Παράξενες ιστορίες μαγείας και μυστηρίου
Η Ελένη Μουσαμά (Αθήνα, 1960) σπούδασε στο Παρίσι ψυχολογία και τουριστικά. Το 2009 εξέδωσε το εικονογραφημένο παιδικό βιβλίο Η γαλάζια μαργαρίτα και το 2012 τη συλλογή διηγημάτων μικρής φόρμας το Κοινό μυστικό. Τώρα επανέρχεται με μια παρόμοια συλλογή, Το όνομα και η μορφή που περιέχει 38 μικρά διηγήματα, που άλλα είναι ιστορίες βγαλμένες από τη ζωή κι άλλα στιγμιότυπα-σκηνές από την καθημερινότητα.. Το πρώτο και καλύτερο, το «Αν κάτι πάει στραβά, θα πάει», που αποτελεί τον αποκαλούμενο νόμο του Μέρφι, έχει ως ήρωα έναν επαγγελματία ψευδομάρτυρα, δηλαδή κάποιον που συχνάζει στα δικαστήρια και ψευδομαρτυρεί για να εισπράττει αμοιβή. Αυτό όμως ενέχει κινδύνους διότι οι δικαστές μπορεί να αποκαλύψουν την αλήθεια και οι χαμένοι ενδέχεται να πάρουν εκδίκηση.
Σε μερικά διηγήματα υπάρχει ένας ανώνυμος αφηγητής ή αφηγήτρια που μιλάει για τα συγγενικά ή τα φιλικά του πρόσωπα. Ενίοτε, ο αφηγητής αναφέρεται σε άλλους, όπως στο «Το θαύμα», όπου γίνεται λόγος για μια οικογένεια σε κάποια επαρχία με ηρωίδα τη γυναίκα που φροντίζει σπίτι, παιδιά κι έναν ανήμπορο σύζυγο. Κι όταν εκείνος πεθαίνει, αναθρέφει εγγόνια και πλέκει για τα δισέγγονα. Στην ουσία, το διήγημα καθρεφτίζει τα γεγονότα μια μικροαστικής οικογένεια, κάτι που επαναλαμβάνεται και στο «Τα μελλούμενα», όπου διαβάζουμε για τη σχέση της Μάνιας και του Παύλου, καθώς και για το παιδί που απέκτησαν.
Ορισμένα διηγήματα περιέχουν ένα έγκλημα, όπως το «Κακές γιορτές», και μπορούμε να το κατατάξουμε στις παράξενες ή παράλογες ιστορίες, μολονότι έχει ρεαλιστικό ύφος. Το ίδιο παράξενο ή παράλογο είναι και το διήγημα «Λανολίνη», ενώ μερικά άλλα είναι δύσκολα στην πρόσληψη και στην κατανόησή τους. Το «Ανωτέρα βία», έχει σαφείς επιρροές από τον Έντγκαρ Άλαν Πόε. Πρόκειται για την σουρεαλιστική ιστορία μιας γιαγιάς, η οποία κάποια στιγμή «αποφάσισε να φύγει» από το σιδερένιο κρεβάτι της και βρέθηκε στο σαλόνι, μέσα σε μια κάσα.
Ένα από τα καλύτερα διηγήματα της συλλογής είναι το «Ένα σημαντικό λάθος», με ήρωα ένα τεχνίτης χάνει το χέρι στο ξυλουργείο όπου εργάζεται. Καταφεύγει σ’ έναν χειρουργό για να του φτιάξει ένα τεχνητό μέλος –το τέλος του είναι βλάσφημο. Κι ύστερα έχουμε ένα διαφορετικό διήγημα, αυτή τη φορά η ιστορία είναι απολύτως κοινωνική, τοποθετημένη σ’ ένα νησί, όπου καταφθάνουν πρόσφυγες που πνίγονται. Μάλιστα, σε αυτό, η συγγραφέας μέσω της ηρωίδας της παίρνει θέση σε αυτό το τεράστιο πρόβλημα, γράφοντας εξοργισμένη «να μαζευτούνε οι αρχηγοί» και να τσακωθούν μεταξύ τους κι όχι να «τους βάζουν στη μέση».
Το διήγημα «Πατέρας και γιος», δεν είναι μόνο κοινωνικό, αλλά και αρκούντως πολιτικό, αφού μας μεταφέρει στο 1965 και στη Σοβιετική Ένωση, συγκεκριμένα στην σοβιετική Αρμενία, όπου οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας απαγορεύονταν. Το «Ταυτοπροσωπία» είναι πολύ αστείο, καθώς η ώριμης ηλικίας ηρωίδα βλέπει τα μαλλιά της ν’ ασπρίζουν, οπότε κάνε κάτι για να μην τα βλέπει. Αστείο είναι, με καλής ποιότητας μαύρο χιούμορ, και το διήγημα «Το ακίνητο» –στην ουσία το ακίνητο δεν κατοικείται.
Στο διήγημα «Μάσκες», μαθαίνουμε την ιστορία κάποιου που θυμάται τα χρόνια της νεότητάς του σε κάποιο Κυκλαδονήσι, όταν με τους φίλους του έπαιζαν θέατρο, κυνηγούσε κορίτσια, τώρα όμως κάνει ακτινοβολίες και νοσταλγεί τα παλιά χρόνια.
Μπορούμε να πούμε πως η Ελένη Μουσαμά έχει ωραίες ιδέες για ιστορίες κάθε λογής, μόνο που το ταλέντο της χαραμίζεται σε αυτά τα ολίγον άνισα διηγήματα που ορισμένα είναι ακατανόητα, δηλαδή ο αναγνώστης δεν διακρίνει την πρόθεση της δημιουργού τους. Σημειώνουμε πως το βιβλίο κοσμείται με έργα της Αντιγόνης Καββαθά που προσφέρουν μιαν εξαιρετική εικαστική αίσθηση.