Αναρωτιέστε άραγε κι εσείς, όπως κι εγώ ακόμα, κάθε τόσο, τι να είναι επιτέλους η ποίηση; Εκτός από «το καταφύγιο που φθονούμε», μην είναι και «τ’ άπαρτα ψηλά βουνά»;
Μια εξωτερική περιγραφή της ποίησης θα μπορούσε να είναι η εξής: Φράσεις ασθματικές – σαν να τους κόβεται η ανάσα πριν φτάσουν στην άκρη της αράδας, αν και άνετα θα μπορούσαν. Με το νόημα τους, ή το εκφραζόμενο συναίσθημα ή τη σκέψη ή, τέλος πάντων το «ανάμεσό τους», να αρθρώνονται σε μικρές – μικρές ομάδες λέξεων (έστω και με ανύπαρκτα ή αναρχοαυτόνομα σημεία στίξης). Με λέξεις διαλεγμένες από ποιητικά αποθέματα χρόνων.
Αν έκανα σοβαρή μελέτη, για να αγοράσω μεταπτυχιακό στη θεωρία της λογοτεχνίας, θα εντόπιζα και θα μετρούσα δειγματοληπτικά –χρησιμοποιώντας τα επί του γραφείου μου βιβλία- πόσες φορές εμφανίζονται ορισμένες λέξεις – κλειδιά.
Πχ. (ανά κατηγορία): οι λέξεις φωνή, λυγμός , κραυγή, ψίθυρος κ.τ. τ. (213 φορές) – (Άμεση Γραφή),
Οι λέξεις νερό, θάλασσα, υγρασία, δάκρυα, έρωτας, αίμα κ.τ.τ. (514) – (Ρέουσα Γραφή)
Οι λέξεις άνθρωπος, χρόνος, παρελθόν, μνήμη, ύπνος, ψυχή κ.τ.τ. (438), (Υπαρξιακή Γραφή)
Οι λέξεις κλαδιά, φύλλα, ουρανός, λουλούδια, άστρα, άγγελος, πουλί, κ.τ.τ. (762) – (Λυρική Γραφή)
Οι λέξεις δρόμος, χέρια, μπράτσα, σάρκα, πράγματα, σκέψη, δωμάτιο, φώτα, ποίηση κ.τ.τ. (903) – Ρεαλιστική Γραφή)
Οι λέξεις σκότος, ζόφος, άβυσσος, πηγάδι, νύχτα, αδιέξοδο, παγίδα, θηρίο κ.τ.τ. (666) – (Ερμητική Γραφή) κ.ο.κ.))
Και, αν ήθελα να εμβαθύνω σχετικά με τις λέξεις στα βιβλία πασών των γενεών, θα επισήμαινα και το άλμα που έκανε η νεότατη ποίηση, από τις κατακτήσεις της παλαιότατης: φιλιά / πουλιά / αγκαλιά – μάτια / παλάτια /κομμάτια κ.τ.τ.- κατευθείαν σε αντίστοιχες σύγχρονες (ανομοιοκατάληκτες) λέξεις όπως Γαμώτο, /πουτάνα / βυζιά κ.τ.τ.
(Υπάρχει βεβαίως και η Ρητορική γραφή αλλά την αγνοώ καθόσον είμαι παλαιών αρχών και γενικά δεν δέχομαι ούτε πιστεύω πως μπορεί να έχει η ποίηση σχέση με τη ρητορεία – ειδικά τώρα που είναι πια τόσο άσχημα φορτισμένος ο όρος: Η ποίηση είναι ένας βαθύς εσωτερικός μονόλογος, χαμηλόφωνος -ακόμα και αν φαίνεται επηρμένος), στον οποίο καλείται να κοινωνήσει και ο αναγνώστης, εμπιστευτικά. Οι ποιητές δεν χρειάζεται να φωνασκούν και να ρητορεύουν, επιδιώκοντας να πείσουν για κάτι – αυτό το αφήνουμε στους πολιτικούς – οι οποίοι όμως, τώρα, κάνουν σχεδόν απαραιτήτως κατάχρηση ένθετων ποιητικών στοχασμών, στους λόγους τους!).
Αν το καλοσκεφτούμε, βλέπουμε πως από όλα τα είδη ποίησης που καλλιεργούνται από την αρχαιότητα, έχουν επιβιώσει η λυρική και η μελική ποίηση, άντε και η χορική (κάποια μορφή της), αλλά η τραγική και η επική όχι: τη δική τους δουλειά την κάνουν σήμερα, εν πολλοίς, οι τηλεοπτικές σειρές… Ούτε ο λόγος του Τυρταίου περνά πια, δεν έχουμε πλέον ποιήματα εθνεγερτικά – σταματήσαμε κάπου στα «Ομπρός βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο /ή: Άντε θύμα, άντε ψώνιο, άντε σύμβολο αιώνιο / Αν ξυπνήσεις, μονομιάς, θα’ρθει ανάποδα ο ντουνιάς / ή Παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους κ.τ.τ.»
Πώς αλλιώς θα γινόταν; Στην παρούσα καμπή (ή στο επικείμενο τέλος) της ιστορίας μας, σε μια εποχή όπου δοξάζεται η ατομικότητα σε συσκευασία μάζας, η μόνη ελευθερία που μπορούμε πλέον να διεκδικούμε, και να πετυχαίνουμε ως ένα βαθμό, είναι η εσωτερική… Δεν μπορούμε πλέον να ανοιχτούμε σε ύψος ή σε πλάτος, αλλά μπορούμε πάντα σε βάθος.
Καταφυγή μας λοιπόν και πάλι μόνο η εσωτερικότητα της ποίησης που κρύπτειν φιλεί – αλλά και σημαίνει… Χωρίς ρητορείες.
Και βεβαίως προς ολοκλήρωση της μελέτης μου θα παρέθετα και κάποιο απόσπασμα από κάποιον όντως ποιητή. Θα έλεγα λ.χ.: «για να παραφθείρουμε και τον Ελύτη (τι έχουμε να χάσουμε;), παίρνοντας ένα κουρέλι (ξένου στίχου), ένα μετείκασμα (ποιητικής εικόνας) κι ένα κοπάδι (λέξεων) την ξαναφτιάχνεις (την ποίηση…)»
Όχι και πολύ δύσκολη δουλειά, δηλαδή.
Χμ, συνέχεια γκρινιάζω και σαρκάζω κι όμως συνέχεια διαβάζω ποίηση – τραβάτε με κι ας κλαίω – πάντα με πάθος (και πάντα με φόβο να μην πάθω πολτοποίηση και ανήκεστο βλάβη του ποιητικού μου ένστικτου)…
(το κείμενο, σε πρώτη μορφή, είχε δημοσιευτεί στο Poeticanet)