Ξεκινάω με τις αθλητικές επιδόσεις των μεγαλύτερων μαρσιποφόρων, των αυστραλιανών καγκουρό της οικογένειας των Μακροποδιδών, που έχουν κάπου 2 μέτρα ύψος, και μπορούν να διανύσουν 50 χιλιόμετρα την ώρα με άλματα μήκους 10-12 μέτρων (φυσικά ξεπερνούν το παγκόσμιο ρεκόρ), στηριγμένα στα πίσω πόδια και στην ουρά τους. Εδώ το μυστικό δεν είναι η μυϊκή τους δύναμη, αλλά οι πολύ ελαστικοί τένοντες των πίσω άκρων, οι οποίοι μακραίνουν και κονταίνουν εναλλάξ, με βάση το ρυθμό της αναπνοής τους! Το ίδιο συνέβαινε, απ’ ό,τι λένε, και σε κάποιους δεινόσαυρους. Η γρήγορη μετακίνηση είναι αναγκαία σε ζώα που δεν έχουν μόνιμη φωλιά και κουβαλάνε τα μωρά τους εδώ κι εκεί, ψάχνοντας για τροφή και κατάλυμα.
Άλλα μαρσιποφόρα, όμως, ζουν πάνω στα δέντρα ή σε υπόγειες στοές ή στο νερό, και η ζωή τους έχει άλλες απαιτήσεις.
Τα περισσότερα μυστικά των μαρσιποφόρων έχουν σχέση με το αναμφισβήτητο αναπαραγωγικό τους ταλέντο. Οι θηλυκές μπορούν, θεωρητικά τουλάχιστον, να κυοφορούν και να θηλάζουν ταυτοχρόνως, μονίμως και ισοβίως, εφαρμόζοντας την αξιοθαύμαστη μέθοδο της «εμβρυακής διάπαυσης», δηλαδή τα νεότερα έμβρυα μπορούν να μένουν επ’ αόριστον στη μήτρα ως βλαστίδια, χωρίς να αναπτύσσονται, ώσπου να αδειάσει μια θέση (ή να ελευθερωθεί μια θηλή) μέσα στον μάρσιπο.
Οι μάρσιποι κυκλοφορούν σε πολλά μοντέλα, που ανοίγουν οριζοντίως ή καθέτως, από μπροστά ή από πάνω ή από κάτω, και κλείνουν με σφιγκτήρα ή με αδιάβροχη συγκόλληση σαν «βέλκρο» (στα υδρόβια) ή με άλλους ευφάνταστους τρόπους. Στην περίπλοκη διαδικασία της κυοφορίας και της γονικής φροντίδας, κάθε ζώο χρειάζεται τον δικό του τύπο μάρσιπου, και η φύση του τον προσφέρει. Ευτυχώς. Διότι τα περισσότερα μαρσιποφόρα έχουν μικρό, σχεδόν ατροφικό εγκέφαλο και δεν διακρίνονται για την εξυπνάδα τους. Ίσως γι’ αυτό αρέσουν τόσο στους ανθρώπους, οι οποίοι συχνά μαζεύουν τα μωρά από τους μάρσιπους (των μικρόσωμων ζώων) και τα μεγαλώνουν με γάλα εβαπορέ. Αμφιβάλω αν αυτό θα βοηθήσει στην εξελικτική βελτίωση των συγκεκριμένων ειδών.