Η Ποίηση και η Φιλοσοφία είναι αδελφές ομογάλακτες. Και οι δυο τρέφονται από τους αστείρευτους μαστούς του Άγνωστου και του Κρυπτού, του Ωραίου, και του Αποτρόπαιου, του Μηδενός και του Απείρου. Και οι δυο, μεγαλώνοντας, μάχονται, διεκδικούν ή προσπαθούν να υπονομεύσουν, όπως μπορούν, την απόλυτη εξουσία των Τροφών τους στη μοίρα των θνητών.
Η Ποίηση, βέβαια, είναι λίγο μεγαλύτερη: ο Ησίοδος, ιεραρχώντας τις εξουσίες, πρώτο τοποθετεί τον Ποιητή – Ιερέα, δεύτερο τον Φιλόσοφο (και μόλις τρίτο τον (κοσμικό) Άρχοντα). Εξάλλου οι πρώτοι φιλόσοφοι ήταν και ποιητές…
Όπως και να ’χει, οι δυο αδελφές έχουνε πολλά κοινά:
Και των δυο οι μεγάλες συλλήψεις γίνονται μέσω υπερβάσεων και εκλάμψεων, με άλματα κι όχι με προσεχτικά βήματα, και των δυο οι μεγάλες κατακτήσεις είναι συνήθως επιφοιτήσεις, «δώρα» και όχι αποτελέσματα επαγωγικού συλλογισμού.
Η γλώσσα και των δυο, διαφορετική από την καθομιλουμένη και μη προσβάσιμη στον καθένα, μπορεί να θεωρηθεί εξίσου «κρυπτική» με την γλώσσα των μαθηματικών και της θρησκείας – έχει κι αυτή τις απαρχές της στην επίσημη, συμβολική γλώσσα του Ιερατείου, που διατυπώνει τον Ιερό Λόγο με τρόπο, «όπως οι δυνάμενοι μόνοι προσίεν αυτώ και μη εκ του δημώδους ευκαταφρόνητος η.
Η Φιλοσοφία κάνει προσεχτική χρήση της γλώσσας, καθώς είναι υποχρεωμένη να καταφεύγει σε λεκτικές ακροβασίες προκειμένου να καταφέρει να μεταγγίσει σε διαυγή Λόγο το απόσταγμα του Νοήματος.
Η Ποίηση πάλι (η Υψηλή Ποίηση, όχι η τρέχουσα), μπορεί να πετυχαίνει την απόλυτη χειραφέτηση / αυτονόμηση της γλώσσας από την επικοινωνιακή της λειτουργία, κατατείνοντας εμμονικά στην «αναβάθμισή» της ως σημαίνουσας οντότητας (πολυσημία).
Η γλώσσα και των δυο όμως, τελικά, δεν είναι παρά ένα απλό μέσο για να φτάσει ο Λόγος, από διαφορετικές αφετηρίες, στο άρρητο, το άφατο, το ανείπωτο. Και η ποιητική φιλοσοφία του Εμπεδοκλή και του Ηράκλειτου, αλλά και η αμιγής φιλοσοφία του Nietzsche (ή και του Heidegger) το ίδιο προσπαθούν: να υπαινιχτούν αυτά που δεν μπορούν να διατυπωθούν, γιατί μόλις πάρουν μια λεκτική, δηλ. «υλική» μορφή, μεταλλάσσονται αυτομάτως σε λάθος (το γίγνεσθαι δεν μπορεί να περιγραφεί με Λόγο που βρίσκεται μέσα στον κύκλο του).
Κατά τον Αριστοτέλη, η Φιλοσοφία είναι η πρώτη επιστήμη ή υπερ-επιστήμη, ή μάλλον ήταν – γιατί το παιχνίδι των σκέψεων δεν έχει πια στερεούς κανόνες όπως έχουν οι μεθοδολογίες των επιστημών.
Η Ποίηση θα μπορούσε επίσης να είναι μια «υπερ-λογοτεχνία» ή μετα-λογοτεχνία, με την έννοια ότι δεν έχει καθόλου κανόνες, (όπως υποτίθεται ότι έχουν η πεζογραφία και το δράμα ή μάλλον είχαν – γιατί σήμερα όλα «μπερδεύονται γλυκά»…)
Πάντως, και οι δυο αδελφές έχουν την ίδια ακατόρθωτη (;) αποστολή: να καταφέρουν να προσεγγίσουν και να αρθρώσουν τις έσχατες αλήθειες….