1.-Aταίριαστοι
Ο Όσκαρ Γουάιλντ ήταν ένας εστέτ. Ένας ταλαντούχος καλλιτέχνης αστικής καταγωγής που οδηγήθηκε στη καταστροφή εξαιτίας του πάθους του για τα νεαρά αγόρια.
Ήταν άραγε μόνο αυτό;
O Μπρεχτ ήταν ένας μαρξιστής συγγραφέας, ποιητής και κριτικός που έζησε σε ζοφερούς καιρούς.
Ήταν άραγε μόνο αυτό;
Τι κοινό θα μπορούσαν να έχουν αυτοί οι δύο; Ο ομοφυλόφιλος Όσκαρ Γουάιλντ και ο ετεροφυλόφιλος Μπρεχτ.
Μια πρώτη βιαστική και κάπως αφοριστική απάντηση θα ήταν τίποτα. Μια πιο κατηγορηματική, θα ήταν απολύτως τίποτα. Εκ πρώτης όψεως οι βιαστικοί μπορεί να έχουν δίκιο. Αν και μια βεβιασμένη απάντηση στο ερώτημα αυτό ενέχει το σπέρμα της επιπολαιότητας. Σίγουρα αυτό το δίδυμο είναι αρκετά παράδοξο ακόμα και γι’ αυτόν που σκέφτηκε πως θα μπορούσε να αποτελέσει μια παραλληλία, οποιασδήποτε μορφής. Δεν συμπίπτουν οι δυο τους, ούτε χρονικά, ούτε γεωγραφικά. Ο Γουάιλντ είναι άνθρωπος του 19ου αιώνα. Έζησε τα τελευταία χρόνια του μπλεγμένος στην δικαστική διαμάχη που τον οδήγησε στην φυλακή, εξαιτίας του γεγονότος ότι ήρθε σε αντιπαράθεση με τον πατέρα του εραστή του, τον λόρδο Κουήνσμπερυ, ισχυρό παράγοντα της εποχής, γιατί θεώρησε ότι τον προσέβαλε. Η πρώτη όμως δίκη, δικαίωσε τον λόρδο, ο οποίος εξοργίστηκε από το θράσος του Γουάιλντ και τον μήνυσε ως σοδομίτη –εκείνη την εποχή κάτι τέτοιο αποτελούσε σοβαρό νομικό και ηθικό αδίκημα . Έγιναν δύο δίκες τις οποίες έχασε και ενώ μπορούσε να δραπετεύσει ανάμεσα σ’ αυτές στο Παρίσι, δεν το έκανε… Πράγμα για το οποίο τον εξόρκισε η ίδια η μητέρα του να κάνει, λέγοντάς του, «αν μείνεις και πας φυλακή θα είσαι πάντα το παιδί μου – δεν θα αλλάξει τίποτα στην αγάπη μου για σένα. Αλλά αν φύγεις, δεν θα σου ξαναμιλήσω.»
Ξημερώνοντας ο 20ος αιώνας ο Γουάιλντ πέθαινε ξεχασμένος στο Παρίσι.
2.-Αλαζονεία και στράτευση
Ο Μπρεχτ είναι Γερμανός, άνθρωπος του πρώτου μισού του 20ου αιώνα. Έζησε τα 56 πρώτα χρόνια του. Βίωσε τη φρίκη των δύο Παγκοσμίων Πολέμων την μεσοπολεμική περίοδο και δώδεκα μεταπολεμικά χρόνια.
Ο Όσκαρ Γουάιλντ ήταν Ιρλανδός που έζησε στην Βρετανία. Απέκτησε στέρεη αρχαιοελληνική παιδεία στην Οξφόρδη. Ως ένα βαθμό και ο Μπρεχτ ήταν γνώστης της.
Και οι δύο έγραψαν θέατρο και μάλιστα σημαντικό, είναι χαρακτηριστικό ότι τα έργα τους παίζονται ακόμα σήμερα παντού στον κόσμο. Ο Μπρεχτ ήταν επιπλέον σκηνοθέτης και θεωρητικός του θεάτρου, δηλαδή ολοκληρωμένος θεατράνθρωπος. Έγραψαν και οι δύο θεωρητικά και κριτικά κείμενα σπουδαία. Όπως και ποίηση υψηλής πνοής. Θα πει κανείς: και λοιπόν; Τότε όλοι οι θεατρικοί συγγραφείς ή ποιητές είναι παράλληλοι, γι’ αυτό και μόνο το λόγο; όχι βέβαια. Δεν ισχυρίζομαι κάτι τέτοιο. Ενδέχεται να έχουν περισσότερες διαφορές παρά ομοιότητες. Μια απ’ αυτές είναι το δόγμα «η τέχνη για τη τέχνη», που ως συνεπής εστέτ ακολούθησε ο Γουάιλντ. Αλλά ο Γουάιλντ μετά τη φυλάκισή του δεν έχει και πολύ σχέση με την προηγούμενη καλλιτεχνική του παραγωγή, δεν είναι πια ο Γουάιλντ του ”Ντόριαν Γκρέι”. Αλλά ένας διαφορετικός συγγραφέας. Με έργα όπως η ”Μπαλάντα της Φυλακής του Ρίντινγκ” και το ”De Profundis”. Μια εξομολόγηση, μια μεταμέλεια ενός κατεστραμμένου ανθρώπου, που τόλμησε να τα βάλει με μια υποκριτική κοινωνία που δεν δεχόταν κριτική για τις απόψεις της, από έναν που δεν ανήκε στην ανώτερη τάξη, την τάξη της. Η Αγγλική κοινωνία υπήρξε πάντα ταξικά διαστρωματωμένη. Την κοινωνία αυτή αποφάσισε να πολεμήσει ο Γουάιλντ, με περισσή αλαζονεία είναι αλήθεια αλλά και επαναστατικό πείσμα. Δεν φυγομάχησε, δεν υποχώρησε. Πάλεψε, πολέμησε και πλήρωσε βαρύτατο τίμημα. O Γουάιλντ δεν ήταν ένας κομφορμιστής. Και όσο και αν ακούγεται παράξενο ήταν στρατευμένος.
Η «Ψυχή του Ανθρώπου στο Σοσιαλισμό» κάτι τέτοιο υποδηλώνει:
«Δεν είναι εγωιστικό να σκέφτεσαι για τον εαυτό σου. Ο άνθρωπος που δεν σκέφτεται για τον εαυτό του δε σκέφτεται καθόλου. (…) Ένα κόκκινο τριαντάφυλλο δεν είναι εγωιστικό γιατί θέλει να είναι ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Θα ήταν εγωιστικό αν ήθελε όλα τα άλλα λουλούδια στον κήπο να είναι και κόκκινα και τριαντάφυλλα. Όταν έρθει η Ατομικότητα οι άνθρωποι θα είναι εντελώς φυσικοί και χωρίς καθόλου εγωισμό και θα γνωρίζουν τις έννοιες των λέξεων, και θα τις εκπληρώνουν στις ελεύθερες, όμορφες ζωές τους. Δεν θα είναι εγωιστικοί όπως τώρα. Γιατί εγωιστής είναι ο άνθρωπος που έχει απαιτήσεις από τους άλλους, κι ο άνθρωπος με Ατομικότητα δε θα επιθυμεί κάτι τέτοιο. Δε θα του δίνει ευχαρίστηση. Όταν ο άνθρωπος θα έχει φθάσει την ολοκλήρωση του εαυτού του, όταν θα έχει φθάσει την Ατομικότητα, θα φθάσει και την συμπάθεια, την ταύτιση με τον άλλον, και θα την ζει ελεύθερα και αυθόρμητα. Ως τώρα ο άνθρωπος ελάχιστα έχει καλλιεργήσει την συμπάθεια. Έχει μόνο συμπάθεια με τον πόνο, και η συμπάθεια με τον πόνο δεν είναι η υψηλότερη μορφή συμπάθειας.»
Ο Μπρεχτ από την άλλη ήταν κατεξοχήν στρατευμένος στην επικράτηση του σοσιαλισμού. Ο Τζόρτζιο Στρέλερ, μάλλον έχει δίκιο, να υποστηρίζει πως δεν ήταν διόλου δογματικός. Ήταν άκρως διαλεκτικός και γεμάτος αντιφάσεις. Αυτή η έλξη που έτρεφε για τον μεγάλο ποιητή και δολοφόνο Φρανσουά Βιγιόν και για το δίδυμο Ρεμπώ – Βερλαίν που πέρασε στο νεανικό του έργο «Βάαλ», πώς μπορεί να εξηγηθεί; Ο Γουάιλντ ήθελε να αλλάξει – ή έστω να εκθέσει την κοινωνία του καιρού του – τουλάχιστον το κατεστημένο της.
Ο Αντρέ Ζιντ, σε κείμενο του με τίτλο «In memoriam» γραμμένο το 1901, ένα μόλις χρόνο μετά τον θάνατο του Γουάιλντ, γράφει: «Το να λατρεύει κανείς τον ήλιο, αυτό σημαίνει να λατρεύει τη ζωή. Η λυρική λατρεία του Γουάιλντ γινόταν άγρια σχεδόν και τρομερή. Το πεπρωμένο τον έσπρωχνε αμείλικτα. Δεν μπορούσε, αλλά μήτε κι ήθελε να του ξεφύγει. Θαρρείς και έβαζε όλη την προσοχή του και όλα του τα χαρίσματα να εξογκώνει αυτό το πεπρωμένο του στα ίδια του τα μάτια, και να φτάνει σε παροξυσμό κι ο ίδιος. Βάδιζε προς την ηδονή όπως βαδίζει καθένας στο καθήκον. – ‘’Το δικό μου το καθήκον’’, έλεγε, ‘’είναι να διασκεδάζω τρομερά’’». Τη μετάφραση του γεμάτου ευαισθησία αυτού κειμένου, έκανε, λίγο πριν αυτοκτονήσει ο ποιητής Ναπολέων Λαπαθιώτης, το 1944.
Ο ίδιος ο Γουάιλντ δήλωνε: «Ξύπνησα την φαντασία του αιώνος μου, έτσι ώστε γύρω μου μύθοι και θρύλοι σχηματίστηκαν. Κι είχα και άλλα πράγματα ακόμα – όμως αφέθηκα να γοητευτώ και να παραδοθώ σε περιόδους αρκετά μακρόχρονες ανάπαυλας ενός παράφρονος και αισθησιακού ηδονισμού».
Ο Μπρεχτ ήθελε να αλλάξει το κόσμο, παρά την αστική καταγωγή του, ποθούσε και πάλευε για την έλευση του κοινωνικού μετασχηματισμού. Τηρουμένων αναλογιών και συγκυριών, οι επιδιώξεις και των δύο δεν ήταν πολύ διαφορετικές. Η διαφορά είναι μία, αλλά εξαιρετικά σημαντική: Ο Γουάιλντ ήταν μόνος του απέναντι σε πολύ ισχυρότερούς του αντιπάλους.
Ο Μπρεχτ ήταν ένας ανάμεσα σε άλλους ομοϊδεάτες. Ο Γουάιλντ έκανε έναν αγώνα χαμένο εξαρχής που τον πλήρωσε πολύ ακριβά. Ο Μπρεχτ διασώθηκε και δικαιώθηκε σε μεγάλο βαθμό, αφού είχε την ευτυχία να δει τη μισή έστω χώρα του υπό κομμουνιστικό καθεστώς. Διέθεταν και οι δύο (ο Μπρεχτ ίσως μόνο στα νεανικά του έργα) μια αναρχική φλέβα. Και ο Γουάιλντ και ο Μπρεχτ έγραψαν παραβολές. Και οι δύο υπήρξαν παραδοξολόγοι. Ήταν προκλητικοί και είρωνες. Ο Μπρεχτ ιδίως έπασχε από έναν έντονο διδακτισμό. Δημιούργησαν ύφος και σε μεγάλο βαθμό σχολή. Και άφησαν πολλούς επιγόνους.
Ξεκινώντας ο Μπρεχτ από το θεατρικό έργο ‘’Βάαλ’’ και συνεχίζοντας με την πρώτη μεγάλη του επιτυχία ‘’Τα Ταμπούρλα στη Νύχτα’’ πέρασε από τη τεράστια επιτυχία της ‘’Όπερας της Πεντάρας’’, που ανέβηκε στο Βερολίνο στις 31 Αυγούστου 1928, με μουσική Κουρτ Βάιλ, στον πειραματισμό της ‘’Πτήσης του Λίντμπεργκ’’ την ίδια χρονιά, μια από τις πιο παραγωγικές του. Στην συνέχεια ανέβασε την ‘’Άνοδο και την Πτώση της πολιτείας του Μαχαγκόνι’’. Δέκα χρόνια αργότερα παραστάθηκε στη Ζυρίχη, 19 Απριλίου 1941, το πολύκροτο συγκλονιστικό έργο ‘’Η Μάνα Κουράγιο και Τα Παιδιά της’’,που αφηγείται την ιστορία μιας μάνας που έχει χάσει τα παιδιά της στο πόλεμο και πουλάει διάφορα πράγματα στους στρατιώτες προσπαθώντας να βγάλει κέρδος. Δηλαδή ως ένα βαθμό θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι πολεμοκάπηλη. Ο ρόλος της μάνας αποτέλεσε τη τελευταία παράσταση της Κατίνας Παξινού στο Ελληνικό Θέατρο, η οποία πραγματοποίησε μία συγκλονιστική ερμηνεία. Ο «Γαλιλαίος» σε μουσική Χανς Άισλερ, που παραστάθηκε επίσης στη Ζυρίχη το 1943, είναι το εμβληματικότερο έργο του Μπρεχτ γιατί σ’ αυτό περνάει τη θέση ότι δεν πρέπει να τα βάζεις άμεσα με την εξουσία, πρέπει με πονηριά να της ξεφεύγεις έτσι ώστε να κερδίσεις το σημαντικότερο, να επιβιώσεις για να συνεχίσεις να αγωνίζεσαι. Ακολούθησαν ‘’Ο Καλός άνθρωπος του Σε τσουάν’’ και ‘’Ο Κος Πούντιλα και ο Δούλος του Μάτι’’ καθώς και ‘’Ο Κύκλος με την Κιμωλία’’, όπου πρωταγωνιστεί ο δικαστής Άζτάκ ένας καθαρά μπρεχτικός χαρακτήρας.
Ο Γουάιλντ στράφηκε προς το θέατρο μετά από ένα αναζωογονητικό ταξίδι στην Ελλάδα, και μετά από μία συλλογή με ποιήματα, γράφει το ‘’Βέρα, ή Νιχιλιστές’’ το 1881. Κυκλοφορεί πολύ διακριτικά, γιατί ο Τσάρος είχε δολοφονηθεί πρόσφατα από Νιχιλιστές. Παρόλο το μελοδραματισμό του έργου είναι η πρώτη φορά που ο Γουάιλντ μιλάει τόσο σοβαρά. Μετά από το ταξίδι του στις ΗΠΑ όπου δήλωσε εισερχόμενος ότι δεν έχει τίποτε άλλο να δηλώσει παρά την μεγαλοφυΐα του και τον αρραβώνα του με την Κονστάνς Λόιντ με την οποία έκανε δύο αγόρια γράφει παραμύθια, διηγήματα, δοκίμια: ‘’Ο Ευτυχισμένος Πρίγκηπας’’ (1888), ‘’Πένα, Μολύβι και Δηλητήριο’’ δοκίμιο, το ‘’Πορτραίτο του Κου W.H.’’. Πρόκειται για την αναζήτηση του παραλήπτη των σαιξπηρικών σονέτων στο στυλ του Μπόρχες, τον οποίο προαναγγέλει (1889). Το 1890, γράφει τα σημαντικά: το περιώνυμο ‘’Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι’’, ‘’ Ο Κριτικός ως Καλλιτέχνης’’ ένα εκπληκτικής σύλληψης δοκίμιο, την ‘’Ψυχή του Ανθρώπου στο Σοσιαλισμό’’.
Το 1886 έχει την πρώτη του ομοφυλόφιλη εμπειρία με τον Ρόμπερτ Ρος και το 1891, τον Ιούλιο γνωρίζεται με το μοιραίο πρόσωπο στη ζωή του το λόρδο Άλφρεντ Ντάγκλας (1871-1945). Για τον Γουάιλντ η ζωή μιμείται την τέχνη, είναι ακριβώς η περιθωριακή ζωή την οποία προσπαθεί να ζήσει΄, ο έκλυτος βίος της νύχτας με τους πειρασμούς, τα κρυφά δωμάτια, οι μαστροποί και οι αναπόφευκτοι εκβιασμοί, ό,τι δηλαδή τον οδήγησε στην καταστροφή.
Με την ‘’Βεντάλια της λαίδης Γουίντερμιρ’’, βρίσκει τον εαυτό του στο θέατρο. Η ‘’Σαλώμη’’ του που ενσαρκώνει η Σάρα Μπερνάρ, διακόπτεται από τον λόρδο- λογοκριτή – επειδή στο έργο υπάρχουν βιβλικά πρόσωπα και θα ανεβεί στο Παρίσι όταν ο Γουάιλντ είναι πια στη φυλακή. Το ‘’Μια γυναίκα χωρίς Σημασία’’ (1893), και το ‘’Τι Σημασία έχει να Είσαι Σοβαρός’’ (1895), αποτελούν τα κυριότερα έργα του που γνώρισαν και γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία.
Ο Αντρέ Ζιντ στο ημερολόγιό του, το 1927 γράφει, ‘’τα θεατρικά έργα του Γουάιλντ, αφήνουν να φανούν, δίπλα σε επιδεικτικές λέξεις, αστραφτερές σαν ψεύτικα κοσμήματα, πάμπολες φράσεις περίεργα αποκαλυπτικές, που έχουν ένα έντονο ψυχολογικό ενδιαφέρον. Γι’ αυτές και μόνο έγραψε ο Γουάιλντ όλο το έργο, και να μην αμφιβάλλετε καθόλου. Να θες να εννοήσουν μερικοί ό,τι σε συμφέρει να κρύψεις από όλους τους άλλους. (…) Φρόντιζε πάντα ώστε ο μυημένος αναγνώστης να μπορεί να σηκώσει τη μάσκα και να μισοδιακρίνει, πίσω από τη μάσκα το αληθινό πρόσωπο, που ο Γουάιλντ είχε τους λόγους του να κρύβει. Αυτή την καλλιτεχνική υποκρισία του την είχε επιβάλλει η πολύ δυνατή αίσθηση που είχε για την ευπρέπεια. Όπως άλλωστε και ο Προυστ, αυτός ο μεγάλος μάστορας της απόκρυψης.»