Είδα δέντρα να μεγαλώνουν. Που δεν πρόκειται να πεθάνουν
στα χρόνια που ζει ένας άνθρωπος
Δεν πεθαίνουν ποτέ
σαν το βράχο, σαν το βράχο που έτριψε μέσα στην άμμο
Γι’ αυτό λοιπόν
Τα δέντρα της ερήμου πάνε βαθιά στις ρίζες της απλότητας
Ήθελα να ζω στη σκιά τους
Δε φοβάμαι το λειασμένο καιρό της υπομονής, η ίδια προσπάθεια καθημερινά στο πηγάδι για ένα λουλούδι απλό σαν το φως του ματιού, η ίδια χειρονομία να σερβίρεις το κρασί των παλιών βιβλίων της ιατρικής, η ίδια φωτιά το βράδυ για να κρατήσει τη δυστυχία σε απόσταση και τα κίτρινα μάτια της νύχτας, και η ίδια η νύχτα που μοιράζεσαι στο κρεβάτι της γης ανάμεσα στο μύρο των προγονικών μας δέντρων και την καθησυχαστική σταθερότητα των αστερισμών
Περιμένοντας από εδώ το τέλος των σκοτεινών καιρών, καταγράφω το συγκεκριμένο, περιγράφω το σταθερό και χαρτογραφώ το παράξενο μπαλέτο της πολιτείας μας, μιας πολιτείας μελισσών.