You are currently viewing Γεωργία Παπαδάκη:  ΚΑΘΑΡΜΑ

Γεωργία Παπαδάκη:  ΚΑΘΑΡΜΑ

       Μία λέξη, η παραπάνω, με πολύ ενδιαφέρον σημασιολογικό παρελθόν.

Παράγεται από το ρήμα καθαίρω που σημαίνει «καθαρίζω» (παράγωγα και τα δύο ρήματα του επιθέτου καθαρός),1 και η αρχική σημασία της είναι «σκουπίδι, απόβλημα καθαρμού», ό, τι δηλαδή απορρίπτεται κατά την κάθαρση.

 

      Ο καθαρμός, η κάθαρση από κάθε μίασμα, είναι πανάρχαιο, πρωτόγονο έθος και έχει την πηγή του στην αντίληψη ότι σκοτεινές, αόρατες δυνάμεις μπορούν να μολύνουν ανθρώπους και αντικείμενα. Ιδιαίτερα το χύσιμο αίματος από ανθρωποκτονία προκαλεί τρομερό μίασμα που έχει ανάγκη εξαγνισμού από τον φόνο. Και όχι μόνο ο φονιάς θεωρούνταν μιασμένος − και μάλιστα πίστευαν ότι μπορούσε και να μεταδώσει το μίασμα− , αλλά και το όργανο του φόνου, γι’ αυτό έπρεπε να ριχτεί μακριά με αποτροπιασμό. Στις καθαρτήριες λοιπόν θυσίες, τα αντικείμενα με τα οποία γινόταν η κάθαρση θεωρούνταν μολυσμένα και λέγονταν καθάρματα. Κατά μία πληροφορία, στην αρχαία Αθήνα υπήρχε το έθος τα καθάρματα, τα αντικείμενα των καθαρμών των σπιτιών που μέσα τους έριχναν κάθε απόρριμμα από την τελετή, να τα πετούν και στη συνέχεια να απομακρύνονται χωρίς να κοιτάξουν πίσω.

Στις Χοηφόρους του Αισχύλου, η Ηλέκτρα πάνω από τον τάφο του πατέρα της, του Αγαμέμνονα, ετοιμάζεται να προσφέρει νεκρικές χοές. Την έχει στείλει η μητέρα της, η Κλυταιμνήστρα, τρομαγμένη από ένα νυκτερινό όνειρο, για να εξιλεώσει την ψυχή του δολοφονημένου βασιλιά. Η Ηλέκτρα βρίσκεται μπροστά στο δίλημμα τι ευχή να κάνει και, ζητώντας τη συμβουλή του Χορού, ρωτάει:

          «[…] ή αφού χύσω ετούτες τις χοές, σπονδή που η γη θα καταπιεί,

             να φύγω ρίχνοντας το αγγείο μακριά, χωρίς πίσω μου να στραφώ

             και να κοιτάξω, καθάρμαθ’ ὥς τις ἐκπέμψας,

             σαν κάποιος που πετάει όργανο μιασμένο καθαρμού;»

 

      Καθάρματα όμως ονόμαζαν οι ιωνικής καταγωγής Αθηναίοι και τους ανθρώπους μέσω των οποίων εξάγνιζαν την πόλη τους , κάτι αντίστοιχο του ιουδαϊκού «αποδιοπομπαίου τράγου». Πιο συγκεκριμένα: Κάθε χρόνο, στη γιορτή των Θαργηλίων (δεύτερο μισό του Μαΐου και πρώτο του Ιουνίου) γινόταν ο καθαρμός της πόλης τους, που καθ’ όλο το έτος είχε μολυνθεί από κάθε λογής αδικοπραγία των πολιτών της, και αυτό μπορούσε να επισύρει τη θεία τιμωρία με αρρώστιες, πείνα ή άλλες θεομηνίες. ΄Επρεπε λοιπόν να εξιλεωθούν οι θεοί και οι δαίμονες, για να αποτραπούν τα δεινά. Ως καθάρματα φαρμακούς) διάλεγαν φαύλους ανθρώπους (συνήθως κακοποιούς καταδικασμένους σε θάνατο), τους οποίους έτρεφε η πόλη με έξοδά της, και την παραμονή της εορτής τούς περιέφεραν στους δρόμους της πόλης για να απορροφήσουν το διάχυτο μίασμα. Μετά τη διαπόμπευσή τους, οι Αθηναίοι τούς έριχναν στη θάλασσα και, όταν έβγαιναν, τους έδιωχναν από την επικράτειά τους, απομακρύνοντας με αυτόν τον τρόπο και το κακό. Φαίνεται πως στην παλαιότερη, πρώτη μορφή της τελετής, έφθαναν μέχρι την εξόντωση αυτών των ανθρώπων.

 

Τα Θαργήλια τα γιόρταζαν και άλλες ιωνικές πόλεις. Μάλιστα ο Πετρώνιος στο Σατυρικὸν του γράφει: « Στη Μασσαλία,2 λόγου χάρη, όταν πέσει στην πόλη πανούκλα, βρίσκεται πάντα ένας φουκαράς που προσφέρεται να τον θρέψει το δημόσιο με τρόφιμα του ναού, έναν χρόνο. ΄Υστερα, τον ντύνουνε με ρούχο τελετουργικό, του φοράνε ένα στεφάνι από κλαδιά του ιερού δέντρου και τον  περιφέρουνε γύρω-γύρω στην πόλη, αναθεματίζοντάς τον, έτσι που όλη η κατάρα και το κακό που βρήκε τους κατοίκους, να πέσει πάνω του. Και φυσικά, μετά από αυτό, τον εξορίζουν».3

 

     Κατ’ επέκταση η λέξη κάθαρμα χρησιμοποιήθηκε μεταφορικά, γενικά για κάθε φαύλο, άνθρωπο απόβλητο της κοινωνίας. Με αυτή τη σημασία επιβίωσε ώς τις μέρες μας. 

 

     Σε δύο παλαιότερα κείμενά μας4 αναφερθήκαμε στον αριστουργηματικό λόγο του Δημοσθένη Ὑπὲρ Κτησιφῶντος περὶ τοῦ στεφάνου, τον οποίο εκφώνησε ως συνήγορος του Κτησιφώντος στην υπόθεση που το 330 π. Χ. έφερε αντιμέτωπους στο αθηναϊκό δικαστήριο τους δύο σπουδαίους ρήτορες και πολιτικούς αντιπάλους, τον Δημοσθένη και τον Αισχίνη.5 Στον περίφημο αυτόν δικαστικό αγώνα με τη ρητορική μονομαχία των δύο επιφανών ομιλητών και αρχηγών των αντιμαχόμενων παρατάξεων, της φιλομακεδονικής και της αντιμακεδονικής, ο Αισχίνης απήγγειλε τον Κατὰ Κτησιφῶντος λόγο, αγόρευση που επίσης σώζεται. 

    Ο Αισχίνης είχε κατηγορήσει τον Κτησιφώντα ότι η πρότασή του να απονεμηθεί στον φίλο του Δημοσθένη η ύψιστη τιμή του χρυσού στεφάνου ήταν παράνομη. Στην ουσία όμως με τη μήνυση που κατέθεσε θέλησε να πλήξει τον ίδιο τον Δημοσθένη, γι’ αυτό άδραξε την ευκαιρία να δώσει τη δική του εικόνα για την πολιτική σταδιοδρομία του αντιπάλου του. Και ο Δημοσθένης, με τη σειρά του, είχε την ευκαιρία να δώσει και αυτός μια συνολική εικόνα-απολογία του πολιτικού του βίου. Οι δύο αντίπαλοι συγκρούστηκαν με πάθος, και ο υβριστικός χαρακτηρισμός «κάθαρμα» βλέπουμε να χρησιμοποιείται και από τις δύο πλευρές.

    Ο Αισχίνης, λοιπόν, σε κάποιο σημείο του λόγου του, που, σημειωτέον, μπορεί να υστερεί μπροστά στον κορυφαίο λόγο του Δημοσθένη, ωστόσο και αυτός αποτελεί εξαίρετο δείγμα οξύτητας σκέψης, υποστηρίζει ότι ο Δημοσθένης θα έπρεπε να ανεβεί στο Βήμα και να αρνηθεί να γίνει η δημόσια ανακήρυξη της στεφάνωσής του στις παρούσες περιστάσεις που η πόλη πενθεί.6   

 Και συνεχίζει:

 

     Ἀλλ’ οἶμαι, ταῦτα μὲν ἂν εἴποι ἀνὴρ ὄντως βεβιωκὼς μετ’ ἀρετῆς·

    ἃ δὲ σὺ λέξεις, εἴποι ἂν κάθαρμα ζηλοτυποῦν ἀρετήν.[…]

 

                                    Σε μετάφραση

 

     Αλλά νομίζω πως αυτά θα τα έλεγε ένας άνδρας που θα είχε ζήσει πράγματι με αρετή· όμως όσα πρόκειται εσύ να πεις, θα τα έλεγε κάθε κάθαρμα που υποκρίνεται ότι ενδιαφέρεται για την αρετή.[…]

 

    Ο Δημοσθένης, όταν παίρνει τον λόγο, αντεπιτίθεται· στηλιτεύει τον Αισχίνη για το εναντίον του υβρεολόγιο, τις κακολογίες και τα πολλά ψεύδη· χλευάζει τη βαρύγδουπη «σαν από τραγωδία» επίκλησή του (στο κλείσιμο του λόγου του) προς τη γη, τον ήλιο, την αρετή, τη σύνεση και την παιδεία, «με τα οποία», όπως είχε πει, «διακρίνουμε τα καλά και τα αισχρά». Και στρεφόμενος προς τον άσπονδο εχθρό του, του λέει:

 

   Σοὶ δ’ ἀρετῆς, ὦ κάθαρμα, ἢ τοῖς σοῖς τίς μετουσία; Ἢ καλῶν ἢ μὴ

  τοιούτων τίς διάγνωσις; Πόθεν ἢ πῶς ἀξιωθέντι; Ποῦ δὲ παιδείας  σοι

  θέμις μνησθῆναι;[…]

 

                                    Σε μετάφραση

 

Βρε κάθαρμα, ποια σχέση έχετε εσύ ή οι δικοί σου με την αρετή;

Ποια διάκριση μπορείς να κάνεις μεταξύ των καλών και μη καλών;

Από πού ή πώς θεώρησες τον εαυτό σου άξιο γι’ αυτό; Πώς σου επιτρέπεται

να μιλάς για την παιδεία; […]

 

    Και στη συνέχεια ξεδιπλώνει την επιχειρηματολογία του με αιχμές για την ταπεινή καταγωγή των γονέων του Αισχίνη και με ψόγο για αξιοκατάκριτες πράξεις του.

 

 

 

 1) Ομόρριζα: καθαρμός, κάθαρσις, καθαριότης, καθαρτικός, καθαρτήριος, ἀκάθαρτος κ. ά.
2) Η Μασσαλία ήταν η σπουδαιότερη αποικία της Φωκαίας, της ιωνικής πόλης της Μ. Ασίας, στη δυτική Μεσόγειο, η ίδρυση της οποίας τοποθετείται κατά το 600 π. Χ. Οι Φωκαείς, ιδιαίτερα δραστήριοι στον τομέα του εμπορίου και του αποικισμού, απέστειλαν σύντομα αποικίες στα γειτονικά παράλια  (Νίκαια, Αντίπολη) και κατά μήκος των ιβηρικών ακτών, εξελίσσοντας την πόλη τους σε ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια της περιοχής και καθιστώντας την κέντρο και μητρόπολη όλων των πέριξ ελληνικών εγκαταστάσεων. Από αυτούς γνώρισαν οι εκεί κάτοικοι, οι βάρβαροι Γαλάτες τον ελληνικό πολιτισμό, αλλά και το κρασί − ἐλαιόφυτον και κατάμπελον χαρακτηρίζει τη Μασσαλία ο Στράβων· έτσι, για να ξέρουμε την προέλευση του περίφημου γαλλικού κρασιού. Από τη Μασσαλία καταγόταν ο περίφημος αστρονόμος, γεωγράφος, εξερευνητής και τολμηρός θαλασσοπόρος Πυθέας. Γύρω στο 330 π. Χ. παραπλέοντας τις ακτές της Ιβηρικής, επισκέφτηκε τις εξωτερικές, ωκεάνιες και βόρειες ακτές της Ευρώπης, το μεγαλύτερο μέρος της Βρετανίας και τη Βαλτική, και έφτασε στη θρυλική Θούλη (Ισλανδία ή Νορβηγία).
3) Μετάφραση ΄Αρη  Αλεξάνδρου.
4) Το ένα με αφορμή τη φράση « το και το» (13/9/2018) και το δεύτερο με θέμα την έκφραση «εξώλης και προώλης» (20/7/2019).
5) Για τον Αισχίνη βλ. το άρθρο μας το σχετικό με τη φράση «τρώω περιουσία» (12/4/2020).
6) Αναφέρεται στους πεσόντες στη μάχη της Χαιρώνειας (338 π. Χ.).

 

 

Γεωργία Παπαδάκη

H Γεωργία Παπαδάκη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου υπηρέτησε για δέκα χρόνια ως Βοηθός στον Τομέα Αρχαιολογίας και, παράλληλα, έλαβε μέρος σε διάφορες ανασκαφές. Τα τελευταία χρόνια μελετάει αρχαίους συγγραφείς και μεταφράζει αγαπημένα της κείμενα της ελληνικής γραμματείας. Από το Α΄Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας έχει παρουσιάσει παλαιότερα μια σειρά σχετικών εκπομπών με τον τίτλο « Είτε βραδιάζει είτε φέγγει, μένει λευκό το γιασεμί». ΄Εχουν εκδοθεί εξι βιβλία της: "Aνθολογία αρχαίας ελληνικής ερωτικής ποίησης", "Ο δικός μας Αριστοφάνης",  "Μούσας άγγιγμα", " Αισχύλος. Ο ποιητής του μεγαλοπρεπούς και του τιτανικού", "Σοφοκλής. Η «μέλισσα» του αρχαίου ποιητικού λόγου", "Η γυναίκα και ο γυναικείος λόγος στο έργο του Ευριπίδη".

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.