You are currently viewing ΕΦΗ ΦΡΥΔΑ: ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΧΩΡΙΣΜΟΥ (Επωνύμων και ανωνύμων γυναικών)

ΕΦΗ ΦΡΥΔΑ: ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΧΩΡΙΣΜΟΥ (Επωνύμων και ανωνύμων γυναικών)

Οι γυναίκες γράφουν. Μιλούν. Και ο λόγος τους είναι, πράγματι, διαφορετικός από των ανδρών.  Εδώ έχουμε μια γραφή ρέουσα, συνδεδεμένη με τους ρυθμούς και τις δονήσεις τους σώματος, με τη σεξουαλικότητα. Με μεγάλες παρενθέσεις που συνδέονται με την παρορμητικότητα και τον ελεύθερο συνειρμό, όπως συμβαίνει και με αβάν γκαρντ άντρες συγγραφείς –Μαρσέλ Προυστ και ο Τζέιμς Τζόυς – που σφράγισαν τη σύγχρονη  μυθιστοριογραφία. Επιπλέον οι γυναίκες επιδίδονταν στην επιστολογραφία από παλιά, διότι, μέσα στην ανδροκρατούμενη κοινωνία, αυτός ήταν ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούσαν, μέχρι πρόσφατα, να εκφραστούν.

Τώρα θα μου πείτε, γιατί Γράμματα χωρισμού την Ημέρα της Γυναίκας; Τι είδους γιορτή είναι αυτή με λύπη και θυμό και άρνηση; Θεωρώ ότι το γράμμα χωρισμού είναι και αυτό ένα ερωτικό γράμμα και μάλιστα πιο αυθεντικό από εκείνο που χάνεται στη θολούρα του έρωτα. Μέσα από την απόσταση, την απουσία του Σημαντικού Άλλου βλέπουμε, εν τέλει, πιο καθαρά, βρίσκουμε ξανά την ταυτότητά μας και το ζωτικό μας χώρο που είχε ενσωματωθεί στο ζεύγος.

Και ενώ στον έρωτα μιλάμε με τη σιωπή, με αυτό που προσφέρουμε, στο χωρισμό βιώνουμε μια αφύπνιση και γράφουμε – συχνά, όχι πάντα βέβαια – με μια πιο καθαρή ματιά. Για το λόγο αυτό, πιστεύω ότι αξίζει να πλησιάσουμε κάποια γράμματα χωρισμού.

Για σήμερα διάλεξα δύο επώνυμες – μια συγγραφέα και μια ποιήτρια, όπου η πρώτη απευθύνεται σε έναν επίσης επώνυμο, και η δεύτερη σε έναν ανώνυμο – μια ανώνυμη που έγινε τελικά εν μέρει επώνυμη γιατί απέρριψε έναν συγγραφέα που αργότερα έγινε από τους  πιο επώνυμους της δυτικής λογοτεχνίας, και μια ανώνυμη με μπόλικο τσαγανό και χιούμορ που τα σπάει, απευθυνόμενη σε έναν επίσης ανώνυμο (ευτυχώς γι’ αυτόν δηλαδή, γιατί τον κάνει με τα κρεμμυδάκια!)

 

Σιμόν ντε Μποβουάρ (1908-1986)

Επιστολή προς τον Νέλσον Άλγκρεν, συγγραφέα του μυθιστορήματος Ο άνθρωπος με το χρυσό χέρι.Η ερωτική σχέση τους άρχισε το 1947 σε μια επίσκεψη της Μποβουάρ στο Σικάγο και το ειδύλλιο συντηρήθηκε με πολλά γράμματα και ταξίδια. Όπως γράφει η Μποβουάρ στην αυτοβιογραφία της  (1963) φεύγοντας από το Σικάγο είπε στον Άλγκρεν ότι πέρασε ωραία και χαίρεται που είναι πραγματικοί φίλοι. «Δεν πρόκειται για φιλία», απάντησε εκείνος. «Δεν μπορώ να σου προσφέρω τίποτα λιγότερο από έρωτα».

 Νέλσον γλυκέ μου αγαπημένε,

Μόλις είχες φύγει όταν ήρθε ένας χαμογελαστός άντρας και μου πρόσφερε ένα ωραίο, τρελό λουλούδι με δυο πουλάκια και την αγάπη του Νέλσον. Αυτό ήταν αρκετό για να χαλάσει τη σωστή συμπεριφορά μου. Ήταν δύσκολο να μην «κλαίω πια». Κι όμως, τα καταφέρνω καλύτερα στη στεγνή θλίψη απ’ ότι στον ψυχρό θυμό, καθώς δεν έχυσα ούτε δάκρυ ως τώρα, έμεινα στεγνή σαν καπνιστό ψάρι. Η καρδιά μου όμως είναι μαλακή σαν το εσωτερικό σκοτεινής κρέμας…

… θέλω, έχω ανάγκη να σε ξαναδώ μια μέρα. Σε παρακαλώ όμως, μην ξεχνάς, δεν πρόκειται να ξαναζητήσω να σε δω – όχι από περηφάνια, γιατί, όμως ξέρεις, δεν έχω περηφάνια όσον αφορά εσένα. Η συνάντησή μας όμως θα σημαίνει κάτι μόνο αν το επιθυμείς κι εσύ. Οπότε θα περιμένω. Όταν το θελήσεις, δεν έχεις παρά να το πεις. Δεν θα συμπεράνω ότι μ’ αγαπάς πάλι, ούτε είσαι υποχρεωμένος να κοιμηθείς μαζί μου και δεν χρειάζεται να μείνουμε πολύ καιρό μαζί. Όπως το αισθάνεσαι, όταν το αισθάνεσαι. Να ξέρεις όμως ότι πάντα θα λαχταρώ να μου το ζητήσεις. Όχι, δεν αντέχω να σκέφτομαι ότι δεν θα σε ξαναδώ ποτέ πια. Έχασα την αγάπη σου και ήταν (είναι) οδυνηρό, δεν θα χάσω όμως κι εσένα…. Η Η τρυφερότητα και η φιλία σου είναι τόσο πολύτιμες για μένα που, όταν κοιτάζω μέσα μου, με πλημμυρίζει μια ζέστα, μια ευτυχία, νιώθω τεράστια ευγνωμοσύνη… Σ’ αγαπώ όπως τότε που βρέθηκα στην απογοητευμένη σου αγκαλιά, δηλαδή με όλο μου το είναι, με όλη τη σκοτεινή μου καρδιά. Δεν μπορώ να σ’ αγαπήσω λιγότερο. Αλλά αυτό δεν πρόκειται να σ’ ενοχλήσει, γλυκέ μου, και ούτε θέλω να μου γράφεις από υποχρέωση.

… Άσε με, σαν τον παλιό καιρό, άσε με να μείνω ο εαυτός μου για πάντα

Η δική σου Σιμόν

 

Τζένη Χ.

Από την Τζένη Χ. προς τον πρώην φίλο της Μπομπ, όταν μετά από σχέση ενός χρόνου ανακάλυψε ότι ήταν παντρεμένος. Ο Μπομπ (26 ετών) ήταν διευθυντής στο εστιατόριο που η Τζένη (16 ετών) δούλευε ως σερβιτόρα την εποχή που ακόμα σπούδαζε.

Αγαπητέ Μπομπ,

Ελπίζω να συνειδητοποιείς πως έχασες ό,τι καλύτερο είχες ποτέ στη ζωή σου – εμένα – και όσο και να ζητάς συγγνώμη, όσα λουλούδια κι αν στείλεις, πάει το πουλί, πέταξε. Ποτέ πια δεν θα ξανακούσεις τη φωνή μου, ποτέ πια δεν θα ξαναδείς το πρόσωπό μου. Έχασες για πάντα το προνόμιο αυτό. Στοίχημα ότι σε λίγα χρόνια θα έρθεις σε μένα και θα παρακαλάς να σε πάρω στη δουλειά, όταν το κάρμα γυρίσει και σου δαγκώσει τον κώλο και τότε εσύ θα είσαι που θα ξύνει την τσίχλα στη μοκέτα…

…Μήπως σου έχω κιόλας λείψει; Θα ’πρεπε. Θα σου συμβεί κι αυτό, ό,τι στοίχημα θες. Κανείς δεν κάνει μπιφτεκάκια, ούτε γάλα με κακάο σαν εμένα. Κανείς δεν θ’ ακούει την πολυλογία σου, κανείς δεν θα γαργαλάει εκείνο το σημείο κάτω από το δεξί σου γόνατο που σ’ έκανε να γελάς με τις ώρες. Τηλεφώνησες εικοσιεφτά φορές μέσα σε δύο μέρες το ξέρεις; Τι ακριβώς δεν καταλαβαίνεις στη λέξη τελειώσαμε;

…Σεβάσου με. Σεβάσου το χώρο μου. καλύτερα να μου καψαλίσουν τα φρύδια, παρά να σε ξαναδώ μπροστά μου. Λοιπόν… πρόσεχε τον εαυτό σου και άντε γαμήσου.

 

Ανν Σέξτον (1928-1974)

Ποιήτρια. Η Σέξτον στην εφηβεία της ήταν γνωστή καρδιοκατακτήτρια, αλλά, σύμφωνα με έναν βιογράφο της κακοφαινόταν όταν συναντούσε αγόρια «εξίσου αδίστακτα με εκείνη σε θέματα καρδιάς». Έγραψε το ακόλουθο γράμμα το 1945, σε ηλικία 16 χρονών, απευθυνόμενη σε κάποιον που γνώρισε στις καλοκαιρινές διακοπές.

 Αγαπητέ Τόργκι,

Πριν από λίγες μέρες σου υποσχέθηκα ότι θα σου γράψω ακριβώς ό,τι σκέφτομαι. Δεν είχα σκοπό να το κάνω. Όμως σε λυπήθηκα τόσο που αποφάσισα να σου πω την αλήθεια… δεν με αγαπάς καθόλου.  Όταν όμως το ξανασκέφτηκα, αποφάσισα ότι δεν θα σε παντρευόμουν ακόμα κι αν είχες 100.000.000 δολάρια…

…δεν με ξέρεις, Τόργκι. Το μόνο που ξέρεις για μένα είναι ότι είμαι ξεροκέφαλη και μπορώ να σου αποδείξω την πραγματική σου κατωτερότητα, σε σχέση με τους ειλικρινείς ανθρώπους. Κρίμα, Τόργκι, που ενώ γνωρίζεις την τιμή των πάντων, δεν γνωρίζεις την αξία κανενός. Πάντως έχει πολύ γούστο, πολύ γέλιο αλήθεια να συμπρωταγωνιστήσω μαζί σου στο εργάκι μας: «Υπάρχουν πολλών ειδών άνθρωποι». Ο καθένας παίρνει αυτό που του αξίζει.

Σβήσ’ το από τις εμπειρίες σου, Τόργκι

 

Άγκνες Φον Κουρόφσκι (1892-1984)

Επιστολή προς τον συγγραφέα Έρνεστ Χέμινγουεϊ (1899-1961). Γνωρίστηκαν το 1918 όταν ο Χ., που τότε, στον 1οπαγκόσμιο πόλεμο, εργαζόταν ως οδηγός ασθενοφόρου και, τραυματισμένος στο πόδι, νοσηλευόταν στο νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού στο Μιλάνο. Εκείνος ήταν 19 ετών και η Κουρόφσκι 26 και ήταν νοσοκόμα. Μετά από φλογερή σχέση πέντε μηνών ο Χ γύρισε τις ΗΠΑ για να βρει σπίτι για την γυναίκα που πίστευε ότι θα παντρευόταν. Εκείνη όμως δεν άργησε να ερωτευτεί έναν Ναπολιτάνο εκατομμυριούχο οπότε, τρεις μήνες μετά την αναχώρηση του Χ του έγραψε αυτό το γράμμα. Ο Χ συντετριμμένος έπεσε μέρες ολόκληρες στο κρεβάτι. Όμως η απόρριψη αυτή, ως φαίνεται, δεν έμεινε χωρίς ανταμοιβή. Τον ενέπνευσε να γράψει το διήγημα «Μια πολύ σύντομη ιστορία» και επιπλέον πάνω του βασίστηκε το μυθιστόρημά του Αποχαιρετισμός στα όπλα.

 Ένρι, αγαπητό μου αγόρι,

Σου γράφω αργά τη νύχτα μετά από πολλή σκέψη και φοβάμαι ότι αυτό που έχω να σου πω θα σε πονέσει, είμαι σίγουρη όμως ότι δεν θα σε σημαδέψει για πάντα.

Για κάμποσο καιρό πριν φύγεις προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου ότι ήταν αληθινός έρωτας. Γιατί διαφωνούσαμε συνεχώς και οι καβγάδες μας με κούραζαν και τελικά υποχωρούσα από φόβο μην κάνεις καμιά πράξη απόγνωσης.

Τώρα, μετά από μερικούς μήνες μακριά σου, έχω καταλάβει ότι σε συμπαθώ ακόμα πάρα πολύ, περισσότερο όμως είναι μια αγάπη μητέρας και όχι ερωμένης. Δεν πειράζει να λες ότι είσαι παιδί, ωστόσο εγώ δεν είμαι…

Λοιπόν, παιδί μου (είσαι ακόμα παιδί για μένα και πάντα θα είσαι) θα με συγχωρέσεις μια μέρα που άθελά μου σε απάτησα;

…Κάτι μου λέει ότι θα έρθει η μέρα που θα είμαι περήφανη για σένα, αγαπημένο μου αγόρι, και ανυπομονώ να έρθει η μέρα αυτή. Εσύ όμως δεν πρέπει να βιάζεσαι στην καριέρα σου.

…Ύστερα – πίστεψέ με, και για μένα αυτό είναι ξαφνικό – θα παντρευτώ σύντομα. Εύχομαι και προσεύχομαι, αφού σκεφτείς καλά, να μπορέσεις να με συγχωρέσεις και να ξεκινήσεις μια υπέροχη καριέρα και να αποδείξεις τι άντρας είσαι πραγματικά.

Με εκτίμηση και τρυφερότητα πάντα

Η φίλη σου

Άγκι

 

 

Έφη Φρυδά

Η Έφη Φρυδά γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, σε ένα ωραίο (ακόμα) κομμάτι του ιστορικού κέντρου. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και Οικονομικά. Ασχολείται με τη λογοτεχνική μετάφραση σε όλη σχεδόν την ενήλικη ζωή της. Έχει μεταφράσει, μεταξύ άλλων, συγγραφείς όπως Ντύλαν Τόμας, Ντ. Χ. Λώρενς, Τ. Χάρντυ, Ε.Μ. Φόστερ, Ι. Ουόρτον, Κ. Μπλίξεν, Τζ. Μπόλντουιν, ΝτεΛίλλο, Τζ. Κ. Όουτς, Μπουκόφσκι, Ρούσντι, Γκόλντινγκ, Ντ. Τζόνσον, Χ. Σέλμπι, Σ. Μπέλοου, Π. Χάισμιθ, Όσιαν Ουόνγκ. Ήταν υποψήφια για το Βραβείο καλύτερης μετάφρασης του Ευρωπαϊκού Κέντρου Λογοτεχνίας και επιστημών του Ανθρώπου (ΕΚΕΜΕΛ) και για το βραβείο καλύτερης λογοτεχνικής μετάφρασης του Athens Prize Festival. Έχει επίσης μεταφράσει δοκίμια ψυχανάλυσης και ψυχολογίας, έχει συνεργαστεί με το Μουσείο Μπενάκη και έχει συγγράψει και επιμεληθεί κείμενα καταλόγων για εκθέσεις. Αγαπά με πάθος τις εικαστικές τέχνες και ασχολείται με την έρευνα και συγγραφή σχετικών άρθρων. Συνεργάστηκε με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, ασχολήθηκε με το Θέατρο στην Εκπαίδευση και εργάστηκε ως μεταφράστρια για κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γράφει ποίηση.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.