Σαγηνευτικό ενδιαφέρον εγείρει η νέα ποιητική συλλογή της Μαρίας Λαϊνά με τον εμβληματικό τίτλο: «Ό,τι έγινε» για να συμπληρωθεί με την φράση: «Άνθρωποι και φαντάσματα». Το ήδη καμωμένο παραπέμπει στην ενυπόσταστη φύση του συντελεσμένου, άρα βιωμένου. Τα φαντάσματα απηχούν εκείνο που δεν πραγματώθηκε ή και το υπερβατικό της αντίπερα όχθης.
Το μεγάλη προτέρημα της συλλογής είναι η νευρώδης αναπαράσταση της έκφρασης. Κάθε λέξη αντιπροσωπεύει κάθε κατάστικτη λεκτική ίνα που μετοχετεύει τις βαθιά φιλοσοφημένες σκέψεις της ποιήτριας. Ο λόγος είναι άμεσος, ανεπιτήδευτος, σμιλευμένος με μια σπάνια εικονοποιία που ξεδιπλώνει μινιμαλιστικά-μεταιχμιακά σχήματα της έξω πραγματικότητας στην ενδότερη αποτύπωση. Η θάλασσα στοιχειοθετεί την αρχή της απεραντοσύνης, σηματοδοτώντας συνάλληλα τα ακροτελεύτια όρια της ύπαρξης.
Το νεκρικό κάλυμμα επενεργεί ως μανδύας αποστασιοποίησης από τα πιο απρόσμενα συναισθήματα που μπορεί να προκαλέσει η ανεξέλεγκτη ζωτικότητα του έρωτα. Το τρεμούλιασμα του στιγμιαίου χρόνου που σβήνει αναμετράται με την αιωνιότητα τις ιερατικής στατικότητας. Ο εσωτερικός ποιητικός αφουγκρασμός ανακλά την ταραχώδη φύση στην αέναη ροή της.
Ο φόβος ολισθαίνει στην ανυπαρξία της απεραντοσύνης, κατακρημνισμένος από την ενατένιση του μεγαλείου της κοσμικής πραγματικότητας. Τα χρονικά όρια γίνονται αξεδιάλυτα πλέγματα ως μετείκασμα της αρχετυπικής συμπαντικότητας. Η ποιήτρια αντικειμενοποιεί σε βαθμό ανοικείωσης κάθε ζοφερό συναίσθημα που προκαλεί οντολογικούς προβληματισμούς. Η δράση ισοσκελίζεται από την εξιδανίκευση ενός αόρατου, απύθμενου, αύριο που φωτοσκιάζει την ερεβώδη υφή του ασθμαίνοντος παρόντος.
Ο θάνατος στην συλλογή επέχει την καθαρτική λειτουργία ενός εξυγιαντικού μηχανισμού στην κατεύθυνση της έσω εναρμόνισης. Η έννοια του ήδη ολοκληρωμένου ως χρονικός αναβαθμός δεν λειτουργεί ολέθρια στο γυναικείο ασύνειδο που αποζητά αποκούμπι στην κατάργηση του χρονικά διακριτού. Με τον τρόπο αυτό, η ποίηση αναγεννιέται από την στιγμή που μετασχηματίζει την πραγματικότητα σε ιδεατή έκφανση του υπαρκτού στο κάθε ενδεχόμενό του.
Το παρελθόν δεν καταδικάζεται αλλά εξιλεώνεται ως η πιθανή τροποιητική έκβαση αυτού που επίκειται να συμβεί. Το κενό ορίζεται ως ο κατεξοχήν δημιουργικός χώρος αυτοέκφρασης μεταξύ ανθρώπων και φαντασμάτων, ήτοι της ζωής που πέρασε και της πολλαπλής της ταυτότητας που αναμένεται να υπάρξει στις φασματικές εκφορές του ποιητικού εγώ ως αυτεξούσιου πλέον του πεπρωμένου του.
Πρόκειται για μια συλλογή που επιστεγάζει την αριστοτεχνική ποιητική διαδρομή της Λαϊνά. Αξίζει να διαβαστεί και να μελετηθεί επισταμένως ως προς την πολυσημία της.