Το λαϊκό στιχούργημα λέει: Να ’μουν τον Μάη γάιδαρος / Τράγος τον Αλωνάρη / Όλο τον χρόνο πετεινός / Και γάτος τον Γενάρη…
Μια λοιπόν που είναι Γενάρης -εποχή των γάτων -, η στήλη μας κάνει κι αυτή αφιέρωμα στην έννοια «γάτα», άλλη μια έννοια η οποία έχει απασχολήσει τους περισσότερους από τους δόκιμους, δοκιμασμένους και δοκιμαζόμενους ποιητές όλων των γενεών και όλων των εθνικοτήτων.
Αντί εισαγωγής ας παραθέσω το πόνημα του διάσημου γατόφιλου Νίκου Δήμου από ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΓΑΤΩΝ του, που κάνει μια εμπεριστατωμένη κριτική αναφορά στους πιο γνωστούς γάτους της ιστορίας της λογοτεχνίας:
ΟΙ ΓΑΤΟΙ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ
Οι γάτοι του La Fontaine: μοχθηροί, φαύλοι, υποκριτές
όμοιοι αυλικό πορνογράφο
που γύρισε θρησκόληπτος, με τρίχινο σάκο.
Οι γάτοι του Eliot: κατασκευές.
Οξφορδιανό χιούμορ
κούφιοι ρυθμοί, μηχανικές ρίμες…
Γάτοι; μη-γάτοι; «σκέψεις στεγνού μυαλού
σε στεγνές ώρες».
Οι πιο ζωντανές γάτες: της Colette. Οι πιο θηλυκές
του Baudelaire. Δίπλα στις αιλουροειδείς του γυναίκες
οι μαγνητικές του γάτες. Οι πιο μουσικές: του Verlaine
κι o νεραϊδοπαρμένος Minnaloushe του Yeats.
Οι γάτες της Νέμεσης: Hoffman και Poe.
Μα η πιο πραγματική γάτα, είναι η ανυπόστατη
η μεταφυσική γάτα του Cheshire
άπειρα επιμερισμένη σε φέτες ύπαρξης.
Χιούμορ γνήσια γατικό. Άψογη
γεωμετρική σκέψη του Carroll.
Εμείς έχουμε τη Σεμίρα του Ροΐδη. Την Τούτη
και τον Ραμαζάν του Σεφέρη.
Και τις γάτες του Αϊ-Νικόλα
με το φαρμάκι της Ρωμιοσύνης.
(Ο Ν. Δ. ξεχνά την «γαλή» του Καβάφη. Ας την συμπεριλάβουμε…)
ΔΟΚΙΜΟΙ
- Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ γράφει με δέος και θαυμασμό για την γαλή σε ένα από τα «Κρυμμένα ποιήματα» του:
Η Γαλή
Είν’ η γαλή αντιπαθής εις τους κοινούς ανθρώπους.
Μαγνητική και μυστική, τον επιπόλαιόν των
κουράζει νουν· και τους χαρίεντάς της τρόπους
δεν εκτιμούν. (…)
(…)
Aλλ’ είναι της γαλής ψυχή η υπερηφάνειά της.
Το αίμα και τα νεύρα της είν’ η ελευθερία.
Ποτέ δεν είναι ταπεινά τα βλέμματά της.
Εν των παθών της δε τω πάντοτε κρυπτώ,
εν τη καθαριότητι, εν τη ηρεμία
και καλλονή των στάσεων, τη εγκρατεία
ενδείξεων, πόση λεπτή αισθήσεων αγνότης
ευρίσκεται.
Ότ’ αι γαλαί ρεμβάζουν ή κοιμώνται
τας περιβάλλει οραματισμού ψυχρότης.
Ίσως τριγύρω των τότε περιπλανώνται
φάσματα παλαιών καιρών. Ίσως η οπτασία
εις Βούβαστιν τας οδηγεί· όπου τα ιερά των
ήνθουν, και Pαμεσών τας έστεφε λατρεία,
κ’ ην οιωνός εις ιερείς παν κίνημά των.
- Ο ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ στους “Δειλούς και Σκληρούς Στίχους” του, αντιμετωπίζει την κατοικίδια γάτα κάπως ως κομψό και ελαφρόμυαλο θηλυκό: αποστασιοποιημένα, χωρίς αγάπη αλλά με συμπόνια, καθώς ξέρει ότι ακόμα κι αυτό το ανίδεο ον μετέχει ισότιμα στην κοινή μοίρα:
Ασπρούλα
Ασπρούλα, ήρθες πλασμένη εδώ, δίψυχο μάτι
Βλέπεις με το τοπάζι και με το ζαφείρι
Πότε τα γόνατά μου παίρνεις για κρεββάτι
Πότε ολόρθη αγναντεύεις απ’ το παραθύρι
Σάμπως μ’ έγνοια ανθρωπιάς , του δρόμου το διαβάτη.
Στα νύχια σου είναι ο νους, καρδιά σου το λιοπύρι,
Γεννοβόλι , φαγί, και ώ χάιδεμα, ώ ραχάτι!
-Ασπρούλα , αργά ή γοργά ο καθένας μας θα γείρει
Θέλει δε θέλει, τη δαρμένη του την πλάτη
Κι εσύ στα σκύβαλα κι εγώ στο κοιμητήρι
Κι απ’ της ζωής το σιχαμένο πανηγύρι
Μήτε, σ’ εμέ, σ’ εσέ, που θ’ απομείνει κάτι.
- Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ γράφει ένα συγκινητικό ποίημα για σύντροφο – γάτα που γλυκαίνει και μοιράζεται τα πάθη του ανθρώπου:
Οι γάτες των φορτηγών
Οι ναυτικοί στα φορτηγά πάντα μια γάτα τρέφουν
Που την λατρεύουνε, χωρίς να ξέρουν το γιατί
Κι αυτή, σαν απ’ τη βάρδια τους σχολάνε κουρασμένοι
Περήφανη στα πόδια τους θα τρέξει να τριφτεί.
Τα βράδια, όταν η θάλασσα χτυπάει τις λαμαρίνες
Και πολεμάει με δύναμη να σπάσει τα καρφιά
Μέσα στης πλώρης την βαριά σιγή που βασανίζει
Είναι γι αυτούς σαν μια γλυκιά γυναίκεια συντροφιά.
Είναι περήφανη κι οκνή καθώς όλες οι γάτες
Κι είναι τα γκρίζα μάτια της γεμάτα ηλεκτρισμό
Κι όπως χαϊδεύουν απαλά την ράχη της, νομίζεις
Πως αναλύεται σ’ αργό κι ηδονικό σπασμό.
(…)
Της έχουν πάντα στον λαιμό μια μπακιρένια γύρα
Για του σιδέρου την κακήν αρρώστια φυλαχτό
Χωρίς όμως, αλίμονο, ποτέ να κατορθώνουν
Να τη φυλάξουν απ’ τον μαύρο θάνατο μ’ αυτό.
Γιατί είναι τ’ άγρια μάτια της υγρά κι ηλεκτρισμένα
Κι έτσι άθελα το σίδερο το μαύρο το τραβά
Κι ουρλιάζοντας τρελαίνεται σ’ ένα σημείο κοιτώντας Φέρνοντας δάκρυα σκοτεινά στους ναύτες και βουβά.
Λίγο πριν απ’ τον θάνατον από τους ναύτες ένας
–Αυτός οπού ’δε πράματα στη ζήση του φριχτά –
Χαϊδεύοντάς τη μια στιγμή στα μάτια την κοιτάζει
Κι ύστερα μες στη θάλασσα την άγρια την πετά.
Και τότε οι ναύτες, που πολύ σπάνια λυγά η καρδιά τους
Πάνε στην πλώρη να κρυφτούν με την καρδιά σφιχτή
Γεμάτη μια παράξενη πικρία που όλο δαγκώνει
Σαν όταν χάνουμε θερμή γυναίκα, αγαπητή.
ΔΟΚΙΜΑΣΜΕΝΟΙ
* Ο ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ εξίσου ευαίσθητος, δεν διστάζει να ομολογήσει ότι υιοθετεί τρόπους συμπεριφοράς και αυτοΐασης της σοφής γάτας:
Όπως οι γάτες
Όπως οι γάτες όταν αρρωσταίνουν
Κουρνιάζουν στις πιο απόμερες γωνιές
Όσο μονάχες τους να γιάνουν
Έτσι κι εγώ σ’ αυτή την κόχη θ’ απομείνω
Όσο να πάψει το αίμα μου σε κάθε χτύπο
Υπόγεια να σχηματίζει τ’ όνομά σου.
- Ο ΓΙΩΡΓΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ δεν διστάζει να ταυτιστεί απόλυτα, ως προς την ποιητική του ιδιότητα με τον, εξίσου μοναχικό και αυτάρκη, γάτο του:
Ο γάτος μου
Ο γάτος μου
έχει όλα τα ελαττώματα
και τις αδυναμίες μου.
Νωχελής και ακαμάτης
νυχτόβιος και ονειροπόλος
του αρέσει να μυρίζει το σκοτάδι.
(…)
Και βέβαια δεν με ζηλεύει καθόλου
για τις επιδόσεις μου στην Ποίηση.
Θέλει να μοιράζεται το πιάτο μου
αλλά δεν του κάνω ποτέ το χατίρι
κι ας λένε πως η Ποίηση
είναι το πιάτο που μοιράζεται
ο ποιητής με το γάτο του.
- Ο ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΣΤΑΚΑΣ, στις αδιέξοδες νύχτες, ταυτίζεται κι αυτός με τον γάτο του:
Στις αδιέξοδες νύχτες
ο γάτος μου κουλουριάζεται,
νίπτει τα χέρια του
τα πόδια του
πάει και βρίσκει το καλαθάκι
τον τελικό του προορισμό
να ονειρευτεί για άλλη μια φορά
πως ήταν αίλουρος .
ΔΟΚΙΜΑΖΟΜΕΝΟΙ
- Η ΑΝΤΩΝΙΝΗ ΣΜΥΡΙΛΛΗ, από τους νεότερους, προχωρά πλέον σε πλήρη ταύτιση: οικόσιτη γάτα και οικόσιτη ποιήτρια:
ΕΓΩ ΚΙ Η ΓΑΤΑ ΜΟΥ
Σήμερα είμαστε μελαγχολικές και άβαφες.
Εγώ κι η γάτα μου
Έχουμε μια παρά φύσιν σχέση
Μια διαστροφική επικοινωνία
Αρνούμαστε να συμβιβαστούμε
Να κανονικοποιηθούμε
Κουβαλάμε τη θλίψη μας
Και σαν μαγνήτες
Τη θλίψη των άλλων
Σ’ ένα λαβύρινθο απομονωνόμαστε
Των σκέψεών μας
Μινώταυροι
Αδύνατο να βγούμε
Δεν υπάρχει Αριάδνη ούτε μίτος
Έτσι μόνο περιφερόμαστε
Μελαγχολικές
Και άβαφες.
………………………………….
(Ψάχνω το νόημα
Αλλά το έφαγε η γάτα μου)
- O IΟΡΔΑΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ είναι ένας γάτος του δρόμου που παρατηρεί απ’ το προσωρινό καταφύγιο του, με συγκινημένη αντικειμενικότητα, μια ημισύσσιτη γάτα:
Μπαλκονόπορτα κρυφή απέναντί μου
πίσω από τέντα πράσινη φθαρμένη
μόνιμα κατεβασμένη.
Τα βράδια τακτικά ανοίγει φως
δυο πόδια προβάλλουν στο κατώφλι
Από τα γόνατα και κάτω.
Δυο χέρια κατεβαίνουν
να δώσουν τροφή
Περιμένουν
ανυπόμονα κομμένα
Μια γάτα τρέχει
τα χέρια την αρπάζουν
στον αέρα τη σηκώνουν
αόρατη η γάτα πλέον.
Μόνο τα πόδια μείναν πάλι
από τα γόνατα και κάτω
και λόγια αγάπης στον αέρα
και χάδια λαχτάρας στερημένης
από παράταιρους της νύχτας εραστές
πίσω από τέντα πράσινη φθαρμένη
μόνιμα κατεβασμένη.
- Η ΦΡΟΣΟΥΛΑ ΚΟΛΟΣΙΑΤΟΥ συγκινείται από την γάτα των προσφύγων – που την έχουν πάρει μαζί τους για να τους θυμίζει πως είναι άνθρωποι…
Η γάτα των προσφύγων
Βοηθήστε μας
Να ξαναγίνουμε πρόσωπα
Μ’ ένα χάδι από βαθιά
Η γάτα των προσφύγων
Αποκοιμίζει τις έγνοιες τους
Σε αδιέξοδες νύχτες ανταλλάσσει
Στοργή κατάκλειστη σαν σε όνειρο
Σε αυτούς που δεν είναι τίποτε
Μα και κανένας
(….)
Τότε τα νούμερα γίνονται άνθρωποι
Η γυναίκα κι η γάτα
Θα φύγουν μαζί με ένα άγγιγμα
Μέχρι τα πέρατα της οικουμένης
Τόσο μακριά
Τόσο δεμένες
Η γυναίκα που έφερε τη γάτα της
Αγκαλιά από τη Συρία.
Υπάρχουν και πάμπολλοι ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ποιητές, που έχουν ασχοληθεί, ο καθένας με τον τρόπο του, με την έννοια «γάτα». Ας δούμε μερικούς:
- Πρώτος ο WILLIAM BUTLER YEATS με τον Minnaloushe του ο οποίος στην μετάφραση που ακολουθεί είναι θηλυκός, πιθανόν για τις ανάγκες της ομοιοκαταληξίας – χωρίς όμως αυτό να τον πειράζει καθόλου:
Η ΓΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ
Η γάτα πηγαινοερχόταν
με πάνωθέ της το φεγγάρι
τον πιο στενό της συγγενή,
που γύριζε σαν το κουβάρι.
(…)
Γνωρίζει πως οι κόρες των ματιών της
θα πάνε από τη μια αλλαγή στην άλλη
γεμάτες πρώτα κι ύστερα μισές
κι από μισές γεμάτες πάλι;
Κυλιέται στο χορτάρι η γάτα
σοφή, σπουδαία και μονάχη
στην αλλαγή του φεγγαριού τα μάτια της
στραμμένα τα ’χει.
(μτφρ. Σπ/ Ηλιόπουλος)
- Ο T. S. ELIOT – στον οποίο ο Ν. Δ. καταλογίζει «ψυχρότητα» ή τουλάχιστον ακαδημαϊκή προσέγγιση στο θέμα, ακολουθεί:
Το βάφτισμα των γάτων
Το να βαφτίζεις τα γατιά, έχει μια δυσκολία…
Δεν είναι επιπόλαιη κι ανάλαφρη ασχολία
Καθόλου δεν τρελάθηκα και δεν το λέω αστεία:
Κάθε μια γάτα, ονόματα πρέπει να έχει τρία!
Ένα να τη φωνάζουμε στην οικογένειά της
Ας πούμε, Βίκτωρ, Αύγουστος, Τζωρτζίνα, Ιπποκράτης
Ας πούμε Μέρλιν, Τζόναθαν, Αλόνζο, Μανταλένα
Καθημερινά ονόματα, καλά, συνηθισμένα.
Να βρείτε ωραιότερα υπάρχουν ευκαιρίες
Ονόματα για τζέντλεμεν και άλλα για κυρίες
Ας πούμε, Πλάτων , Άδμητος, Ηλέκτρα, Ευρυάλη
Μα όλα αυτά είναι κοινά και θα τα έχουν κι άλλοι.
Μια γάτα όμως, να ξέρετε, θέλει και το δικό της
Το δεύτερό της τ’ όνομα να ν’ αποκλειστικό της!
Για να μπορεί αφ’ υψηλού τον κόσμο να κοιτάει
Και την ουρά της πάντοτε ψηλά να την κρατάει.
Πρέπει να είναι όνομα μονάχα για μια γάτα:
Χουρχούρης, για παράδειγμα, Γλείψος, Χνουδοπατάτα
Κι άλλα πολλά τέτοιας λογής μπορώ να αναφέρω:
Μπομπαλουρίνα, Πιρπιρής, Φρουφρου, Τρελοκαμπέρω.
Πέρα όμως απ’ αυτά τα δυο, υπάρχει κι ένα άλλο
Τ’ όνομα το μοναδικό, το τρίτο, το μεγάλο
Το όνομα το μυστικό, που άνθρωπος δεν ξέρει
Και γάτα σ’ άνθρωπο μπροστά ποτέ δεν αναφέρει.
Όταν σε διαλογισμό λοιπόν μια γάτα δείτε
Πάντα ο λόγος είν’ αυτός και να το θυμηθείτε:
Σ’ απύθμενους συλλογισμούς βρίσκεται βυθισμένη
Για τ’ όνομα το άρρητο
Το αρρητορητονιάρρητο
Το όνομά της το κρυφό σκέφτεται μαγεμένη…
(μτφρ. Παυλίνα Παμπούδη, Γιάννης Ζέρβας)
- Η ΠΑΤΡΙΤΣΙΑ ΧΑΪΣΜΙΘ γράφει για ένα ηλικιωμένο ον: πρόκειται για γάτα αλλά κάλλιστα θα μπορούσε να είναι και άνθρωπος, που τα έχει δει όλα και δεν τον αφορά τίποτα:
ΓΡΙΑ ΓΑΤΑ
Τίποτα πια για μένα
Ούτε το τζάκι
Γιατί όταν κρυώνω είναι σβηστό,
Κι άλλοτε δεν μ’ αφήνουν να το πλησιάσω
Βαριέμαι τις σκιές, ακόμα και τις μυστηριώδεις.
Γύρω μου παίζουνε τρισέγγονα, τώρα όμως ξέρω
Πώς το από κάτω των πραγμάτων
Είναι απλώς η κάτω τους μεριά
Και πίσω από τη μισοκλεισμένη πόρτα
Είναι άλλο ένα δωμάτιο σαν και τούτο εδώ.
Προτιμώ να κάθομαι με βλέφαρα κλειστά
Γιατί έχω δει τα πάντα
Οι αναμνήσεις μου έχουν περισσότερο ενδιαφέρον.
Έχω συμφιλιωθεί με όλα.
Και τα ποντίκια έρχονται δίπλα μου
Το ξέρουν πως ξέχασα τον πόλεμό μας.
Τα τρισέγγονα μονάχα μ’ ενοχλούν καμιά φορά
Καθώς τραβούνε την ουρά μου, γλιστρούν, πηδούν επάνω μου.
Τους δίνω μια γερή σκουντιά στ’ αυτιά
Κι ύστερα γυρνάω εκεί που διέκοψα τις σκέψεις μου.
Έχω συμφιλιωθεί με όλα.
(μτφρ. Ανδρέας Αποστολίδης)
- Η ΜΑΡΓΚΑΡΕΤ ΑΤΓΟΥΝΤ αναλύει τα αισθήματα που προκαλεί ειδικά το πένθος για τις γάτες.
Το Πένθος για τις Γάτες