You are currently viewing Γιούλη Ζαχαρίου: “Η Χαμένη Σκηνή”  Zhang Yimou.

Γιούλη Ζαχαρίου: “Η Χαμένη Σκηνή” Zhang Yimou.

Όταν πριν ένα περίπου χρόνο είδα κάπου τυχαία τη φωτογραφία που κοσμεί την αρχή του άρθρου, δεν είχα ιδέα για την προέλευση της. Οι παλιές κινηματογραφικές μηχανές, οι μπομπίνες και οι προβολείς, η εκστατική παρουσία του άνδρα, λουσμένα όλα μέσα στο μπλε χρώμα της νοσταλγίας, στο υποβλητικό παιχνίδι φωτός και σκιάς, άσκησαν αμέσως επάνω μου έντονη γοητεία. Όταν ψάχνοντας ανακάλυψα ότι ήταν μια φωτογραφία από την τελευταία ταινία του Zhang Yimou ‘’One Second’’ (‘’Η Χαμένη Σκηνή’’), αυτόματα με παρέπεμψε στις ταινίες ‘’Not One Less’’ και ‘’The Road Home’’ , που θεωρώ από τις καλύτερες του, και φυσικά περίμενα ανυπόμονα να τη δω για να το επιβεβαιώσω. Η ταινία άργησε πολύ να προβληθεί, η επίσημη συμμετοχή της στο Φεστιβάλ του Βερολίνου το 2021 ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή για ‘’τεχνικούς λόγους’’, αλλά έγινε γνωστό ότι η κινεζική λογοκρισία ενοχλήθηκε από κάποια σημεία της και απαίτησε περικοπές. Οι περικοπές (και προφανώς και προσθήκες) έγιναν και η ταινία δόθηκε για διανομή με καθυστέρηση.

Στα χρόνια της Πολιτιστικής επανάστασης, το 1975, σε μια κινεζική επαρχία με απέραντους αμμόλοφους, τρεις άνθρωποι και ένα ολόκληρο χωριό διεκδικούν, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, τη μπομπίνα μιας προπαγανδιστικής ταινίας, που πρόκειται να προβληθεί μαζί με επίκαιρα: ένα φτωχό ορφανό κορίτσι θέλει να φτιάξει με το σελιλόιντ ένα φωτιστικό για τον μικρό αδελφό της και δε διστάζει να κλέψει τη μια μπομπίνα· ένας άνδρας δραπετεύει από στρατόπεδο εργασίας  για να δει, έστω στα επίκαιρα, επιτέλους την κόρη του, που τον είχε αποκηρύξει· ο μηχανικός προβολής απαιτεί, ως ο κομματικός υπεύθυνος όλης της εκδήλωσης, τη ταινία ολόκληρη και σε καλή κατάσταση· και όλο το χωριό περιμένει με

ανυπομονησία και λαχτάρα, γιατί η προβολή οποιασδήποτε ταινίας είναι γι’ αυτούς το μεγάλο γεγονός, η μόνη διασκέδαση, η γιορτή τους…

Πάνω σ’ αυτόν τον απλό σεναριακό καμβά ο Yimou, με ευαισθησία, χιούμορ και πικρή ειρωνεία, κεντάει την αγάπη του για το σινεμά. ‘’Είναι ένα ερωτικό γράμμα στον κινηματογράφο’’, είπε ο ίδιος για την ταινία του και πράγματι έτσι είναι. Προσωπικά, την προσέγγισα ως ένα παραμύθι απλό και εύληπτο, που, όπως όλα τα παραμύθια, διαθέτει έκδηλους συμβολισμούς και αρκετά στοιχεία αφέλειας και αθωότητας, έχει όμως τις ρίζες του γερά δεμένες με την πραγματικότητα. Ένα παραμύθι που αναπολεί και θυμίζει τι ήταν κάποτε το σινεμά για το άτομο και το σύνολο, τι χάθηκε μάλλον ανεπιστρεπτί, τι ίσως μπορεί και πρέπει να επιβιώσει. Το γεγονός όμως ότι η ιστορία τοποθετείται στην αμφιλεγόμενη εποχή της πολιτιστικής επανάστασης μένει εν πολλοίς ανεκμετάλλευτο, η πολιτική διάσταση της ταινίας χωλαίνει φανερά, η κριτική παρουσιάζεται χλιαρή και σε κάποια σημεία δημιουργεί ερωτηματικά. Με δεδομένο ότι το μοντάζ είναι κυρίως αυτό που καθορίζει την ιδεολογική ταυτότητα μιας ταινίας, δεν ξέρω σε ποιο βαθμό ευθύνεται γι’ αυτή τη χωλότητα η κοπτοραπτική που απαιτήθηκε από την κινεζική λογοκρισία. Αν δεχτούμε την άποψη πως κάθε σπουδαίο κινηματογραφικό έργο είναι, μεταξύ των άλλων, και απόρροια της έξοχης ισορροπία μεταξύ των προθέσεων του σκηνοθέτη και του αποτελέσματος που παράγει, πολύ φοβάμαι, ότι εδώ η ισορροπία έχει κλονιστεί.

Στην ουσία η ταινία, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται, είναι μια ταινία που απευθύνεται σε νοσταλγούς, σε ανθρώπους που η ηλικία τούς επιτρέπει να συμμεριστούν τη συναισθηματική κατάθεση του σκηνοθέτη. Ο Yimou, και εμείς μαζί του, νοσταλγεί την εποχή του ‘’χειροποίητου’’ σινεμά και του ‘’χειρόνακτα’’ δημιουργού, την εποχή του φιλμ με την ευαισθησία του, την αντοχή του και τις επίπονες διαδικασίες προβολής και αποκατάστασης του. Νοσταλγεί τις τεχνικές του βωβού και της παλιάς κωμωδίας με τις γρήγορες λήψεις, τα ατυχήματα, τις εξαπατήσεις και τις ανατροπές. Νοσταλγεί τον κοινωνικό χαρακτήρα του κινηματογράφου ως φορέα μαζικής ψυχαγωγίας, τη συνένοχη συνύπαρξη των θεατών στη σκοτεινή αίθουσα, την αδημονία τους για την έναρξη ενός νέου ‘’θαύματος’’, τη θρησκευτική τους προσήλωση στη μεγάλη οθόνη, την έξαρση και μέθεξη στη διάρκεια της προβολής. Νοσταλγεί την αθωότητα και τον ενθουσιασμό των ανθρώπων που μοιράζονταν με απόλαυση τη Μεγάλη Αυταπάτη του σινεμά, ξέρει όμως πολύ καλά πόσο εύκολα αυτή μετατρέπεται σε όργανο εξαπάτησης και μαζικής προπαγάνδας στα χέρια μιας αυταρχικής εξουσίας.

 

Τον σκηνοθέτη όμως τον ενδιαφέρει εξίσου να μιλήσει και για τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο εγγράφεται η κινηματογραφική εμπειρία μέσα σε κάθε άτομο. Είναι πολύ προσωπική υπόθεση η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ του θεατή και του έργου τέχνης, ευθέως ανάλογη με τα βιώματα, τις ανάγκες και τον ψυχισμό του. Από αυτές τις παραμέτρους εξαρτώνται τόσο η οπτική γωνία από την οποία ο καθένας προσεγγίζει μια ταινία, όσο και τα αξιολογικά κριτήρια με τα οποία την αποτιμά. Οι προσωπικές προβολές, η συναισθηματική επένδυση που κάνει σε αυτή ορίζουν και το μέτρο σύνδεσης του μαζί της, υποσκελίζοντας πολλές φορές ακόμη και τα ‘’αντικειμενικά’’ κριτήρια που πιθανόν να διαθέτει. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, πέρα από ταινίες που καλύπτουν συλλογικές ανάγκες και βιώματα και πιάνουν τον συλλογικό παλμό, ο καθένας έχει να θυμηθεί μια ταινία ή ακόμη και μια μόνη σκηνή, που, παρόλο που πέρασε αδιάφορη στους υπόλοιπους, θα μείνει σε αυτόν ανεξίτηλη, γιατί του ανακαλεί κάτι μύχιο και πολύτιμο.

 

Η προσωπική προβολή που έκανα στην τελευταία δημιουργία του Yimou, που αιτιολογεί εκ των υστέρων τη συγκίνηση που ένοιωσα βλέποντας την άγνωστη φωτογραφία και, αργότερα, πολλές σκηνές της ταινίας, είναι η εικόνα του ερασιτέχνη κινηματογραφιστή πατέρα μου, σε εποχές που οι μυημένοι στον τομέα ήταν ελάχιστοι. Προσηλωμένου με κατάνυξη στις μηχανές του της λήψης, της προβολής και του μοντάζ, αποκτημένες με χίλιους κόπους και θυσίες, και ευτυχισμένου όχι τόσο από το αποτέλεσμα, όσο από την ιεροτελεστία της μαγικής, στα έκθαμβα παιδικά μου μάτια, διαδικασίας…

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.