Η Μαρία Φαραντούρη τραγουδά για τον Ιάκωβο Καμπανέλλη με την Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων και τη Μουσική Διεύθυνση του Ραφαήλ Πυλαρινού.
Στο λαμπερό Ολύμπια Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας», στις 25 και 26 Φεβρουαρίου 2022, έλαβε χώρα ένα συγκινητικό Αφιέρωμα στον Ιάκωβο Καμπανέλη, με έργα Μίκη Θεοδωράκη, Μάνου Χατζιδάκι, Σταύρου Ξαρχάκου και Λ. Θάνου. Πρωθιέρεια η Μαρία Φαραντούρη, πλαισιωμένη από καταξιωμένους καλλιτέχνες όπως η Ηρώ Σαΐα, ο Βασίλης Γισδάκης και ο Θανάσης Βούτσας. Τις ενορχηστρώσεις έκαναν οι Αλέξανδρος Λιβιτσάνος, Τεό Λαζάρου και Νεοκλής Νεοφυτίδης. Οργάνωση Παραγωγής Cantabile Events.
Την Επιμέλεια είχε η Κατερίνα Καμπανέλλη, κόρη του τιμώμενου συγγραφέα και καλλιτέχνη, η οποία με μεγάλη συγκίνηση και σεμνότητα προλόγισε το Αφιέρωμα και μίλησε για τον πατέρα της, με λόγια της καρδιάς. Μεταξύ άλλων, μας διάβασε τον Πρόλογο από Το Μεγάλο μας Τσίρκο (1974), όπου ο Ιάκωβος Καμπανέλλης αιτιολογεί την παρουσία των τραγουδιών στο θεατρικό κείμενο.
«Υπάρχουν στη ζωή καταστάσεις που δεν τις χωράει ο λόγος. Και τότε ή παραχωρεί τη θέση του στη σιωπή ή τρελαίνεται και γίνεται στίχος ή ξανατρελαίνεται και γίνεται τραγούδι…».
Η Κατερίνα Καμπανέλλη μας είπε ότι ο πατέρας της θεωρούσε τον εαυτό του μόνο θεατρικό συγγραφέα, αλλά η περίσταση έφερε και τα τραγούδια, για να βοηθήσουν την εξέλιξη του έργου και να «στολίσουν» την παράσταση. Θεωρεί εμπνευσμένη και ευτυχή τη συνάντησή του με τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Σταύρο Ξαρχάκο, σε μια γενιά άκρως δημιουργική. Η σχέση του Καμπανέλλη με τους τρεις κορυφαίους μας μουσικούς γεννήθηκε από τον μεγάλο αλληλοθαυμασμό, αλληλοσεβασμό, αλληλοεκτίμηση και αγάπη. Έτσι η συνεργασία τους άφησε ιστορία.
Όμως, οι στίχοι των τραγουδιών στέκουν και αυτόνομα, εκτός των θεατρικών έργων από τα οποία αποσπάστηκαν. Εκδόθηκαν σε έναν τόμο 300 σελίδων, πράγμα που σημαίνει μεγάλη παραγωγή τραγουδιών και όλα φυσικά τραγουδιούνται με μεγάλη συγκίνηση.
Συγκεκριμένα ακούσαμε σε μουσική Μ. Θεοδωράκη, τέσσερα τραγούδια από τη Γειτονιά των Αγγέλων, τρία τραγούδια από τον Εχθρό λαό, τη «Μαργαρίτα Μαγιοπούλα» και τέσσερα τραγούδια από την Μπαλάντα του Μάουτχάουζεν.
Σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι ακούσαμε οχτώ τραγούδια από το Παραμύθι χωρίς όνομα και σε μουσική Σταύρου Ξαρχάκου ακούσαμε τέσσερα τραγούδια από το Μεγάλο μας τσίρκο και τρία τραγούδια από το Κόσμε αγάπη μου.
«Το ψωμί είναι πάνω στο τραπέζι», «Και Δόξα τω Θεώ», «Αρνιέμαι», «Άσμα Ασμάτων», «Ο Αντώνης» «Ο δραπέτης», «Φίλοι κι αδέλφια», «Κι ήταν που λέτε μια φορά», «Ρίχνω την καρδιά μου στο πηγάδι», «Ο Έκτορας κι η Ανδρομάχη».
Το κατασυγκινημένο κοινό δεν έπαυε να επευφημεί, να χειροκροτεί, να τραγουδάει και να φωνάζει «μπράβο» στην μεγάλη ντίβα, στην αναλλοίωτη φωνή, στη Μαρία Φαραντούρη που μοιράστηκε τα «μπράβο» και τα συγχαρητήρια με
τον Ιάκωβο, τον Μάνο και τον Μίκη μας !!!
Ο αρχιμουσικός Ραφαήλ Πυλαρινός γεννήθηκε στην Αθήνα, έχει σπουδάσει πιάνο, τρομπόνι, κλασικό τραγούδι και ανώτερα θεωρητικά. Συνέχισε τις σπουδές του στην Ιταλία, μεταξύ άλλων και Διεύθυνση Ορχήστρας στη Μουσική Ακαδημία της Santa Cecilia στη Ρώμη και στην Πεσκάρα. Σπούδασε πλάι στους Bruno Aprea, Donato Renzeti και Daniele Gatti. Μεταξύ πολλών άλλων έχει διευθύνει τη Συμφωνική της Santa Cecilia επί δύο χρόνια στο Masterclass της Ακαδημίας, πολλές διάσημες Ορχήστρες του εξωτερικού, της Ελλάδας, της Κύπρου, της ΕΡΤ, της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Έχει δημιουργήσει τη Συμφωνική Ορχήστρα Νέων του Πειραιά, «Δημήτρης Μητρόπουλος» και είναι Αναπληρωτής Διευθυντής του Συνεδριακού Κέντρου στο Ηράκλειο της Κρήτης.
Η Μαρία Φαραντούρη; Τι να πρωτοπεί κανείς. Φωνή κοντράλτο, τεράστια γκάμα, μελωδική ποιότητα και σπάνια χροιά, δραματική και λυρική έκφραση, με διεθνή αναγνώριση, ιδεώδης ερμηνεύτρια του Μίκη, του Μάνου. Οι Gardian είπαν πως η φωνή της είναι δώρο των θεών του Ολύμπου. Η εφημερίδα Le Monde την αποκάλεσε Τζόαν Μπαέζ της Μεσογείου. Η Daily telegraph Μαρία Κάλλας του λαού. Η Wiener Zeitung Φωνή της Ελλάδας. Ο Πρόεδρος της Γαλλίας François Mitterrad είπε:
Η Μαρία για μένα είναι η Ελλάδα. Έτσι φανταζόμουν τη θεά Ήρα, δυνατή, αγνή και άγρυπνη. Δεν θυμάμαι να συνάντησα άλλον καλλιτέχνη που να μου έδωσε σε τέτοιο σημείο την αίσθηση του θείου.
Για μας τους Έλληνες η Μαρία Φαραντούρη είναι η τραγουδίστρια της αντίστασης στη δικτατορία, τραγουδίστρια του Αγώνα για Δικαιοσύνη και Ειρήνη στον κόσμο. Η συνέχεια και η εξέλιξη στον υπερθετικό βαθμό της Σοφίας Βέμπο. Και πολύ σωστά η Μαρία Κάλλας του λαού που τραγούδησε στο θέατρο «Μαρία Κάλλας».
Ο Βασίλης Γισδάκης σπούδασε τραγούδι, κλασική κιθάρα και θεωρητικά. Από το 1989 που γνώρισε τον Μάνο Χατζηδάκι και μέχρι τον θάνατο του μεγάλου μας δημιουργού ήταν από τους βασικούς ερμηνευτές του και συμμετείχε σε όλες τις συναυλίες του. Έχει συνεργαστεί με την Ορχήστρα των Χρωμάτων την Κρατική της Θεσσαλονίκης και της ΕΡΤ. Η ιδιάζουσα φωνή του, το ερμηνευτικό στίγμα του, η εικόνα του, το σκηνικό ήθος του, έδωσαν το χρώμα των ήχων που τραγούδησε.
Η Ηρώ Σαΐα, έκανε θεατρικές και φωνητικές σπουδές, ήταν ιδρυτικό μέλος της μουσικοθεατρικής ομάδας Σπείρα –Σπείρα του Σταμάτη Κραουνάκη, έχει παρουσία σε μουσικές σκηνές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, συνεργασίες με μεγάλους συνθέτες: Ξαρχάκο, Κηλαηδόνη, Μαμαγκάκη, Δημητρίου, κ. ά. Έχει εμφανιστεί στο Ηρώδειο, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και Θεσσαλονίκης και έκανε αίσθηση με την ιδιαίτερη δραματική φωνή της.
Ο Θανάσης Βούτσης, γεννημένος στο Κρέφελντ της Γερμανίας, με σπουδές στο κλασικό τραγούδι, στο μοντέρνο και στα θεωρητικά, έχει συνεργαστεί με σημαντικούς Έλληνες τραγουδιστές και μουσικούς. Έχει εμφανιστεί στο Ηρώδειο και στο Μέγαρο αλλά και σε άλλες σκηνές, έχει διασκευάσει το «Χάθηκα» – I got lost – του Θεοδωράκη, με το οποίο άρχισε τη συνεργασία του μαζί του, ξεχωρίζει με τη ωραία θωριά του και την αισθαντική φωνή του. Διασκευάζει συνθέσεις του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι.
Η θαυμάσια Ορχήστρα, οι αθάνατες συνθέσεις, οι μοναδικές φωνές, οι υπέροχες εκτελέσεις, πέτυχαν την δι’ ελέου και φόβου κάθαρσιν των ψυχών ανθρώπων- θεατών, ακροατών- που έζησαν και μεγάλωσαν με αυτά τα τραγούδια, τα οποία είναι σταθμοί στην ιστορία της Μουσικής και στην ιστορική μνήμη.
Η συγκίνηση από τη σκηνή κατέβηκε στην πλατεία, ανέβηκε στα θεωρεία και διοχετεύτηκε στους φυσικούς αποδέκτες της, στο κοινό, που τραγούδησε, αναθυμήθηκε και δάκρυσε με τους παλιούς καημούς και τα βάσανα του κόσμου που τελειωμό δεν έχουν.