You are currently viewing Αναστάσιος Στέφος: Δήμητρα Στασινοπούλου, 1821 – Η Ελληνική Επανάσταση στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες Μολδαβίας και Βλαχίας.  Στα βήματα του Αλέξανδρου Υψηλάντη.   

Αναστάσιος Στέφος: Δήμητρα Στασινοπούλου, 1821 – Η Ελληνική Επανάσταση στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες Μολδαβίας και Βλαχίας. Στα βήματα του Αλέξανδρου Υψηλάντη.  

            Στο πλαίσιο του εορτασμού 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821 εκδόθηκε πρόσφατα, με τον παραπάνω τίτλο, από την κυρία Δήμητρα Στασινοπούλου – έκδοση ιδιωτική – ένας καλαίσθητος τόμος, 445 σελίδων, με θαυμάσιο εικαστικό υλικό και εμπεριστατωμένα εισαγωγικά κείμενα. Το σύγγραμμα αναφέρεται στην ελληνική επανάσταση, υπό την ηγεσία του Αλέξανδρου Υψηλάντη, στη Μολδοβλαχία το 1821 και, κατ’ επέκταση, στις σχέσεις Ελλάδας και Ρουμανίας και, ιδιαίτερα, την παρουσία του Ελληνισμού στον ρουμανικό χώρο. Η συγγραφέας, Αθηναία την καταγωγή, εργάσθηκε, επί μακρόν, στον τραπεζικό τομέα, αλλά και στην οικογενειακή της επιχείρηση στη Ρουμανία, όπου έζησε τριάντα και  πλέον χρόνια, θεωρώντας την ως δεύτερη πατρίδα, εκδίδοντας μάλιστα το πρώτο της βιβλίο, με τον τίτλο Η Ρουμανία της καρδιάς μου (2005), για το οποίο τιμήθηκε με το βραβείο της Unesco. Το παρόν βιβλίο, που επισφραγίζει τη γενικότερη ενασχόλησή της, είναι γραμμένο με απόλυτη γνώση του χώρου, ευαισθησία και συγκινησιακή φόρτιση και προλογίζεται από τον σπουδαίο ιστορικό, Αντιπρόεδρο της Ρουμανικής Ακαδημίας Răjvan Theodoresku (Hellenoromanica), ο οποίος τονίζει τον δρόμο της ελευθερίας που δίδαξαν οι Έλληνες στα φιλόξενα εδάφη της Μολδοβλαχίας. Έτσι, το βιβλίο αποτελεί ένα εξαιρετικό οδοιπορικό στις παραδουνάβιες περιοχές, με έντονη την παρουσία του βυζαντινού πολιτισμού, όπου διαδραματίσθηκε ένα από τα σημαντικότερα ιστορικά γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης, η έναρξή της στις 22 Φεβρουαρίου 1821, που οδήγησε στη δημιουργία της ελεύθερης Ελλάδας.

            Η έκδοση περιλαμβάνει έναν πλουσιότατο αμητό φωτογραφικού υλικού, με γεωγραφικούς χάρτες, εξαίσιες εκκλησιαστικές αγιογραφίες και κειμήλια, τοιχογραφίες, λιθογραφίες, ελαιογραφίες, πορτραίτα και πίνακες επιφανών ανδρών, έργα διακεκριμένων επιφανών ανδρών, έργα διακεκριμένων καλλιτεχνών, Ελλήνων (Θεόδ. Βρυζάκη, Ανδρ. Κριεζή, Θεόφιλου, Μιχ. Σιμωνίδη, Ιωάνν. Ματθαίου, Δ. Τσόκου, κ.ά.) και ξένων (F. Muller, P. Hess, K. Storch, A. Kauffmann, L. Stawski, κ.ά.), που σήμερα κοσμούν το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, την Εθνική Πινακοθήκη και το Μουσείο Μπενάκη, στην Αθήνα, καθώς και τα Μουσεία Τέχνης του Ιασίου και του Βουκουρεστίου.

            Το βιβλίο, ως προς το περιεχόμενο, δομείται σε οκτώ αυτούσια κεφάλαια, πλαισιωμένα με ποικίλο εικαστικό υλικό, βιογραφικά κείμενα, γραμματολογικά στοιχεία και σημεία στήριξης των δρωμένων. Αναλυτικότερα, η εισαγωγή πραγματεύεται το θέμα της φαναριώτικης οικογένειας Υψηλάντη, καταγόμενης από την ποντιακή κωμόπολη Υψηλά της Τραπεζούντας και συνδεόμενης με τους Κομνηνούς και τους Ξιφιλίνους, τους βυζαντινούς πατριάρχες. Ειδικότερα, γίνεται εκτενής αναφορά στον πρίγκηπα Αλέξανδρο Υψηλάντη (1792-1838), γιο του Μεγάλου Διερμηνέως της Πύλης Κωνσταντίνου, υπασπιστή του τσάρου Αλεξάνδρου, από τις ευγενέστερες και πιο άδολες μορφές του ελληνικού αγώνα, που έλαβε μέρος στους ναπολεόντειους πολέμους και στη μάχη της Δρέσδης (1813) έχασε τον δεξιό βραχίονά του. Μυημένος στη Φιλική Εταιρεία, – μυστική επαναστατική οργάνωση ιδρυθείσα στην Οδησσό, το 1814, από τους Ν. Σκουφά, Αθ. Τσακάλωφ και Εμ. Ξάνθο – αναλαμβάνει την αρχηγία της Επιτροπής, και εκδίδει την ενθουσιώδη Προκήρυξη Ανεξαρτησίας: Μάχου υπέρ πίστεως και Πατρίδος· παραιτείται από τον τσαρικό στρατό και, διαβαίνοντας τον Προύθο ποταμό, υψώνει τη σημαία της Επαναστάσεως, τρίχρωμη με τον φοίνικα και τον σταυρό, τον Φεβρουάριο του 1821 στο Ιάσιο της Μολδαβίας. Στη πόλη τον υποδέχεται ο ηγεμόνας Μιχαήλ Σούτσος, ενώ, στην πολεμική αντιπαράθεση με τους Οθωμανούς, συμμετείχε ο περίφημος Ιερός Λόχος των πεντακοσίων νέων σπουδαστών των οποίων η θυσία τους απαθανατίσθηκε από τον Ανδρέα Κάλβο στην ομώνυμη ωδή του, σεμνόπρεπο ελεγείο και μοιρολόγι: Ω γνήσια της Ελλάδος / τέκνα· ψυχαί ‘που επέσατε / εις τον αγώνα ανδρείως / τάγμα εκλεκτών Ηρώων, / καύχημα νέον·…… γ΄ στροφή.

            Η ελληνική επανάσταση στις ρουμανικές χώρες, δυστυχώς, απέτυχε· ο Υψηλάντης κατέφυγε στην Αυστρία, φυλακίσθηκε, απελευθερώθηκε με διάβημα του Τσάρου και πέθανε ένα χρόνο αργότερα. Το 1964 έγινε ανακομιδή των οστών του που εναποτέθησαν σε λευκό μνημείο στον ιερό ναό των Ταξιαρχών, στο πεδίο του Άρεως, επάνω στο οποίο έχει στηθεί ανδριάντας του.

            Στην εισαγωγή γίνεται, επίσης, λόγος για την εμβληματική προσωπικότητα του Ρήγα Φεραίου – Βελεστινλή (1757-1798), προάγγελο της ελληνικής εθνεγερσίας, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του νεοελληνικού Διαφωτισμού, με πολυσχιδές έργο (Θούριο, Χάρτα της Ελλάδος Πολίτευμα, Ηθικός τρίπους, Νέος Ανάχαρσις, κ.ά.) και με μαρτυρικό τέλος.

            Στο κεφάλαιο: Μολδαβία – Ιάσιο – Γαλάτσι γίνεται αναφορά στο μεγαλοπρεπές μνημείο του ναού των Τριών Ιεραρχών (ιδρυθ. 1637), την «Αγιασοφιά της Μολδαβίας», στο Ιάσιο, ιστορική πρωτεύουσα της Μολδαβίας, όπου λειτουργούσε και η Ελληνική Τυπογραφία, με τον επίσκοπο Δοσίθεο και αποτελούσε το κέντρο της πνευματικής ελληνικής ζωής στην πόλη επί 200 χρόνια· εδώ, επίσης, ο Μητροπολίτης Βενιαμίν Κωστάκης ευλόγησε τη σημαία του ηγέτη της Φιλικής Εταιρείας, πρίγκηπα Αλέξανδρου Υψηλάντη.

            Αναφέρονται, ακόμη, ο εθνικός ήρωας της Ρουμανίας Τσ. Βλαντιμιρέσκου, οι ιστορικές μονές: Γκόλια (ιδρ. 1457), με ελληνικές κτητορικές επιγραφές, Γαλατά (ιδρ. 1582), αρχηγείο του Αλέξανδρου Υψηλάντη, Τσετατσούϊα (ιδρ. 1672), ιστορημένη από έλληνες ζωγράφους και της Μπουκοβίνας.

            Σημαντική πόλη και λιμάνι στον ποταμό Δούναβη ήταν το Γαλάτσι (κοινή ονομασία της λέξης Γαλάζιον), με ισχυρή ελληνική παρουσία από την αρχαιότητα. Στην πόλη έλαβαν χώρα η πρώτη μάχη Ελλήνων και Τούρκων (21 Φεβρουαρίου 1821) και η τελευταία (1 Μαΐου 1821),με δραματική κατάληξη.

            Στα επόμενα κεφάλαια γίνεται διεξοδική περιγραφή της Βλαχίας, με την ιστορική πρωτεύουσα το Βουκουρέστι (bucurie = χαρά, ευτυχία), με την κομψή αρχιτεκτονική του, «Μικρό Παρίσι». Είναι εμφανής η σημαντική παρουσία των Ελλήνων, – εκκλησίες, όπως της Σταυρουπόλεως (ιδρ. 1724) μονές στα περίχωρα, νοσοκομεία, κοιμητήρια, ανδριάντες, ανάκτορα, όπως του Κωνσταντίνου Μπρινκοβεάνου, βυζαντινορουμάνου ηγεμόνα της Βλαχίας, που αποκεφαλίσθηκε από τον Σουλτάνο Αχμέτ Γ΄ το 1714, – στην περίοδο ακμής του Ελληνισμού και στον «αιώνα των Φαναριωτών» (1716-1821), με 31 Έλληνες ηγεμόνες από το Φανάρι, ιδιαίτερα από την πριγκηπική βυζαντινή οικογένεια των Καντακουζηνών και την οικογένεια των Σούτσων. Στην πόλη δεσπόζει η Ρουμανική Ορθόδοξη Εκκλησία, γνωστή ως Πατριαρχείο Ρουμανίας, με την προτομή, στο προαύλιο, του Alexander Ioan Cuja, ηγεμόνα των ρουμανικών πριγκηπάτων, εξέχουσα μορφή της επανάστασης του 1848.

            Στην πεδιάδα του Δραγατσανίου έλαβε χώρα, στις 7 Ιουνίου 1821, η στρατιωτική σύγκρουση του επαναστατικού στρατού του Αλέξανδρου Υψηλάντη, αρχηγού της Φιλικής Εταιρείας και των στρατευμάτων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, με καταστροφικές συνέπειες. Στο κοιμητήριο του Δραγατσανίου υπάρχει το Μνημείο των πεσόντων Ιερολοχιτών, που ανεγέρθηκε το 1884 και φιλοτεχνήθηκε, με πεντελικό μάρμαρο, από τους Τήνιους καλλιτέχνες Χαλεπά και Λαμπαδίτη. Στο κέντρο του στυλοβάτη, εν μέσω δάφνινου στεφανιού, αναγράφεται με χρυσά γράμματα: Διαβάτα άγγειλον ότι ενθάδε κείμεθα υπέρ ελευθερίας αγωνισάμενοι.

            Δέκα ημέρες, μετά τη μάχη του Δραγατσανίου, στις 17 Ιουνίου 1821, έγινε στο Σκουλένι η ύστατη άμυνα των Ελλήνων, με αρχηγό τον Αθανάσιο Καρπενησιώτη (1770-1821), που κατέληξε με νίκη των Οθωμανών. Η μάχη, όμως, όπως αναφέρει ο Διονύσιος Κόκκινος (1864-1947), στην Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, συγκρίνεται ως προς την εκδήλωση ομαδικής ανδρείας και ηρωικής αντιμετώπισης βεβαίου θανάτου μόνο με τη μάχη του Αθανασίου Διάκου, στη γέφυρα της Αλαμάνας, και του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι.

            Ακολουθεί η μάχη της Μονής Σέκκου (ιδρ. 1602), στην περιοχή της σημερινής επαρχίας Νεάμτς, περίφημη μονή, πολιτιστικό και πνευματικό κέντρο, τον Σεπτέμβριο του 1821. Είναι η τελευταία στρατιωτική σύγκρουση, στο ευρύτερο πλαίσιο της Ελληνικής Επανάστασης, με την ηρωική θυσία του Φιλικού Γεωργάκη Ολύμπιου (1772-1821) και των συναγωνιστών του, που ανατίναξαν το κωδωνοστάσιο – το μνημείο και ο τάφος του βρίσκονται στη Μονή Σέκκου – και τον αποκεφαλισμό του Μακεδόνα οπλαρχηγού Ιωάννη Φαρμάκη (1772-1821) και των αξιωματικών του στην Κωνσταντινούπολη.

            Από τις ιστορικές μονές της περιοχής ξεχωρίζει η μονή Χορέζου (ιδρ. 1690), των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, που έχει ανακηρυχθεί μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την Unesco, με αξιόλογες αγιογραφίες που περιγράφει ο Γάλλος βυζαντινολόγος Charles Diehl (1859-1944).

            Αναφέρεται, στη συνέχεια, η πορεία του Αλέξανδρου Υψηλάντη προς την Τρανσυλβανία, που αποτελούσε έδαφος της Αυστριακής Αυτοκρατορίας, όπου είχαν εγκατασταθεί Σάξονες έποικοι, περιοχές με ξύλινες εκκλησίες, ζωγραφισμένες με σκηνές της Βίβλου, μέρος της παγκόσμιας κληρονομιάς της Unesco.

            Το εξαίρετο πόνημα ολοκληρώνεται με τις ελληνικές κοινότητες της Ρουμανίας: Μπρασόβ (Κορόνας), Βράϊλας, με ελληνικές εκκλησίες και σχολεία, Γαλατσίου, όπως αναφέρθηκε, παρουσία του Ελληνισμού στις ρουμανικές χώρες, από την Αρχαιότητα, με την ίδρυση αποικιών στον Εύξεινο Πόντο – περίφημη πόλη η Τόμις – ώς τη σύγχρονη εποχή, μια δεύτερη Μεγάλη Ελλάδα (Magna Craecia).

            Μετά το 1453 η έξοδος των Ελλήνων προς τις ρουμανικές χώρες συμβάλλει στη δημιουργία ενός αληθινού «Βυζαντίου μετά το Βυζάντιο», κατά την εύστοχη έκφραση του κορυφαίου Ρουμάνου ιστορικού και πολιτικού Nicolai Iorga (1871-1940), στην Ιστορία του Ρουμανικού λαού (1906). Η άνθιση και η ακμή του Ελληνισμού στις ρουμανικές χώρες σημειώνονται κατά τη φαναριώτικη εποχή (1711-1821), με τις περίφημες ηγεμονικές Ακαδημίες του Βουκουρεστίου και του Ιασίου, αληθινά Πανεπιστήμια, και τους εκπροσώπους του Ελληνικού Διαφωτισμού: Νικ. Μαυροκορδάτο, Δημ. Καταρτζή, Νεόφ. Δούκα, Ιώσ. Μοισιόδακα, κ.ά. Στις πόλεις – λιμάνια ανθίζουν ισχυρές ελληνικές κοινότητες και ο Δούναβης γίνεται, τον 19ο αιώνα, σύμβολο του Ελληνισμού στον ρουμανικό χώρο, «Λεωφόρος του βυζαντινού στόλου». Σήμερα ζουν στη Ρουμανία περί τους 7.000 Έλληνες, οργανωμένους σε 24 κοινότητες, διασκορπισμένες σε όλη τη χώρα.

            Ολοκληρώνοντας, το βιβλίο – οδοιπορικό στις ρουμανικές χώρες, όπου διαδραματίσθηκαν συγκλονιστικά γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης, αποτελεί έναν εκδοτικό άθλο της συγγραφέως, η οποία, με τρόπο εκπληκτικό, μας ξεναγεί στις περιοχές άμεσα συνδεδεμένες, από την Αρχαιότητα, με την Ελλάδα. Παράλληλα, αποτελεί ελάχιστη απόδοση μνήμης και τιμής προς τους αγωνιστές, επώνυμους και ανώνυμους, οι οποίοι θυσιάσθηκαν για να είμαστε εμείς σήμερα ελεύθεροι.

            Ο αφιερωματικός τόμος, άκρως λυσιτελής, για το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, πρέπει να εμπλουτίσει και τις Βιβλιοθήκες όλης της χώρας και, επιπρόσθετα, με απόφαση της Πολιτείας και δη του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων να διανεμηθεί σε όλα τα σχολεία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, για να αποτελέσει χρηστικό βοήθημα για διδάσκοντες και διδασκομένους.

            Εκφράζουμε, εκ βάθους καρδίας, (ab imo pectore) τα ολόθερμα συγχαρητήρια στη συγγραφέα για το επιστημονικό επίτευγμα και ευχόμαστε συνέχιση της συγγραφικής της δημιουργίας εις το διηνεκές.

 

Ο Αναστάσιος Αγγ. Στέφος είναι  δ.φ., Αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων και του Συλλόγου «Οι Φίλοι του Μουσείου Γ. Δροσίνη»

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.