You are currently viewing Παυλίνα Παμπούδη: 1 +16 Σπονδές   

Παυλίνα Παμπούδη: 1 +16 Σπονδές  

(Δεν είχα συνειδητοποιήσει πως ο θάνατος είχε ξεκάνει τόσο πολλούς… Τ. Σ. Έλιοτ)

 

Η «Γενιά του 70» που συστέγασε ακόντες – άκοντες τόσους μοναδικούς και μοναχικούς ποιητές / ποιήτριες, αποδεκατίζεται ολοένα. Προχθές, αποχώρησε και αυτός ο άξιος, ο υπεράξιος της τέχνης του, ο Μιχάλης Γκανάς, μια από τις πιο αυθεντικές φωνές στην σύγχρονη ελληνική ποίηση

Ο Μιχάλης Γκανάς γεννήθηκε στον Τσιαμαντά Θεσπρωτίας το 1944 και φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τιμήθηκε με Κρατικό βραβείο Ποίησης για τη συλλογή του Παραλογή (1994) και για το σύνολο του έργου του από την Ακαδημία Αθηνών (2011). Επίσης, το 2022 του απονεμήθηκε ο Χρυσός Σταυρός του Τάγματος Τιμής από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η οποία τόνισε ότι «Ο Μιχάλης Γκανάς, με τα ποιήματα και τα μικρά πεζά του έστησε μια στέρεη γέφυρα ανάμεσα στον απελθόντα κόσμο της υπαίθρου και τη σύγχρονη ζωή, σημαδεύοντας ανεξίτηλα τη συλλογική μας ευαισθησία».

Το έργο του Μιχάλη Γκανά, διαποτισμένο από συγκρατημένο λυρισμό και σπάνιο ήθος διακρίνεται για το αθώο βλέμμα, τη λιτή εκφορά της γλώσσας και την τρυφερότητά του. Χαρισματικός είναι ο τρόπος που τιμά την ελληνική Παράδοση, διασώζοντας την ιστορική  λαϊκή μνήμη της υπαίθρου, τον απόηχο του εμφυλίου, την πνοή του δημοτικού τραγουδιού. Ο ίδιος έγραψε: Έτσι ήταν η Ελλάδα πάντοτε, ένα δίσκος με αντίδωρα, κανένας δεν τη χόρτασε… Τα πιο πρόσφατα έργα του, στα οποία φανερά μετακινείται από την Ιστορία στην εσωτερική ζωή, αποπνέουν σοφία και βαθιά ανθρώπινη ενσυναίσθηση, δικαιώνοντας μια διαδρομή που ολοκλήρωσε τον προορισμό της.

Τα ποιήματά του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες. Στην Ελλάδα αγαπήθηκε ιδιαίτερα μέσω της μελοποίησης των ποιημάτων του από γνωστούς συνθέτες, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Νίκος Ξυδάκης, ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας, ο Ara Dinkjian κ.ά.

 

 

ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΣΕΩΣ

Κι εσύ που ξέρεις από ποίηση
κι εγώ που δεν διαβάζω
κινδυνεύουμε.
Εσύ να χάσεις τα ποιήματα
κι εγώ τις αφορμές τους.

 

 

ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΜΟΥ

Οι μέρες κι οι νύχτες μου
κι όλος ο χρόνος που πέρασε.

Αφημένος εδώ
ένα τίποτε ή ένα σημάδι
κάτω από το γλόμπο του ήλιου.
Καίει το σκοτάδι αθόρυβα
καταναλώνει τα δέντρα και τη φυλή μου.

Όλα τούτα
προστίθενται κάπου ή αφαιρούνται;

 

 

ΤΑ ΑΓΡΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΗΜΕΡΑ / V

Πέτρα που φέγγει μέσα μου τις νύχτες. Εδώ ξαπόστασαν γυναίκες φορτωμένες, εδώ ραμφίσαν τα πουλιά σιωπές όταν συννέφιαζε, δεν έβρεχε κι όλοι κρατούσαν την ανάσα τους. Χαμήλωνε το σύννεφο, ώσπου ακουμπούσε τις σκεπές, έγλειφε ως τα θέμελα τους τοίχους, λαλούσαν οι σφαγμένοι πετεινοί κι αρμένιζε το κάθε σπίτι μοναχό του, ενώ ακινητούσε το χωριό.
Ξενιτεμένοι κουνούσαν τότε τα μαντίλια τους. Από πολύ μακριά. Μπορεί κι από τον άλλο κόσμο.

 

 

Η προηγούμενη, αποχώρησε στις 30 Ιουλίου, ήταν η Τζένη Μαστοράκη

“Ο θάνατος και η κόρη” ήταν αυτό που μου ήρθε στο νου… Τι άλλο από μια ποιητική “λεζάντα” στο αδιανόητο; Τη Τζένη την σκέφτομαι πάντα ώς κόρη. Με τα μακριά σκοτεινά της μαλλιά, το φωτεινό πρόσωπο και τη χάρη της. Ναι, ήταν η πιο “κοριτσίστικη” παρουσία στην περιώνυμη “γενιά του 70”, στην οποία και παρέμεινε για πάντα: η ποιητική της παραγωγή σταμάτησε στη δεκαετία του 80… Ίσως, διότι σε κάποιο σημείο καμπής, συναντήθηκε με τον Σολωμό και τη διαχρονικότητα.

Ήταν ένα κορίτσι γλυκό, ήμερο, επιμελές αλλά και ζωηρό και δυναμικό, που είχε να κάνει πολλά – κι έκανε πολλά, που είχε να πει πολλά – αλλά επέλεξε να πει  λιγότερα.  Το έσκασε τώρα από το σχολείο της ζωής – μ’ ένα στεφάνι φως…

Συμπληρώνω (δυστυχώς) το παλαιότερο μικρό  αφιέρωμα “13 Σπονδές στους ποιητές της γενιάς του 70”. Το αφιέρωμα ήταν “κατά σειρά αποχωρήσεως”. Τώρα, προσθέτω, εκτός από τη Τζένη, άλλες δυο ποιήτριες: την Μαρία Λαϊνά και την Άντεια Φραντζή – που αποχώρησαν λίγο νωρίτερα…

 

ΤΖΕΝΗ ΜΑΣΤΟΡΑΚΗ (23/2/ 1949 – 30/7/ 2024)

 

Η Τζένη (Ιφιγένεια) Μαστοράκη γεννήθηκε στην Aθήνα το 1949, και σπούδασε Bυζαντινή και Mεσαιωνική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Aθηνών. Πρωτοεμφανίστηκε στην Ποιητική Aντι-Aνθολογία του Δημήτρη Iατρόπουλου (1971), με το πρωτόλειο Το Συναξάρι της Αγίας Νιότης. Το πρώτο της βιβλίο, με τίτλο «Διόδια», εκδόθηκε το 1972.
Ανήκει στην Γενιά του ’70, ομάδα Ελλήνων συγγραφέων και ποιητών που άρχισαν να δημοσιεύουν τα έργα τους κατά τη δεκαετία του 1970, και ειδικότερα προς το τέλος της Χούντας των Συνταγματαρχών και τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Τα ποιήματά της μεταφράστηκαν σε διάφορες γλώσσες και δημοσιεύθηκαν σε ανθολογίες και περιοδικά. Η διευθύντρια του προγράμματος ελληνικών σπουδών στο Columbia University της Νέας Υόρκης, Karen Van Dyck, αφιερώνει στη Τζένη Μαστοράκη ένα ολόκληρο κεφάλαιο του βιβλίου της «Η Κασσάνδρα και οι λογοκριτές» (1998), θεωρώντας την «μία από τις κορυφαίες ποιήτριες και μεταφράστριες της Ελλάδας»
Το βιβλίο της, «Μ’ ένα στεφάνι φως», που εκδόθηκε το 1989, εμπνευσμένο από το έργο του Δ. Σολωμού,  έχει επαινεθεί, μεταξύ άλλων, για την αριστοτεχνική χρήση της ελληνικής γλώσσας (Γ. Π. Σαββίδης) και της μυθοποιητικής παράδοσης (Δ. Μαρωνίτης). Ως σπουδαία μεταφράστρια, μετέφρασε ξένη πεζογραφία, θέατρο, δοκίμια και μελέτες, καθώς και παιδικά βιβλία. Το 1989 τιμήθηκε με το Thornton Niven Wilder Prize του Columbia University της Νέας Υόρκης (Translation Center), για το σύνολο του μεταφραστικού της έργου, και το 1992 με το ειδικό βραβείο του IBBY (International Board on Books for Young People) για τη μετάφραση του παιδικού βιβλίου O ταξιδιώτης της αυγής του C.S. Lewis. Το 2022 τιμήθηκε με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο για το σύνολο του έργου της.

*

Μαθαίνουμε να διαβάζουμε συλλαβιστά
τις μεγάλες κραυγές.
Αγγίζουμε
αποκαθιστώντας τις αισθήσεις
στο ακέραιο.
Τώρα πια ξέρουμε πως τα μήλα στα καφάσια
έχουνε τη δική τους λάμψη
και τα φτηνά παπούτσια
στα υπόγεια της Αιόλου
συνθέτουν βουβά το εμβατήριο
όλων των λαών της γης.

Δραπετεύω μεσʼ από τις λέξεις
που δεν είπα.
Εγκαταλείπομαι
στις ώρες που πιο πολύ αγάπησα
Αυτή η σιγή δεν έχει τέλος.
Τρομάζω να περιμένω
αυτό που δε θαʼ ρθει.
Τρομάζω στη σκέψη
αυτών που δεν έγραψα.
Αυτή η σιγή
απόλυτα δική μου
με κατακερματίζει.


Έγιναν κρίματα και βάρυναν πολύ, κι ό,τι πονά,
για πάντα εδώ, για πάντα μένει, κακό φιλί, για
πάντα το κακό σημάδι του, παραφροσύνη δίχως
γυρισμό, φοβέρα σκιάζει,
μια ιερή σαρκοφαγία πού εξαντλεί.

 

Και οι άλλες δυο ποιήτριες, πάντα κατά σειρά αποχωρήσεως…

 

ΜΑΡΙΑ ΛΑΙΝΑ (1947 – 2023)

 

Η Μαρία Λαϊνά γεννήθηκε στην Πάτρα, αποφοίτησε από τη Νομική Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών αλλά εργάστηκε σε διάφορες δουλειές, σε σχέση με την τέχνη (μετάφραση δοκιμίων και λογοτεχνίας, επιμέλεια εικαστικών, φιλοσοφικών και λογοτεχνικών βιβλίων, εκπομπές και σενάρια στην κρατική ραδιοφωνία – τηλεόραση, διδασκαλία ελληνικής γλώσσας και ποίησης σε αγγλόφωνα κολέγια, διδασκαλία μετάφρασης, δημοσιογραφία σε λογοτεχνικά ένθετα εφημερίδων). Το έργο της περιλαμβάνει εννιά ποιητικές συλλογές: Ενηλικίωση, Αθήνα 1968, Επέκεινα, Κέδρος 1970, Αλλαγή τοπίου, Κέδρος 1972, Σημεία στίξεως, Κέδρος 1979, Δικό της, Κείμενα 1985, Ρόδινος φόβος, Στιγμή 1992, Εδώ, Καστανιώτης 2003, Ο κήπος -όχι εγώ, Καστανιώτης 2005, Μικτή τεχνική, Πατάκης 2012, Σε τόπο ξερό, Ποιήματα 1970 – 2012, Πατάκης 2015,  Ό,τι έγινε – άνθρωποι και φαντάσματα, Πατάκης 2020. Εκτός από ποίηση, περιλαμβάνει και έντεκα θεατρικά, πέντε πεζογραφήματα, τρεις κριτικές και μελετήματα, σύνταξη ανθολογίας ξένης ποίησης του 20ου αιώνα (επιλογή από ελληνικές μεταφράσεις). Έργα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1993), το Βραβείο Καβάφη (1996), το Βραβείο Μαρία Κάλλας του Γ΄ Προγράμματος της ΕΡΤ (1998). Το 2014 της απονεμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών το Βραβείο Κώστα και Ελένης Ουράνη, καθώς και το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων (2022). Η μετάφραση της ποιητικής της συλλογής Ρόδινος Φόβος στα γερμανικά από τον Dadie Σιδέρη – Speck απέσπασε το βραβείο της πόλης του Μονάχου. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.

 

ΕΝΤΟΜΑ

 

Εκείνη τη χρονιά

λύγισαν τα κλαδιά μου ως το χώμα

έτοιμος πάντα για αδιάκοπη βροχή ο ουρανός μου

κι ο κήπος για φωνές εντόμων μακρινές

     και λυπημένες.

Δεν άκουγα τραγούδια τότε

όσα φεγγάρια μόνο

θέλησαν μόνα τους να πέσουν στο πηγάδι.

 

Ό,τι κι αν λέω όμως

υπήρχε ακόμη αγάπη μέσα μου

και της αγάπης η απόλαυση

ακόμη.

Ναι, θυμάμαι τις ευτυχισμένες μέρες

και τον καιρό της κάθε μέρας.

 

 

ΠΡΑΜΑΤΑ ΑΝΥΠΑΡΚΤΑ

 

Ο χειρότερος εφιάλτης είπε

φαντάσου, είπε, να μάθεις ξαφνικά

εκεί που κάθεσαι, να μάθεις

να σου πουν δηλαδή αυτοί οι καριόληδες

ότι οι πιο πολύτιμες στιγμές σου

τα μέρη και οι άνθρωποι

δεν έχουν φύγει

ούτε πεθάνει

αλλά, χειρότερα,

δεν έχουν υπάρξει ποτέ

κόλαση, είπε

αυτό είναι κόλαση·

αλλά και τώρα πάλι βλέπω πράματα ανύπαρκτα

εκεί που κάθομαι τα βλέπω, καταλαβαίνεις;

πέφτω στον πειρασμό να φαντάζομαι.

Τι βλέπεις; είπα, πες μου κάτι ανύπαρκτο

   που βλέπεις

νά είπε, έναν τάρανδο

να κατεβαίνει τον δρόμο

και περασμένο στο αυτί του ένα σκουλαρίκι

α, είπα, εντάξει,

αυτό υπάρχει!

 

 

ΤΙ ΚΡΙΜΑ

 

Ο ρεμβασμός μου έχει χαθεί

κι οι λεπτεπίλεπτες αισθήσεις.
Σ’ άλλα παλιότερα φθινόπωρα

κυλούσα μέσα στη βροχή και την ομίχλη

νωχελικά και μάλιστα

με κάποια αβροφροσύνη

προς τους άλλους.
Τώρα πια, όχι·
τώρα, η θλίψη και ο πόνος
με κάνουν άξεστη
προτού καν γράψω δύο λέξεις.
Τι κρίμα
ο καιρός μου πέρασε
πρέπει να επιστρέψω το αηδόνι μου στο δέντρο.

 

 

ΑΝΤΕΙΑ ΦΡΑΝΤΖΗ (1945- 2024)

 

 Η Άντεια Φραντζή γεννήθηκε το 1945 στην Αθήνα. Σπούδασε στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και ήταν διδάκτωρ της Νεοελληνικής Φιλολογίας στη Σορβόννη. Δίδαξε Νεοελληνική Λογοτεχνία στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1985-2012). Συνεργάστηκε με το τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ και διετέλεσε προσκεκλημένη καθηγήτρια στο Τμήμα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Κύπρου. Είχε δημοσιεύσει οκτώ ποιητικά βιβλία (και μια συγκεντρωτική έκδοση), ένα βιβλίο για παιδιά, καθώς και τόμους με άρθρα, φιλολογικές μελέτες, κριτικές εκδόσεις και μεταφράσεις. Μετά το 1975 υπήρξε συστηματική συνεργάτιδα του περιοδικού Αντί.

 

της καρδιάς

Μ’ έκλεισαν μέσα στο στήθος μου
που ψάλλει αηδόνι
που τρέμει σπουργίιτι.

Ανοίγω τώρα το στήθος μου
μέσα απ’ το στέρνο μου
μια πέτρα κατρακυλάει
χτυπά την καρδιά μου.

Το αηδόνι σπαθίζω
το σπουργίτι τσακίζω
η καρδιά μου κλωτσάει
σπαράζει..

 

της λύπης
      στην Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ

Στη μεγάλη χώρα της λύπης
συνάντησα τη μάγισσα Λυπιού.
Κρατούσε στα χέρια της το μήλο
της αμαρτίας και φύτρωναν στους ώμους της τα φτερά της ελπίδας.

Η ποίηση έλαμπε στο πρόσωπό της
κι ένα φωτοστέφανο την τριγύριζε
και την έκανε αγνή ξανά.

Της λύπης η λάμψη
φώτιζε τόν δρόμο προς τον αγαπημένο μου
σημάδι βάζοντας την άμμο της θάλασσας
που γράφει και σβήνει
που ζει και πεθαίνει
ζωή στην άλλη ζωή
πέρα απ’ τα κύματα.

 

της φυγής


Μαζεύω τώρα τα χαρτιά, τα βιβλία,
τα όνειρα  δεν ξέρω πού να τ’ ακουμπήσω.
Να τα κάψω θα μείνουν οι στάχτες τους
να στοιχειώνουν τις νύχτες μου.

Το φεγγάρι θ’ ανοίγει τις σκόρπιες σελίδες θα φωτίζει τα όνειρα θα γίνουν άγνωστες όλες οι λέξεις.
Όποιο χαρτί και να σκίσω
όποιο βιβλίο και να σβήσω
‘αρρητα όνειρα θα τριγυρίζουν φαντάσματα τις μέρες και τις νύχτες μου.

Θα με σκοτώσουν ή θα τα σκοτώσω.

 

Και οι άλλοι, που προηγήθηκαν:

 

ΑΛΕΞΗΣ ΤΡΑΙΑΝΟΣ (1942 -1980)

 

Ο Αλέξης Τραϊανός (πραγματικό όνομα Αλέξανδρος Ζαβατάρης) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1944. To 1963 εισήχθη στο Οικονομικό της Νομικής του ΑΠΘ ενώ είχε ήδη ξεκινήσει να ασχολείται με την ποίηση, μεταφράζοντας το 1967 αφροαμερικανική ποίηση.  Υπήρξε ο πρώτος που μετέφρασε beat ποίηση στα ελληνικά, καθώς και μέρος από το έργο του Τσέζαρε Παβέζε και του Τσαρλς Μπουκόφσκι. Αυτοκτόνησε στις 7 Μαΐου του 1980  διοχετεύοντας τα καυσαέρια από την εξάτμιση στο εσωτερικό του αυτοκινήτου του. Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές: Οι μικρές μέρες, Τραμ, 1973, Η κλεψύδρα με τις στάχτες, Εγνατία, 1975, Το δεύτερο μάτι του Κύκλωπα / Cancerpoems, Τραμ, 1977, Το σύνδρομο του Ελπήνορα, Ύψιλον, 1984, Φύλακας Ερειπίων – Τα ποιήματα, συγκεντρωτική έκδοση, επιμέλεια Στέφανος Μπεκατώρος, Αλέξης Ζήρας, Πλέθρον, 1991, και τις Μεταφράσεις: Ανθολογία νέγρων ποιητών (1969, Εκδόσεις Εγνατία), Μεταπολεμική αμερικάνικη ποίηση (1979, Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις), Μπουκόφσκι.Επιλογή από το έργο του (1980,Εκδόσεις Η μικρή Εγνατία), Τσέζαρε Παβέζε-Ο θάνατος θα ‘ρθει και θα χει τα μάτια σου (1988), Μετάφραση του Αλέξη Τραϊανού και του Ευριπίδη Γαραντούδη, Εκδόσεις Υπόστεγο)

 

 

ΚΑΠΟΙΟΣ ΕΦΥΓΕ

[Ενότητα Θανάτοψις]

Κάποιος έφυγε από μέσα μας
Ξεκλείδωσε κάποτε τους αρμούς μας
Φόρεσε τα πιο ωραία μας ρούχα
Και κάνοντας μια ραγισματιά αιφνίδια
Πετάχτηκε
Όπως απ’ το νεκρό πετιέται η στερνή πνοή
Πετάχτηκε με τους πολλούς καθρέφτες
Τους αμέτρητους ήλιους

Έφυγε
Δεν ήθελε να ζει μαζί μας
Σφίγγοντας νεκρά πουλιά
Κλείνοντας τον παγωμένο αέρα στα γόνατα
Έριξε το κορμί του στη νύχτα
Στην άλλη υπόσταση των πραγμάτων
Έφυγε αφήνοντάς μας μια ραγισματιά αιφνίδια
Τις μικρές λυπημένες φωνές των πραγμάτων
Κάτι σωπασμένους αδύνατους ήχους
Ανέκφραστα πενιχρά πράγματα
Που τον βαστάζουν και τον θυμούνται
Όπως η άνοιξη κάθε φορά που έρχεται τον θυμάται
Κι η γυρισμένη ζωή
Και τ’ ανοιγμένο μας στήθος

Εμείς τον κλαίμε ακόμη

 

ΝΑΝΑ ΗΣΑΙΑ (1934- 2003)

 

Η Νανά Ησαΐα γεννήθηκε στην Αθήνα το 1934 όπου και πέθανε το 2003. Έζησε ένα χρόνο στο Λονδίνο σπουδάζοντας σε κολλέγιο γραμματέων μετά το γυμνάσιο. Έπειτα σπούδασε ζωγραφική στο Ελεύθερο Εργαστήριο Καλών Τεχνών στην Αθήνα κατά τη διάρκεια των ετών 1958-1962. Συμμετείχε σε έξι Πανελλήνιους ζωγραφικής (1960-1975), πήρε μέρος σε ομαδικές εκθέσεις (1960-62) κι έκανε την πρώτη της ατομική έκθεση στην γκαλερί ΩΡΑ το 1974 στην Αθήνα. Υπήρξε μέλος της Εταιρίας Συγγραφέων, της Ελληνικής Εταιρίας Μεταφραστών Λογοτεχνίας και του Ελληνικού PEN CLUB. Έκανε ραδιοφωνικές εκπομπές στο Πρώτο Πρόγραμμα κατά τη διάρκεια των ετών 1988-89 και 1992-94.
Πήρε Κρατικό Βραβείο το 1981 για την ποιητική της συλλογή Μορφή. Έχει δημοσιεύσει ποιήματα σε πολλά ελληνικά περιοδικά, όπως και σε ξένα. Πολλά δοκίμιά της έχουν δημοσιευθεί σε ελληνικά περιοδικά.

 

ΕΠΙΤΥΜΒΙΑ

 

Και τώρα ούτε ξέρω πια
γιατί δόθηκε η χαμένη μάχη.
Για ποιο καλοκαίρι σκοτεινού φωτός.
Ποια σκληρή αντίληψη λάμψης.
Από τα χέρια μου περνούν σύννεφα.
Από τα μαλλιά μου στάζουν βροχές.
Λες κι έρχομαι από κάποια
αστείρευτη εποχή δακρύων.
Σε ιερογλυφικούς ήχους
θα σε άκουγα να μου μιλάς.
Επιτύμβια σχεδόν.
Ή σχεδόν σαν Σφίγγα.
Αν και χωρίς τη λύση του αινίγματος.
Της μάχης που δόθηκε για να χαθεί.
Γιατί στ’ αλήθεια;

 

ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΤΕΡΙΑΔΗΣ (1947-2003)

 

 

Ο Βασίλης Στεριάδης γεννήθηκε στο Βόλο το 1947. Σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος στην Αθήνα. Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές “Ο κ. Ίβο” (1970), “Το ιδιωτικό αεροπλάνο” (1971), “Ντικ ο χλομός” (1976), “Το χαμένο κολιέ” (1983), “Ο προπονητής παίκτης” (1992) και το πεζογράφημα “Η κατηγορία Α1” (1979). Έγραψε κριτικές για ποίηση σε περιοδικά και στην εφημερίδα “Η Καθημερινή”. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά και στα ιταλικά. Πέθανε στην Αθήνα, στις 16 Απριλίου 2003.

 

ΣΤΑΜΑΤΗΣΑ ΝΑ ΓΡΑΦΩ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

 

Αυτό το παλιό ξυπνητήρι μου θύμισε άξαφνα την ώρα

Αν ήξερες τη μοντέρνα ποίηση στους διαδρόμους του εγκεφάλου μας

θα μου έλεγες είναι μια μακαρίτισσα ιστορία.

Κοίταξα πάλι τα ρούχα μου:

Φορούσα ένα σακάκι από παλιό πετσί, από πετσί ανθρώπου.

Είναι και μερικά σημεία απροσδιόριστα

υποσκάπτουν τη σκέψη μου με βασανίζουν.

 

Ένα γράμμα σύννεφο

τ’ ανοίγω λέει φοβάμαι

το χθεσινό μου όνειρο εκεί η φωτιά από το χθεσινό μου όνειρο

κι αυτό ή το άλλο δωμάτιο που καίγεται.

Σκέφτηκα τότε την ποιότητα εκείνου του δωματίου

με σωρούς βιβλία, διαγράμματα και σχέδια για το μέλλον.

Φοβάμαι την κατάληξη

της προτεινόμενης ηθικής προστασίας

και την οδυνηρή εξίσωση πάνω στο αδιατάρακτο κενό.

 

Μια μέρα

θα βγω στην ακατάπαυστη βροχή με το σακάκι μου
θα προχωρήσω καταπάνω της

ο σίγουρα ένοχος σε θετικά σημεία

με κάποιο παραλογισμό στη σκέψη, στην εμφάνιση

θ’ αρχίσω να βγάζω από μέσα μου ένα προς ένα

τα παλιά στίγματα του ονείρου

θα ξεχάσω τα πάντα

το σπίτι κάποτε με τα κλειστά παράθυρα

την υγρασία

και το κορίτσι με το φαγωμένο πρόσωπο

που με περίμενε στη σκάλα.

Ύστερα θα σηκωθώ απ’ το σκοτάδι

και θα πω στον πατέρα μου: μην εκνευρίζεσαι

σταμάτησα να γράφω ποιήματα.

 

 

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΜΠΕΚΑΤΩΡΟΣ (1947-2006)

Ο Στέφανος Μπεκατώρος γεννήθηκε το 1947 στην Αθήνα καταγόμενος από την Κεφαλλονιά και την Κωνσταντινούπολη. Έκανε σπουδές χημείας, νεοελληνικής λογοτεχνίας και βιβλιοθηκονομίας. Άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα από το 1966 και εξέδωσε (στο διάστημα 1968-1998) έξι ποιητικές συλλογές και μια επίτομη έκδοση τους με τίτλο “Πατριδογνωσία 1969-1982” (α’ έκδοση: 1982, β΄έκδοση: “Πατριδογνωσία 1968-1998”, Ελλ. Γράμματα 1999). Το 2002 εξέδωσε την ποιητική συλλογή με τίτλο “Δυστυχία στα δάκτυλα” (εκδ. Πατάκη). Το 1971 δημοσίευσε (σε συνεργασία) την ποιητική ανθολογία “Η Νέα Γενιά, 1965-1970” με ποιήματα ενός αριθμού τότε πρωτοεμφανισθέντων ποιητών. Το 1991 επιμελήθηκε (σε συνεργασία) την έκδοση των “Απάντων” του φίλου του ποιητή Αλέξη Τραϊανού. Μέσα στην τριακονταετία 1974-2006, εκτός από ποιήματα, δημοσίευσε (σε εφημερίδες, περιοδικά και αυτοτελείς εκδόσεις) μελέτες και δοκίμια για πρόσωπα της λογοτεχνίας, κριτικές παρεμβάσεις και προτάσεις για το ζήτημα των βιβλιοθηκών στην Ελλάδα, κριτικά σχόλια και παρεμβάσεις (για ζητήματα λογοτεχνικά, κοινωνικά, πολιτικά και πολιτισμικά) καθώς και μεταφράσεις από τα αγγλικά. Επιμελήθηκε βιβλία καθώς και εκπομπές στο ραδιόφωνο (για την ποίηση). Για ένα διάστημα έγραψε κριτική βιβλίου στις εφημερίδες “Η Αυγή” και “Η Πρώτη”. Το 1993 κυκλοφόρησε “Το πνεύμα της Αντίστασης: για τον πολιτισμό και την πολιτική”. Στα δύο τελευταία χρόνια της δικτατορίας των συνταγματαρχών συνέβαλε στη σύνταξη των τόμων “Κατάθεση ’73” και “Κατάθεση ’74” (εκδόσεις Μπουκουμάνη) Από τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση δική του, κυκλοφόρησαν οι τόμοι δοκιμίων του Τ. Σ. Έλιοτ “Δεν είναι η ποίηση που προέχει: για την ποίηση και τους ποιητές”, το 2003, και “Δάντης: Θεία Κωμωδία και Νέα Ζωή”, το 2005 και το αφήγημα “Ο χρυσός σκαραβαίος” του Έντγκαρ Άλλαν Πόε, με δικά του σχόλια και εκτενέστατο επίμετρο, το 2004. Πέθανε στην Αθήνα στις 26 Ιουνίου 2006.

 

ΖΩΝΤΑΝΟΣ

 

Μαζεύει το κορμί του, γίνεται κρέας σκληρό.
Κατεβαίνει στο υπόγειο κλείνει την καταπαχτή
σωπαίνει.
Δε θέλει ν’ ακούσει τις φωνές. Μέσα στην
υποψία λιώνει αυτός μέσα στη στέρηση.
Έξω περνούν τα τεντωμένα πανιά, δυνατές
κραυγές χτυπιούνται στα μεγάφωνα, τρίζουν
τα βήματα στους δρόμους.
Αυτός εκεί στην κάμαρη χτυπιέται με τα έπιπλα –
ζωντανός μονάχα για τον εαυτό του.

 

ΑΡΓΥΡΗΣ ΧΙΟΝΗΣ (1943-2011)

 

Ο Αργύρης Χιόνης (1943-2011) ήταν Έλληνας ποιητής και συγγραφέας. Σπούδασε οικονομικά στην ΑΣΟΕΕ και λογοτεχνία στην Ολλανδία. Εμφανίστηκε στην ποίηση το 1966 με τη συλλογή “Απόπειρες φωτός”. Έγραψε ποιήματα, διηγήματα, και μυθιστορήματα, ενώ ασχολήθηκε και με τη μετάφραση ξένης λογοτεχνίας. Βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης το 2000.

 

Έρχονται αθόρυβα οι μέρες μου – γάτες με πέλματα βελούδινα, ταχύτητα αστραπής – τρίβονται μια στιγμή στα πόδια μου. Σκύβω να τις χαϊδέψω, Έχουν κιόλας φύγει.

 

Ούτε τ’ αηδόνια

Ούτε οι ποιητές πλάστηκαν

Για τις ξόβεργες.

Οι ξόβεργες, ωστόσο,
Είναι γι αυτούς πλασμένες.

(Τάνκα)

 

Η ποίηση ήταν γι αυτόν

Ό, τι για τον Περσέα ο καθρέφτης.

Μόνο μες απ’ αυτήν μπορούσε να κοιτάζει

Την φριχτή πραγματικότητα.

 

 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ (1956 -2011)

 

 

Ο Γιάννης Βαρβέρης (1955-2011) ήταν ποιητής, μεταφραστής, θεατρικός συγγραφέας και κριτικός. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έγραψε πολλές ποιητικές συλλογές και απέσπασε βραβεία για το έργο του, συμπεριλαμβανομένου του Κρατικού Βραβείου Ποίησης το 1996. Ήταν ενεργός στο χώρο της λογοτεχνίας από το 1975 μέχρι το θάνατό του.

 

ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

 

Η πόλη με οβελίες αλλού γιορτάζει.
Σταθμός Πελοποννήσου
κι απομεσήμερο του Πάσχα σε παγκάκι
μόνον εσύ κι εγώ καθόμαστε, μητέρα.
Είμαστε γέροι πια κι οι δυο
κι εγώ αφού γράφω ποιήματα
πιο γέρος.
Αλλά πού πήγανε τόσοι δικοί μας;
Μέσα σε μια βδομάδα
δεν απόμεινε κανείς.
Ήταν Μεγάλη βέβαια
γεμάτη πάθη, προδοσίες, σταυρώσεις-
θέλουν πολύ για να υποκύψουν οι κοινοί θνητοί;
Έτσι ακριβώς, από τα Βάγια μέχρι σήμερα
θα ‘πρεπε κάπως να ‘χαμε κι εμείς χωρέσει.
Όμως το Πάσχα τέλειωσε, μητέρα.
Κι εμείς τι θ’ απογίνουμε
σ’ ένα παγκάκι
αθάνατοι
καθώς νυχτώνει;

 

 

ΜΙΜΗΣ ΣΟΥΛΙΩΤΗΣ, 1949-2012

 

 

Ο Μίμης Σουλιώτης (1947-2015) ήταν ποιητής, κριτικός και μεταφραστής. Σπούδασε φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Έγραψε αρκετές ποιητικές συλλογές, δοκίμια και μελέτες, ενώ ασχολήθηκε και με την επιμέλεια λογοτεχνικών περιοδικών. Δίδαξε Νεοελληνική Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας.

 

ΠΡΕΣΠΕΣ

 

Είναι ώρες-ώρες θάλασσα κι οι Πρέσπες,
μεγάλη, πρασινο-γάλαζη και γκρίζα,
δεν την περνάς με καντιλλάκ ούτε με βέσπες∙
εδώ λόγια πολύγλωσσα και τ’ άλογο πειθήνιο
σέρνει το κάρο με γκούμια από αλουμίνιο
σύρριζα στων βράχων την ξέξασπρη μαρκίζα.

Τόπος τερματικός. Παλιές σκιές
από φως πλάγιο και πιωμένο
περιπολούν άοπλες. Βαραίνουν οι φασολιές,
το νερό αραίωσε, γδέρνεται η βάρκα
στην περιττή ακρογιαλιά∙ τα βράχια πέτρινες μασέλες,
τα οστά του Σαμουήλ γδυτά χωρίς τη σάρκα.

Γελάδια βόσκει στ’ αναδυμένα μέρη
το παιδόπουλο∙ προσεχής Έλλην από χέρι,
αξύριστος, λιγνός, λείψανο αχνό στ’ αγέρι
τα σαλαγάει σφυρίζοντας με το στόμα και το χέρι.

 

 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΝΤΟΣ (1943-2015)

 

 

Ο Γιάννης Κοντός (1943-2015) ήταν Έλληνας ποιητής και πεζογράφος. Σπούδασε στην Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή Πειραιά και εργάστηκε ως αναγνώστης σε εκδοτικούς οίκους και περιοδικά. Έγραψε πολλές ποιητικές συλλογές και διηγήματα, και τιμήθηκε με δυο Κρατικά Βραβεία Ποίησης.

 

ΜΙΑ ΠΑΓΩΝΙΑ ΕΡΧΕΤΑΙ

 

Η μουσική σταμάτησε. Το μάτι είδε

την πραγματικότητα κι έγινε περισσότερο γυάλινο

-υπάρχουν περιθώρια τρόμου-

Εντάξει με το κορμί. Περνάμε μια χαρά.

Το τρώμε, μας τρώει και λιγοστεύει η ζωή.

Ή αλλιώς το πολύ σκοτάδι φέρνει φως.

Ξερός αέρας κάνει μεγάλες καταστροφές

στη φαντασία μας. Ξηρός οίνος φέρνει

πίσω τα ποτάμια. Η μνήμη μένει

στην άμμο κάτω από πέτρες.

Το παρόν εξαερούται.

Ο κόσμος υγροποιείται.

Το ποίημα είναι η μόνη πραγματικότητα

και οι λύκοι τρέχουν στους δρόμους

για κρέας.

 

 

ΜΑΡΙΑ ΚΥΡΤΖΑΚΗ (1948-2016)

 

 

Η Μαρία Κυρτζάκη (1947-2016) ήταν ποιήτρια και συγγραφέας. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε ως φιλόλογος στη μέση εκπαίδευση. Έγραψε πολλές ποιητικές συλλογές και μυθιστορήματα, ενώ βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης το 2015.

 

ΣΚΟΤΑΔΙ ΣΩΜΑ

 

Γνωρίζει στο κορμί της και με το σώμα της
τις σκοτεινές διαδρομές που αλώνουν την ψυχή.
Ο έρωτας είναι νυκτώος ξέρει.
Παιδί της νύχτας που ερωτεύτηκε το έρεβος.
Μαζί του επλάγιασε
και μες στη λάβα των αισθήσεων
βασίλισσα σαν Δύση ανατέλλει η Τυφώ
πλημμυρισμένη ευωδιές του έρωτα
μανίες αρσενικό και θηλυκό
η γνώση όλη υψώνεται στο σώμα
εκεί στα χέρια και στα δάχτυλα της ακοής
και τον μικρούλη τον τριγμό πώς τον ακούει
και την οσφραίνεται την απειλή
και γεύεται την ηδονή ως το μεδούλι

 

 

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΛΙΟΝΤΑΚΗΣ (1945- 2017)

 

 

Ο Χριστόφορος Λιοντάκης (1945-2019) ήταν Έλληνας ποιητής και μεταφραστής. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και φιλοσοφία δικαίου στη Σορβόννη. Ανήκε στη Γενιά του ’70 και έγραψε πολλές ποιητικές συλλογές. Έλαβε πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το μετάλλιο Ιππότη της Τάξεως των Τεχνών και των Γραμμάτων από το Γαλλικό Υπουργείο Πολιτισμού

 

ΜΕΤ’ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΣΕΩΣ

 

Κρυμμένο στο μαύρο

πρόβαλε το πρόσωπό της

καθώς άνοιξε η ξύλινη μεσόπορτα

που με ασβέστη την είχαν καλύψει

και τρόμαξαν οι φιλέσπερες σαλαμάντρες.

Με το βλέμμα κάτω, προχώρησε στο τραπέζι

με τα φαγητά, το χυμένο κρασί

τα χαρτιά και τις σφραγίδες.

Τη ρώτησαν κι είπε πως δεν ξέρει να γράφει.

Την ξαναρώτησαν αν συναινεί

να πωληθεί ο ελαιώνας για τις σπουδές του…

«Μετ’ ευχαριστήσεως», και φωτός ανάσες

γέμισαν τα βαθουλώματα στο πρόσωπό της.

 

ΝΑΤΑΣΑ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ (1946-2017)

 

 

Η Νατάσα Χατζιδάκι (1946-2017) γεννήθηκε στην Κρήτη. Σπούδασε δημοσιογραφία στην Αθήνα και Αγγλική λογοτεχνία στο Λονδίνο. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1971, με την ποιητική συλλογή “Στις εξόδους των πόλεων”, με την οποία κατατάσσεται στην ομάδα ποιητών της γενιάς του ’70 με φανερές επιδράσεις από τον υπερρεαλισμό και τους Αμερικανούς beat ποιητές, Συνεργάστηκε στη σύνταξη των λογοτεχνικών περιοδικών “Πρόσωπα”, “Σήμα” και “Ρεύματα”. Επίσης συνεργάστηκε ως παραγωγός εκπομπών λόγου στην Ελληνική Ραδιοφωνία (Τρίτο και Πρώτο Πρόγραμμα) και στην ΕΤ1. Παρουσίασε “οπτικά ποιήματά” της σε ομαδικές εκθέσεις και προσκλήθηκε να λάβει μέρος σε διεθνή φεστιβάλ ποίησης στην Ιταλία, Γαλλία, Αγγλία και Ισπανία. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Ποιήματά της μεταφράστηκαν στα αγγλικά και γαλλικά.
Α. Ποίηση
-“Στις εξόδους των πόλεων”, Περγαμηνή, 1971, -“Ακρυλικά”, Πολυπλάνο, 1976, “Δυσαρέσκεια”, Πλέθρον,1984, -“Άλλοι”, Κέδρος, 1990, -“Βαθυέρυθρο”, Νέο Επίπεδο, 2005, – “Άδηλος αναπνοή: Ποιήματα 1971-1990”, Ύψιλον, 2008.
Β. Πεζογραφία
-“Συνάντησέ την, το βράδυ” (Νουβέλα), Μικρή Εγνατία, Θεσσαλονίκη, 1979· Πλέθρον, 2009, -“Ιβίσκοι, νάρκισσοι” (Νουβέλα), Κέδρος, 1985, -“Ξένοι στην πόλη: Διηγήματα 1969-1991”, Κέδρος, 1993
Γ. Μεταφράσεις
Ελεωνόρα Κάρριγκτον, “Η πέτρινη πόρτα”, Αιγόκερως, 1982

 

 

ΜΑΓΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ

 

Μωβ μαραίνεται πράσινο πασχαλιές πού
πάλι Πάσχα είναι. Κόβει τις κύστεις των
ματιών, ρήξη Μαΐου έρχεται με λύσσα –
υγρές γεννήτριες τα μάτια του
πυρκαϊάς χρήσιμο φόντο, συστάδες τα
πουλιά μετακινούνται πάνω από στέγες
ενσκήπτουν βλοσυρά στα φυτώρια από τουλίπες
χαμηλού βολτάζ, ποταμών ψάρια ψάλλουν
μασάει το λεμόνι της οι εξατμίσεις
την στεφανώνουν, τα μάλλινα της βρέχονται
του εαυτού της μοιάζει ομολογούν πλήρη απάθεια
θα πιει παλαιωμένο τούλι αφέψημα φτύνει
το νυφικό πού θαύμασε το ηλεκτρικό της
σίδερο την γαύγισε
– «πρόσεξε», τότε μου είπε
«μην κάνεις αυτούς τους φρικτούς μορφασμούς.
Αν αλλάξει ο άνεμος
το πρόσωπο σου θα μείνει έτσι για πάντα. Και
μην καταπίνεις αυτούς τους σπόρους. Μηλιές θα φυ­τρώσουν
στο στομάχι σου και θα σε πνίξουν» –
άρτιγέννητα θαλασσίων λεόντων
με λυγμικό κλάμμα βγαίνουν στους βράχους των ποιημάτων
του Τέννυσον.
Βγαίνω πίσω τους
κρατώντας ζεστό ν’ αχνίζει πλαδαρό τον πλακούντα.

 

ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΡΑΣ (1944-2019)

 

Ο Μιχαήλ Μήτρας γεννήθηκε το 1944 στο Βόλο. Παρακολούθησε νομικά στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και ραδιοσκηνοθεσία στο City Literary Institute του Λονδίνου, όπου έζησε 4 χρόνια, εργαζόμενος στην ελληνική εκπομπή του BBC. Ταξίδεψε σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ. Εμφανίστηκε με κείμενά του σε λογοτεχνικά περιοδικά της δεκαετίας του ’60, και το πρώτο βιβλίο του (“Φανταστική νουβέλα”) κυκλοφόρησε το 1972.
Συνεργάστηκε στη σύνταξη των πολιτιστικών περιοδικών εκδόσεων “Χρονικό” (εκδ. Ώρα) και “Σήμα”, στη δεκαετία του ’70, καθώς και με τα περιοδικά “Ρεύματα”, στη δεκαετία του ’90 και “Νέα Συντέλεια” στη δεκαετία του 2000.
Εργάστηκε ως παραγωγός εκπομπών λόγου στην Ελληνική Ραδιοφωνία (Πρώτο και Τρίτο Πρόγραμμα), 1983-2003.
Διετέλεσε μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Εταιρείας Συγγραφέων, 2001-2003. Ύστερα από πρότασή του το 1998 η Εταιρεία Συγγραφέων καθιέρωσε για πρώτη φορά στη χώρα μας Ημέρα Ποίησης.
Έγραψε βιβλία ποίησης και πεζογραφίας που κινούνται στο χώρο της νεοτερικής λογοτεχνίας και είχε δείξει “οπτικά ποιήματα” και έργα “Mail Art” σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις εδώ και στο εξωτερικό.
Έφυγε από τη ζωή στις 6 Μαρτίου 2019.
Βιβλία του:
Ποίηση: “Το άλλοθι της περι-γραφής”, Ιδιωτική έκδοση, 1976, “Ασταθές πεδίο”, “Αιγόκερως”, 1984, “Η τελευταία εικόνα του κόσμου”, “Αιγόκερως”, 1987, “Η παράδοξη οικειότητα του αγνώστου”, “Δελφίνι”, 1997, “Διακριτικές μεταβολές”, “Απόπειρα”, 2004
Πεζογραφία: “Φανταστική νουβέλα”, Ιδιωτική έκδοση, 1972, “Αστική τοπιογραφία”, “Αιγόκερως”, 1982, “Αόριστες λεπτομέρειες”, “Απόπειρα”, 1990, “Μηχανή αναζήτησης: Πεζο-γραφήματα”, “Νεφέλη”, 2008.

 

ΑΣΤΙΚΟ ΤΟΠΙΟ 3

 

τα αυτοκίνητα στη λεωφόρο
οι πεζοί που αργοπορούν
καθώς τα φώτα εναλλάσσονται
τα αυτοκίνητα αργοπορούν
οι πεζοί καθώς εναλλάσσονται
τα φώτα στη λεωφόρο
τα αυτοκίνητα εναλλάσσονται
οι πεζοί καθώς αργοπορούν
και τα φώτα εναλλάσσονται
τα αυτοκίνητα στη λεωφόρο
οι πεζοί καθώς αργοπορούν
τα φώτα στη λεωφόρο καθώς
ΕΝΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΙ
αυτοκίνητα πεζοί φώτα

 

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  (1937-2020)

 

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ (1939-2020) ήταν διακεκριμένη ποιήτρια και μεταφράστρια. Σπούδασε στη Γενεύη και την Αθήνα, ενώ έγραψε πολλές ποιητικές συλλογές. Βραβεύτηκε με πολλά λογοτεχνικά βραβεία, όπως το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών.

 

ΕΥΓΝΩΜΟΝΩ

 

Ευγνωμονώ τις ελλείψεις μου
ό, τι μου λείπει με προστατεύει
από κείνο που θα χάσω
όλες οι ικανότητές μου
που ξεράθηκαν στο αφρόντιστο χωράφι της ζωής
με προφυλάσσουν από κινήσεις στο κενό
άχρηστες, ανούσιες.
Ό, τι μου λείπει με διδάσκει
ό, τι μου ‘χει απομείνει
μ’ αποπροσανατολίζει
γιατί μου προβάλλει εικόνες απ’ το παρελθόν
σαν να ‘ταν υποσχέσεις για το μέλλον.
Δεν μπορώ, δεν τολμώ
ούτ’ έναν άγγελο περαστικό
να φανταστώ γιατί εγώ
σ’ άλλον πλανήτη, χωρίς αγγέλους
κατεβαίνω.
Η αγάπη, από λαχτάρα που ήταν
έγινε φίλη καλή
μαζί γευόμαστε τη μελαγχολία του Χρόνου.
Στέρησέ με –παρακαλώ το Άγνωστο–
στέρησέ με κι άλλο
για να επιζήσω.

 

 

 

 

Παυλίνα Παμπούδη

Η Παυλίνα Παμπούδη σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου (Ιστορία – Αρχαιολογία) και παρακολούθησε μαθήματα Μαθηματικών στη Φυσικομαθηματική Σχολή και ζωγραφικής στην Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και στο κολέγιο Byahm Show School of Arts του Λονδίνου. Έχει εκδώσει μέχρι στιγμής 15 ποιητικές συλλογές, 3 βιβλία πεζογραφίας, περισσότερα από 40 βιβλία δήθεν για παιδιά και 31 μεταφράσεις λογοτεχνικών έργων. Επίσης, έχει κάνει 3 ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής, και έχει γράψει σενάρια για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, καθώς και πολλά τραγούδια.

This Post Has One Comment

  1. Κ.Π

    Αγαπημένοι ποιητές…”Οι ποιητές μετεωρίζονται/κι αναχωρούν θλιμμένοι/αμετάβλητα μένουν τα πάθη” Και να που παρήγοροι είναι ακόμα οι στίχοι τους κι ας μας μελαγχολούν.
    Ευχαριστούμε Παυλίνα. Ευχαριστούμε.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.