You are currently viewing Γιώργος Βέης: Παναγιώτης Βούζης, Δικαιοσύνη, Εκδόσεις της Κοινωνίας των (δε)κάτων

Γιώργος Βέης: Παναγιώτης Βούζης, Δικαιοσύνη, Εκδόσεις της Κοινωνίας των (δε)κάτων

                                         

                           «Όσο κι αν οραματιζόμαστε κάποια μελλοντική τελείωση, η εμπειρική ιστορία κυριαρχείται τελικά, από την αντικοινωνική εγωπάθεια. Στο πεδίο αυτό κατά κανόνα νικητής αναδεικνύεται ο δεξιοτέχνης της δολιότητας και της αδικοπραγίας. Οι άδικοι και οι άρπαγες νέμονται συνήθως τα αγαθά της επίγειας ζωής»

 

                                                                                          Ιμμάνουελ Καντ

  

                                           

 

  1. Η σταθερή πορεία: η κατάθεση ενός κληρωτού της εποχής μας

 

 Πρόκειται για την τρίτη συλλογή του. Σημειώνω ότι προηγήθηκε από τις εκδόσεις του «Μανδραγόρα» η Φυσική Ατροπίνη, το 2006 και Η γλώσσα των υπερηρώων, επίσης από τις εκδόσεις της Κοινωνίας των (δε)κάτων, το  2015. Όπως έχω ήδη επισημάνει εδώ, το πλαίσιο της επιλεγμένης κειμενικής δράσης του πολύγλωσσου προσοντούχου ομηριστή Παναγιώτη Βούζη φαίνεται αρκετά διευρυμένο. Επιτρέπει αυτομάτως πολλαπλές εφαρμογές και διαδοχικές εμπεδώσεις ρηματικών προβολών. Η συνολική ανακατανομή και αναδιάταξη του υλικού των εκφάνσεων είναι ενδεικτική της συγκεκριμένης ποιητικής προοπτικής, την οποία έχει υιοθετήσει προγραμματικά ο εμφανώς γλωσσοκεντρικός αυτός δημιουργός. Πρόκειται για  μία απόπειρα επικοινωνίας, η οποία προσβλέπει κυρίως σε μια διακριτή υπέρβαση των συνθηκών του κοινού λόγου. Εξ ου και η ανάδειξη ενός κινητικότατου μικρόκοσμου, ο οποίος στελεχώνεται εμφανώς από υπερλογικά συμβάντα. Τα εννοούμενα εδώ χαρακτηρίζονται από μιαν ιδιάζουσα δυναμική σημασιών. Οι γραμματικές εικόνες συμβάλλουν από την πλευρά τους στη συγκρότηση του προτεινόμενου καταστατικού φωνήματος. Στην πρόκριση της μορφής συμβάλλουν επιπλέον η συστηματική ενσωμάτωση του λεκτικού διασκελισμού, η αρχή της αυτονομίας του στίχου ακόμη και του μη ολοκληρωμένου νοηματικά, η ανεξάρτητη χρήση των δευτερευουσών προτάσεων και η διακοπή των κύριων αντιστοίχως.

    Συγκρατώ για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής τι φρονεί αναλόγως, αναφερόμενος στην ως άνω Δικαιοσύνη και ο Κώστας Βούλγαρης: «ο Παναγιώτης Βούζης είναι κληρονόμος εκείνης της τάσης της νεοελληνικής ποίησης, που πορεύτηκε με αφετηρία τον σουρεαλισμό, αλλά με αδιάλειπτες ωσμώσεις, σε μια γραμμική συνέχεια που εγκολπωνόταν λιγότερο ή περισσότερο ριζοσπαστικές εκφάνσεις (χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της τάσης, ο Νάνος Βαλαωρίτης, ο Μιχάλης Μήτρας, ο Ντίνος Σιώτης). Μια τάση επίμονα ανοιχτή, και συχνά ασαφής ως προς το αισθητικό της στίγμα, η οποία δεν μπόρεσε, ή δεν θέλησε, να το αρθρώσει σε πρόταγμα, ενώ πορευόταν συνομιλώντας με σύγχρονά της ρεύματα (γλωσσοκεντρισμός, οπτική ποίηση, κ. ά) ή και παρακολουθούσε την κοινωνική και πολιτική επικαιρότητα, δοκιμάζοντας την «αυτόματη» ποιητική συνομιλία μαζί της.

Από αυτή την ποιητική παιδεία και παράδοση βγαίνει ο Παναγιώτης Βούζης, όμως εδώ, νομίζω πολύ ανοιχτά, την υπερβαίνει, φωτίζοντας μάλιστα τα όριά της, δηλαδή το τετελεσμένο του ορίζοντά της». (Βλ. «Αναγνώσεις», εφ. Η  Αυγή, 30 Ιουνίου 2019).

                                                           

 

  1. Τα κειμενικά ερείσματα, τα εφαλτήρια των ρυθμών

 

     

      Επισημαίνω ότι η τεχνική με την οποία γράφονται τα έμμετρα ποιήματα ανάγεται στην αρχαία ελληνική ποίηση, κυρίως στον Όμηρο. Οι τύποι του στίχου που προέκρινε, μεταξύ άλλων, πιστεύοντας ότι η συγκεκριμένη μετρική επιλογή έχει αρκετά πλεονεκτήματα, είναι ο αναπαιστικός επτασύλλαβος και ο αναπαιστικός δεκατρισύλλαβος, ο οποίος υπαγορεύει τη σύνθεση της σειράς «Zeitlupe».  Παρατηρώ καταρχάς ότι πρόκειται για έναν περιορισμό, ο οποίος, θυμίζοντας τις μεθόδους του Oulipo, οδηγεί σε λεκτικούς συνδυασμούς που διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να ολοκληρωθούν. Η εν λόγω προαίρεση λειτουργεί και ως ανοικειωτική επινόηση – για να θυμίσω και τον Ρωσικό Φορμαλισμό – η οποία επιτρέπει να προβληθεί εκ του ασφαλούς ακόμη και σε μία κοινόχρηστη φράση η όποια ξεχασμένη της ποιητικότητα. Πράγμα από τη φύση του σημαντικό, εάν ο στόχος είναι να επαναφορτιστεί ποιητικά ο καθημερινός λόγος. Επιπροσθέτως, χρησιμεύει ως μηχανισμός άνετης πρόσληψης από τον δέκτη, ενώ συμβάλλει αποφασιστικά στον παροπλισμό του ελεύθερου στίχου με μία πρακτική διαφορετική από τις συνήθεις προσφυγές στα μετρικά σχήματα της παραδοσιακής νεοελληνικής ποίησης, όπως ο ίαμβος και ο τροχαίος. Βέβαια ο Σολωμός, ο Παλαμάς, ο Ελύτης, ως γνωστόν, έγραψαν σε αναπαιστικό μέτρο. Εδώ όμως επιχειρείται να συμμορφωθεί η γραφή σε αυτό το συγκεκριμένο μέτρο. Χωρίς μάλιστα τη συστηματική εφαρμογή της συνίζησης και της έκθλιψης. Μία γλώσσα μάλλον αντιποιητική, προερχόμενη από το πληθωριστικό απόθεμα των σύγχρονων media, τίθεται στη διαδικασία της παραγωγής στίχων.

       Εξ ου και το εξής αντιπροσωπευτικό  ποίημα με τον αρκούντως ενδεικτικό τίτλο:

                                   

                                            «Αναπαιστικό ταχυδρομείο»

 

Η ανίκητη τάση να ξέρεις το τέλος

αν σε δουν θα τρομάξεις από την ασκήμια

στη δουλειά ετοιμάζουν τον νέο μου κλώνο

μα κανείς δεν τολμά να μιλήσει στα ίσια

απ’ τους πρόσφυγες κάποιος θυμίζει εσένα

να γυρίσεις στις έξι χωρίς να με θέλεις

θα μαζεύουν τα γέλια που σκάνε οι πρώτοι

τα παιδιά τους βουλιάζουν και βρίσκουν κοράλλια

οι πιο γρήγοροι κλείνουν τις κύριες εισόδους

επωδός της εξέγερσης κάποιου Νοέμβρη

προωθώντας το μήνυμα ότι θα λείψω

στην παράξενη στάση της μύγας-ανθρώπου

τα ελκύει η ζέστη που βγάζουν οι δούλοι

ο σφυγμός των ερώτων της άγνωστης σάρκας

και ορμούν μες στον κόσμο χτυπώντας στην τύχη

απ’ τους άνεργους όσοι λατρεύουν τον φόβο

αναρτώντας εικόνες που εύκολα σβήνουν

τα πιο κάτω να δώσεις στον γκρι ταχυδρόμο[1]

      Παραλλαγή της εν λόγω τεχνικής είναι η σύνθεση κατά την οποία οι στίχοι προσαρμόζονται σε έναν ορισμένο αριθμό συλλαβών δίχως μέτρο. Έτσι προκύπτουν ποιήματα, όπως η «Άνοιξη» με στίχους των δεκατεσσάρων συλλαβών ή το «Μέσα από τα δόντια» και το «Όρθιο ψαλίδι» με στίχους των δεκαέξι. Ο διασκελισμός παίζει και αυτός σημαντικό ρόλο, καθώς σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και λέξεις κόβονται στην τονισμένη συλλαβή, επιταχύνοντας την κάθετη ανάπτυξη του λόγου. Σε αρκετά ποιήματα, που διαμορφώνονται είτε με την πρώτη είτε με τη δεύτερη τεχνική, οι στίχοι σχηματίζουν ζεύγη.

Μέσα σε αυτά τα μορφικά μοντέλα συρράπτονται φράσεις αποσπασμένες από το συνεχές του λόγου της καθημερινότητας. Αλλά και παράδοξες εικόνες. Η επιδίωξη είναι η δημιουργία μίας πολυθεματικής γραφής, η οποία συγχέει τα πεδία αναφοράς, αφήνοντας μόνο στον ορίζοντα το σύγχρονο πραγματολογικό περιβάλλον. Συγχέει επίσης το υποκείμενο με το αντικείμενο, τον πομπό με τον δέκτη. Έτσι ο λόγος αναδεικνύεται ως ένα απόλυτο μέσο, δίχως καμία αρχή και καμία απόληξη. Τα ποιήματα της συλλογής Δικαιοσύνη μιμούνται λοιπόν την πρωτοκαθεδρία του εκθετικά διευρυνόμενου ηλεκτρονικού υπερκειμένου έναντι των χρηστών που το παράγουν ή το καταναλώνουν. Από την άλλη κρύβεται σε αυτά και η φιλοδοξία να αποτελέσουν την παραφθορά μίας πολιτικής γλώσσας: μίας γλώσσας δηλαδή, η οποία θα μπορούσε να ανήκει σε ένα συλλογικό υποκείμενο.

                                                         

  

  1. Η ανάσα της λεκτικής διαφοράς

 

Παραθέτω ένα από τα εισαγωγικά κομμάτια, που φέρει τον ενδεικτικό τίτλο «Άνοιξη», προκειμένου, εξ όνυχος, βέβαια να καταγραφεί σ΄ αυτές τις σελίδες μια ακόμη όψη του εν λόγω κειμενικού τρόπου:

Η άμμος του Άρη πέφτει για δεκατέσσερις

ημέρες συνεχώς στην Αθήνα μειώνοντας

στους αθλητές της άρσης βαρών την ερωτική

διάθεση πολύ μικρές λέξεις χώνονται στο

στόμα η ποίηση αποτελεί τη μέθοδο

της αυλικής τάξης για τη σκληρή καταστολή

εξεγέρσεων κάποιος παύει να υπόκειται

στους νόμους της φυσικής όταν πλέον ουρλιάζει

τον ακούμε χθες με βόμβες σεισμικών ταλαντώ-

σεων εξασφαλίζεται η γενική συναί-

νεση για ειρήνη των δούλων το καλύτερο

ποίημα προϋποθέτει συμβιβασμούς μα οι

λέξεις εισχωρούν από τα ρουθούνια στη συνεί-

δηση και πόσο απίστευτο μας φέρνουν πόνο

 

Η συνθήκη μιας πατρίδας που βιώνει για διάφορους λόγους μιαν γενικευμένη πτώχευση συνιστά εν πολλοίς τον ικανό και αναγκαίο συγκινησιακό διάκοσμο. Εξ ου και η εμφανής οργίλη θεματική των ποιημάτων. Η οργή δεν μεταμφιέζεται από τη φύση της άλλωστε. Το ρήμα συνιστά τον εξειδικευμένο αγωγό της. Από την άποψη αυτή, ο Παναγιώτης Βούζης συγκαταλέγεται στους αυθεντικούς πολιτικούς ποιητές των ημερών μας. Βέβαια γνωρίζουμε ότι «οι  κακοί ποιητές τρέφονται από τα γεγονότα, οι μέτριοι από τα αισθήματα, και οι καλοί από τη μετατροπή του τίποτε σε κάτι. Το εκ του μη όντος ον λογαριάζει». (Βλ. Οδυσσέας Ελύτης, Εκ του πλησίον). Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι ο Παναγιώτης Βούζης ανήκει σε εκείνους ακριβώς, οι οποίοι επεξεργάζονται με επιμέλεια το ζέον θέμα τους, αναστοχαζόμενοι τα αίτια και τα αιτιατά μιας παρατεταμένης πτώσης. Δεν αναμασούν όμως την πρώτη αυτή ύλη, τη δεδομένη μοίρα του Κακού, όπως συμβαίνει στην περίπτωση τόσων άμουσων και επιπολαίων. Ευφυώς μεταλλάσσοντας την, πολλαπλασιάζουν επιτυχώς τις χρήσεις της. Και βεβαίως στο αμιγώς αισθητικό πεδίο. H πείρα, την οποία έχει αποκτήσει στη διάρκεια των ετών ο Παναγιώτης Βούζης, είναι αρκετή άλλωστε για να τον οδηγήσει κι αυτόν στο συμπέρασμα ότι η περιβόητη και περιζήτητη αλήθεια δεν είναι παρά μία φενάκη ανάμεσα στις άλλες. Μια ψευδής εικόνα που παρέχεται εκ του πονηρού από τις εστίες της συνειδητής στρέβλωσης. Δεν φαίνεται δηλαδή ότι το συναφές δίδαγμα του Τζωρτζ Μπατάιγ αγνοείται στο πεδίο των αυστηρών κειμενικών εφαρμογών. Εννοώ κατά λέξη τα εξής: «Η ποίηση δεν δέχεται τα δεδομένα των αισθήσεων στη γυμνή μορφή τους, ούτε όμως αποτελεί πάντα (ή μάλλον, αποτελεί σπάνια) περιφρόνηση του εξωτερικού κόσμου. Αρνείται και καταστρέφει την εγγύτερη πραγματικότητα, γιατί τη θεωρεί σαν την οθόνη που μας αποκρύπτει την πραγματική μορφή του κόσμου».

   Το δείνα τραγικό ή κωμικοτραγικό γεγονός δεν συνθλίβει εν ολίγοις τους στίχους της Δικαιοσύνης. Δεν τους καθιστά απλά δημοσιογραφικά φερέφωνα. Κάτι το οποίο είναι εντελώς περιττό. Και μάλιστα εξ ορισμού. Το ποιητικό υποκείμενο έχει ακυρώσει εγκαίρως τους πειρασμούς της μικροπολιτικής κραιπάλης. Η εν πολλοίς θλιβερή επικαιρότητα παραμένει προσώρας η σταθερή βάση των αναφορών και των αυτοαναφορών, αλλά το ποίημα, μετά από την κατάλληλη επεξεργασία, γνωρίζει πώς να αναβαθμιστεί σε πολύκλαδο, όντως βαθύνουν μήνυμα, αισθητικής πληρότητας. Ό, τι δηλαδή συνιστά, ως εκ των πραγμάτων, την πρώτη μέριμνα του ποιητή.

      

 

 

 

[1] Οι στίχοι «επωδός της εξέγερσης κάποιου Νοέμβρη» και «ο σφυγμός των ερώτων της άγνωστης σάρκας» προέρχονται, ο δεύτερος διασκευασμένος, από τα ποιήματα VI και IV αντίστοιχα, της συλλογής Ρημαγμένη Πολιτεία του Ηλία Γκρη.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.