Σκουπίδια στα μυαλά συσσωρεύονται, με αποτέλεσμα να μην βλέπουμε την κραυγαλέα πραγματικότητα, πόσο μάλλον να προβλέψουμε τι θα ξημερώσει αύριο.
Προβάλλονται συνεχώς, από τα παντοδύναμα μέσα προβολής και δήθεν επικοινωνίας και ενημέρωσης, υλικές και πνευματικές κατασκευές, που φτιάχνουν τα μοντέλα της μόδας, από μπλουζάκια μέχρι μυθιστορήματα, από πλαστικά μιας χρήσης μέχρι θέατρο χωρίς ποίηση. Αλήθεια πού κρύφτηκε η ελληνική Ποίηση, που κάποτε μας έφερε τα Νόμπελ;
Οι πνευματικές αξίες του παρελθόντος, χάνονται κάτω από ένα σωρό σκουπιδιών, και οι όποιες αξίες του παρόντος κρύβονται από μόνες τους ή αποκρύπτονται, για να πουλιώνται τα εμπορεύματα.
«Σε αυτό τον τόπο, πολύ αργά καταλαβαίνουμε, τι μας έλειψε» έλεγε ο
Κάρολος Κουν, αναφερόμενος στον πρόωρα χαμένο Γιάννη Χρήστου.
Και ξέρω καλά ότι υπάρχουν νέοι Έλληνες που δεν έχουν ακούσει ακόμη για τον Γιάννη Χρήστου ή τον Κάρολο Κουν.
Προχθές, νεαρός φοιτητής πληροφορήθηκα ότι ερώτησε «Ποιός είναι ο Άρης Βελουχιώτης;».
Μάλλον ήταν αναμενόμενο. Είκοσι χρόνια πλασματικής ευμάρειας, ακολουθούμενα από δέκα χρόνια οικονομικής κρίσης και στο καπάκι δυο χρόνια υγειονομικού εγκλεισμού, δηλαδή μια ολόκληρη γενιά και κάτι, καταπίεσαν ό,τι πνευματικό είχε απομείνει σε αυτό τον τόπο.
Αφορμή γι αυτό το σημείωμα ήταν ένα εξαιρετικό μουσικό ντοκιμαντέρ: «Miles Davis: Birth of the Cool», που είδα τελευταία. Η διαδρομή του «Πικάσσο της Τζαζ», που πέρασε μέσα από όλα τα καλά και τα κακά του κόσμου τούτου και κατάφερε να είναι παρών σε κάθε καινούργιο της Τέχνης του, αλλά και ο ίδιος να δημιουργήσει πολλές φορές το καινούργιο.
Λέει ο σκηνοθέτης της ταινίας, ο Στάνλεϊ Νέλσον. «Ο Μάιλς ήταν ένας ξεχωριστός άνθρωπος – στη ζωή, στον έρωτα, στη μουσική – ένας μοναδικός καλλιτέχνης, που ποτέ δεν κοίταξε πίσω και άλλαξε ό,τι νομίζαμε ότι γνωρίζαμε για την τζαζ, τη μουσική, τη ζωή, αρκετές φορές στην καριέρα του».
Στο απόγειο της διαδρομής του, χάθηκε έξι χρόνια μέσα στα ναρκωτικά και το αλκοόλ, έξι χρόνια χωρίς να ακουστεί η τρομπέτα του και μετά αναστήθηκε κι έκανε έναν δίσκο, το The Man with the Horn, με κάτι πιτσιρικάδες, που τον ακούς και ακούς την αγωνία του καλλιτέχνη να εκφραστεί, με ένα από τα βάθη του σκοταδιού σύντομο φύσημα, αλλά με ψυχή και αίσθημα ασυγχώρητα. Και μετά συνέχισε μια καινούργια δεκάχρονη μουσική ζωή, με ηχογραφήσεις και περιοδείες, με τελευταίο λάιβ ένα μήνα πριν τον θάνατο του.
Σε μια από αυτές τις περιοδείες, τέσσερα χρόνια μετά από το The Man with the Horn, είχα την ευτυχία να τον δω στο θέατρο του Λυκαβηττού και μάλιστα να τολμήσω να φωτογραφίσω σε slides.
Η βραδυά άρχισε χωρίς αυτόν, με την ορχήστρα των πιτσιρικάδων του επί σκηνής, έξι-επτά νεαροί μουσικοί. Κάποτε εμφανίστηκε στην άκρη της σκηνής, ανάλαφρος σαν γάτα, φυσώντας την τρομπέτα του και άρχισε μια αργή περιπλάνηση πάνω-κάτω στη σκηνή, ανάμεσα στους μουσικούς, σαν να κολυμπούσε στον αέρα ακολουθώντας την τρομπέτα του, που ήταν το ορατό μέρος της ψυχής του. Έπαιζε για τον καθέναν από τους μουσικούς του ξεχωριστά. Πίσω από τα μαύρα του γυαλιά. Το κέντρο του σύμπαντος. Φαινόταν να αδιαφορεί για το κοινό, δεν νοιαζόταν ούτε καν να δει αν είναι κανείς εκεί πέρα. Η επικοινωνία με τους μουσικούς του ήταν ένα μυστήριο. Έπαιξε αυτά που είχε να πει και αποχώρησε όπως μπήκε, χωρίς να νοιαστεί ούτε καν για το χειροκρότημα, που επέμενε να τον ξαναφέρει στη σκηνή. Αυτός δεν ξαναεμφανίστηκε κι εμείς αποχωρήσαμε ευτυχισμένοι.
Αναρωτιέμαι, η σημερινή νεολαία ποιά -τέτοιας ποιότητας- στιγμή του 2022, θα έχει να θυμάται μετά από 37 χρόνια;
Ευτυχώς, ο Miles Davis εξακολουθεί να υπάρχει στην αγορά, γιατί ακόμη πουλιέται η μουσική του.
Υπάρχει και σαν φάρος για πολλούς μουσικούς ποιητές.
Όπως ο Κάρολος Κουν και ο Γιάννης Χρήστου, ας πούμε, που είναι δικοί μας φάροι, αλλά χωρίς οικονομικό ενδιαφέρον.
Και η σύγχρονη πολιτιστική μας Ιστορία συνεχίζεται, μέσα σ’ αυτή τη θολή εποχή, που κανείς δεν φροντίζει τους φάρους της Τέχνης.
Η μέριμνα γι’ αυτούς επαφίεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία, κληρονόμων ή εξαιρέσεων, ενώ αυτή θα έπρεπε να είναι δουλειά της Πολιτείας, που δυστυχώς δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται, διότι περί άλλα δείχνει ζήλο, με γνώμονα τις αγοραίες χρηματιστηριακές υπεραξίες, που μεταφράζονται σε άστοχες χρηματοδοτήσεις και επιλεκτικές χορηγίες συντήρησης μιας αμφίβολης ποιότητας τέχνης.
Έτσι, ενώ δόθηκε η ευκαιρία από τις δύο απανωτές κρίσεις, να καθαρίσει το πολιτιστικό τοπίο, είναι ορατός ο κίνδυνος η «θολή» εποχή να καταγραφεί και σαν «σκοτεινή» εποχή.
ΥΓ. Ο Miles Davis ήταν αυτός που, καλεσμένος το 1987 σε ένα δείπνο στον Λευκό Οίκο, ρωτήθηκε από την πρώτη κυρία τι το σημαντικό έχει κάνει για να αξίζει να παρευρίσκεται στον Λευκό Οίκο. Η απάντησή του ήταν : «Λοιπόν, έχω αλλάξει την πορεία της μουσικής 5 με 6 φορές. Εσύ τι το σημαντικό έχεις κάνει, πέρα από το να γαμάς τον Πρόεδρο;»
(Φωτογραφίες μου, από τη συναυλία του Miles Davis, στον Λυκαβηττό, την 1η Ιουλίου του 1985. Αντιγραφή από slides.)