“Το τετράγωνο” σκηνοθεσία Ruben Ostlund ( Χρυσός Φοίνικας φεστιβάλ Καννών)
Ο Κρίστιαν, επιμελητής του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Στοκχόλμης, διαζευγμένος και πατέρας δύο παιδιών, πέφτει θύμα κλοπής στον δρόμο. Εντοπίζει το κλεμμένο κινητό του σε εργατική πολυκατοικία στα προάστια, και, εν είδει διασκεδαστικού παιγνίου, στέλνει απειλητικές επιστολές στους μετανάστες ενοίκους όλων των διαμερισμάτων, για να του επιστραφούν τα κλεμμένα. Παράλληλα ο ίδιος και η δημιουργική ομάδα στην οποία προΐσταται ετοιμάζουν – ως μέσο αφύπνισης της κοινωνικής ευθύνης και αλληλεγγύης… – μια υπαίθρια εγκατάσταση, ένα 4Χ4 φωταγωγημένο τετράγωνο, έναν ‘’χώρο εμπιστοσύνης και τρυφερότητας’’, όπου όποιος μπει θα πρέπει να βοηθηθεί από τους περαστικούς σε ό,τι ζητήσει.
Γύρω από το Μουσείο συσπειρώνεται, ως συνήθως, η κοινωνική ελίτ των δωρητών, τεχνοκριτικών, συλλεκτών, το γνωστό ‘’χρηματιστήριο της τέχνης’’, που αδιαφορεί παγερά για την ουσία της τέχνης και τον όποιο κοινωνικό της ρόλο, υπακούει μόνο στους νόμους της Αγοράς, η κοινωνική πραγματικότητα την αφορά μόνο ως happening, αρκεί να μην την αγγίζει και να μην την απειλεί, και δεν διστάζει να αφήσει εκτεθειμένο στον φόβο και τη βία ακόμη και το δικό της σπλάχνο…..
Ο σκηνοθέτης τέμνει με ακρίβεια χειρουργικού νυστεριού την αλλοτριωμένη ζωή του πρωταγωνιστή, τη ‘’νευρική’’ σχέση του με τα παιδιά-βαρίδια, το αυτοαναφορικό και σχεδόν αυνανιστικό σεξ στο οποίο επιδίδεται, τις politically correct φιλανθρωπίες του, την ‘’ισότιμη’’ σχέση με τους υφισταμένους του, που μπορεί να κλιμακωθεί από την παιγνιώδη συνενοχή τους στην προσβλητική προς τους μετανάστες συμπεριφορά, μέχρι την επίδειξη του σκληρού προσώπου της εξουσίας του, όταν το απαιτήσει η αυτοπροστασία του. Με αμείλικτη ειρωνεία και διαβρωτικό χιούμορ ο Ostlund βάζει στο στόχαστρό του την κενόδοξη καλλιτεχνική πρωτοπορία, την εντελώς αποκομμένη από την κοινωνική πραγματικότητα, που, με μανδύα ανθρωπιστικό και προσωπείο κοινωνικής ευαισθητοποίησης, διαπλέκεται με τον κυνικό κόσμο των media και των δημοσίων σχέσεων, όπου κενοί τεχνοκράτες επιδιώκουν το viral και τα χτυπήματα στα ΜΚΔ , μέσα από το προκλητικό και ανθρωποφαγικό περιεχόμενο των video τους, αδιαφορώντας για το όποιο κοινωνικό κόστος….
Και απέναντι τους ένας άλλος κόσμος, η ωμή πραγματικότητα μιας άλλης Ευρώπης, που αναπαράγεται καθημερινά: άστεγοι και ζητιάνοι στο περιθώριο της κοιν. πρόνοιας, ανασφαλείς μικροαστοί εκτεθειμένοι στον διαρκή φόβο και τη βία, με μοναδικό τρόπο άμυνας την αδιαφορία και την εσωστρέφεια, μετανάστες συσσωρευμένοι στις παρυφές των πόλεων, που επωάζουν επιθετική αντίδραση στην ταπείνωση και τον εξευτελισμό τους και άλλοι που κατάφεραν να εισχωρήσουν στο σύστημα και δεν διστάζουν να χλευάσουν από θέση ‘’ισχύος’’ τους ‘’πρώην’’ ομοίους τους….
Αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν καταφύγει στο ‘’Τετράγωνο’’ αναζητώντας άσυλο ‘’εμπιστοσύνης και τρυφερότητας’’, δεν έχουν πολιτογραφηθεί ‘’με τη βούλα της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας’’ ως αναξιοπαθούντες συνάνθρωποι…. Στέκονται καθημερινά έξω από το τετράγωνο, παρατηρητές/μάρτυρες του ομφαλοσκοπούντος κόσμου μας, θύματα της γενικής αδιαφορίας, απαξίωσης ή εκμετάλλευσης…
Ο Ostlund, παρά τα κάποια προβλήματα στην οικονομία του σεναρίου και στην υπερβολική διάρκεια της ταινίας, παραδίδει μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα δημιουργία. Με αναγνωρίσιμο σκανδιναβικό ύφος, βαθιά πικρία και λυτρωτικό αυτοσαρκασμό ( η εγκατάσταση του Τετραγώνου υπήρξε έργο δικό του και του σεναριογράφου), επιφυλάσσει πρωταγωνιστικό ρόλο στον θεατή της ταινίας του.
Σ΄αυτόν αφήνει την επιλογή αν θα συμφωνήσει ή θα διαφωνήσει με την πίστη του ίδιου ότι ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει όταν καταρρεύσει και απογυμνωθεί από κάθε άμυνα και αυταπάτη ευτυχίας…
Στον θεατή εναπόκειται επίσης ποια από τις δύο στάσεις θα υιοθετήσει: ή θα αποφασίσει με καθησυχαστική εθελοτυφλία ότι η σκληρή κριτική δεν τον αφορά προσωπικά, ως κοινωνικά ευαίσθητο, οπότε θα παρακολουθήσει αυτάρεσκα την συντριβή του ήρωα απολαμβάνοντας το χιούμορ της ταινίας, ή θα προτάξει μιαν αυτοκριτική οπτική και μιαν επανεξέταση της ανθρωπιάς του. Και τότε, ακόμη και το χιούμορ θα γίνει κόμπος στον λαιμό του…
ΥΓ Δράττομαι της ευκαιρίας να διατυπώσω μιαν απορία που χρόνια έχω. Γιατί τέτοιες ταινίες που αφορούν τους πάντες και είναι σαφέστατες στο μήνυμα τους χαρακτηρίζονται ως σινεφίλ, από την στιγμή που ο όρος, ταυτισμένος με το δύσκολο και δυσνόητο, απωθεί τους πάντες – από διανομείς έως την συντριπτική πλειοψηφία του κοινού; Τι σόι συνωμοσία υπέρ της κοινωνικής ‘’αφασίας’’ είναι πάλι αυτή; Και από ποιους;
εξαιρετική, κατά τη γνώμη μου, προσέγγιση! συμφωνώ και με την παρατήρηση του υστερογράφου! οι ταινίες αυτές αφορούν κατά κύριο λόγο ένα κοινό το οποίο ο χαρακτηρισμός “σινεφίλ”- οπως έχει νοηματοδοτηθεί- αναπόφευκτα απωθεί
Θαυμασιες σκεψεις για μια ταινια ιδιαίτερη …το κειμενο αυτο ολοκληρωσε και φωτησε την άποψη μου για το τετραγωνο φιλανθρωπιας οπως πολυ ωραια το χαρακτηρίζει η κ Ζαχαριου.
Εξαιρετικη προσεγγιση! Περιμενω την επομενη κριτικη!
Επιτέλους μια γραφίδα μη “κριτική”με σαφή διάθεση ενημέρωσης και όχι χειραγώγησης. Καλή αρχή και καλή πορεία,
Παραθέτω μία ανάλυση-δοκίμιό μου για την ταινία, η οποία ίσως σας ενδιαφέρει:
http://fractalart.gr/the-square/